Γράφει ο Νικόλαος Τσιαμούρας
Ένα ταξίδι τόσο κοντά από την πόλη της Βέροιας και τόσο μακριά…! Το βουνό ασκεί πάνω μας μια μυστική έλξη, ψιθυριστά μας γνέφει να διαβούμε τη ράχη του και να ανεβούμε στην κορφή του.
Φύγαμε από την Βέροια κάτω από ένα χειμωνιάτικο ουρανό στις 7+30.
Ανεβαίνουμε τις στροφές του δρόμου με κατεύθυνση το χωριό Γεωργιανοί και την Λευκόπετρα. Μετά από δεκαπέντε λεπτά διαδρομής μέσα από αλλεπάλληλες στροφές και ανηφορικά περάσματα ξεπροβάλλει μπροστά μας το χωριό Γεωργιανοί.
Το χωριό κτισμένο σε πλαγιά και περιτριγυρισμένο από δάσος από οξιές μας υποδέχεται ήρεμο και ήσυχο. Πρόσφυγες από τον Καύκασο εγκαταστάθηκαν την Άνοιξη του 1922.
Φθάσαμε στην Λευκόπετρα. Ο οικισμός οφείλει το όνομα του στα ασβεστολιθικά πετρώματα της περιοχής. Κατοικήθηκε από την αρχαιότητα όπως μαρτυρούν τα ευρήματα των ανασκαφών. Η καταγωγή των κατοίκων είναι ηπειρώτικη.
Στην Τουρκοκρατία αποτελούσε μέρος του τσιφλικιού του Μπέη που είχε την έδρα του στην Τόπλιανη , οικισμό ανάμεσα σε Γεωργιανούς και Λευκόπετρας. Απελευθερώθηκε το 1912 από τον Ελληνικό στρατό.
Αξίζει κανείς να επισκεφτεί το ιερό της μητέρας των θεών. Ο ναός χρονολογείται στους ρωμαϊκούς χρόνους, 2ος αιώνας μ.Χ.
To βουνό μας υποδέχθηκε με εικόνες χειμωνιάτικες…
Να΄μαστε τώρα με τον σάκο στον ώμο και τα απαραίτητα έτοιμοι για αναχώρηση. Μας καλωσορίζει μια ησυχία μια μελαγχολία του Χειμώνα. Μια ησυχία πλανιέται τριγύρω και σκεπάζει ανθρώπους και δένδρα σαν άχρωμη παραμυθένια ομίχλη.
Μπήκαμε στη σιωπηλή γοητεία του δάσους. Παντού φωνές και ψίθυροι από μια φύση ξεχασμένη σε τοπίο μελαγχολικό. Τα δένδρα αέρινα, γυμνά από το φύλλωμα, παραδίδονται στο απαλό αεράκι της ημέρας. To μονοπάτι ανηφορικό ανεβαίνει φιδοσέρνοντας την πλαγιά του βουνού, πεσμένα φύλλα και απόλυτη ησυχία.. Συνεχίζουμε σε δασικό δρόμο, τριγύρω μας πανύψηλες οξιές και μετά από μια πορεία 40 λεπτών αφήσαμε πίσω μας τον δασικό δρόμο.
Τώρα τοπίο ολότελα γυμνό, άγριο, πετρώδες σκεπασμένο από την πρωινή καταχνιά. Το μονοπάτι μας καλωσορίζει άγριο και ατίθασο με υγρασία και νοτισμένη γη. Η ομίχλη και το χιόνι κάνουν το τοπίο ειδυλλιακό για εμάς, στις γύρω κοιλάδες όμως η ζωή για τα ζώα του δάσους είναι πολύ σκληρή. Μοιραζόμαστε την ξεχωριστή μυρωδιά της φύσης και γύρω μας να πλημμυρίζουν δεκάδες αρώματα.
Συνεχίζουμε μέσα σε ένα έρημο δάσος οξιάς με μοναδική βλάστηση τα γυμνά κλαδιά των δένδρων και την χαμηλή βλάστηση. Το ξεχασμένο τοπίο είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό καθώς μικτά δάση βελανιδιάς καστανιάς και ελάτης είναι βυθισμένα στη σιωπή τους. Ο ήλιος μας κρατά συντροφιά από την ώρα εκείνη που βρεθήκαμε στο βουνό και εμείς συνεχίζουμε απτόητοι.
Ανηφορίζουμε τώρα σε χιονισμένο μονοπάτι, μια παράξενη γοητεία γεμάτη μυστήριο μας τυλίγει, τώρα το τοπίο αγριεύει. Η άγρια ομορφιά του χειμωνιάτικου τοπίου μας ταξιδεύει. Βαδίζουμε σε δασικό δρόμο. Σύννεφα κυριαρχούν παντού, η ομίχλη και το κρύο καλά κρατούν…
Πλησιάζουμε προς την κορυφή.
O ήλιος μας συντροφεύει καθώς ανηφορίζουμε προς την κορυφή. Τελευταία ανάβαση και η κορυφή μας καλωσορίζει τυλιγμένη στην φωτεινότητα της ημέρας και στην ησυχία. Μπορούμε να θαυμάσουμε και να χαρούμε την ομορφιά από εδώ ψηλά, τριγύρω τεράστιες πέτρες συμπληρώνουν το σκηνικό της κορυφής.
Απέναντι μας, η μονή Παναγία Σουμελά ή μονή Σουμελά. Ήταν ένα πασίγνωστο χριστιανικό μοναστήρι κοντά στην Τραπεζούντα, σύμβολο για 16 αιώνες του Ποντιακού Ελληνισμού. Μέχρι το 1922 υπήρξε ο οδηγός, ο παρηγορητής, ο συμπαραστάτης των Ποντίων στην Τουρκία των Οθωμανών. Το 1951 ο Κρωμναίος οραματιστής Φίλων Κτενίδης έκανε πράξη την επιθυμία όλων των Ποντίων, με τη θεμελίωση της νέας Παναγίας Σουμελά εδώ στις πλαγιές του Βερμίου.
Πήραμε το δρόμο της επιστροφής από την ίδια διαδρομή, μόνοι εμείς και η απεραντοσύνη του βουνού. Τώρα τοπίο και πάλι ολότελα γυμνό, άγονο, σκληρό πετρώδες.
Πάνω από τα κεφάλια μας μόνο ο ουρανός, κάτω χαμηλά το δάσος με τις οξιές που όσο ορειβατούμε το πλησιάζουμε, γαντζωμένοι μεταξύ ουρανού και γης συνεχίζουμε εμείς μικροί και ασήμαντοι μέσα σε τούτο το χαμό. Η ώρα περνά στην αγκαλιά της πανέμορφης φύσης.
Χρώματα λευκά που αλλάζουν κάθε στιγμή δεν μας αφήνουν περιθώρια να αναλογισθούμε τον χαμογελαστό καιρό της ημέρας. Κάτω χαμηλά το χωριό Λευκόπετρα ντυμένο στα χρώματα του ήλιου.
Επιστροφή…..
Ο ήλιος πουθενά, για κάποια λεπτά τής ώρας χαμένος ολόκληρος και τυλιγμένος σε πυκνό μανδύα ομίχλης πάνω από αυτή τη «μαγική φύση». Τα σπουργίτια και οι σπίνοι και τόσα άλλα πουλιά μας συντροφεύουν με το γλυκό τραγούδι τους. Αφήνουμε πίσω μας το θρόισμα των δένδρων, το σφύριγμα του ανέμου και κατηφορίζουμε τον δασικό δρόμο που μας οδηγεί στα αυτοκίνητα. Με το πέταγμα των ξαφνιασμένων πουλιών φθάσαμε στα αυτοκίνητα.
Άλλη μια μέρα γεμάτη ορειβασία πήρε τέλος με επιτυχία.
Μετά από κάθε ορειβασία μετά από κάθε εξόρμηση, πάντα έχεις να μάθεις κάτι καινούριο, να ανακαλύψεις κάτι ιδιαίτερο και να συνειδητοποιήσεις πόσο μεγάλη ανάγκη και υποχρέωση έχουμε όλοι μας να διατηρήσουμε αυτή την ομορφιά.
Αφήνουμε πίσω μας το βουνό που και σήμερα μας χάρισε απλόχερα συγκινήσεις.
Συγχαρητήρια σε όλους εμάς!
Φίλε Περικλή σας ζηλεύω. Ελπίζω κάποια στιγμή να μπορέσω να γίνω κι εγώ μέλος της όμορφης ομάδας σας.
ΑπάντησηΔιαγραφή