Τι σημαίνει όμως η λέξη Τζουμέρκα; Ετυμολογικά η λέξη Τζουμέρκα έχει διττή σημασία: είτε από το όνομα του φυτού «ελλέβορος», που φυτρώνει στις ορεινές πλαγιές, είτε από την βλάχικη λέξη «τζουμ» που σημαίνει κορυφή και «έρκο/ζάρκο» δηλαδή γυμνό, αποτυπώνοντας έτσι την ταυτότητα του όρους με τις ψηλές, απότομες, γυμνές κορυφές.
Ένας ορεινός προορισμός με αυθεντικότητα, ορμητικά ποτάμια, καταρράκτες, χωριά και φαράγγια που εθίζει όποιον τον επισκεφτεί να επιστρέφει ξανά και ξανά για να ανακαλύπτει κάθε φορά και κάτι καινούργιο. Ξεκινάμε και εμείς το ταξίδι αυτό γεμάτοι ενθουσιασμό και με σημειωμένα όλα τα σημεία στον χάρτη που σκοπεύουμε να εξερευνήσουμε.
Καταρράκτες Τζουμέρκων
Πρώτη στάση το Μαρτυρικό χωριό Καταρράκτης, του νομού Άρτας με υψόμετρο 800μ. Η ονομασία του οφείλεται στους «δίδυμους» καταρράκτες που αναβλύζουν πάνω από αυτό, 5 χλμ. βόρειά του. Αφού περπατήσαμε για λίγο στα λιθόστρωτα μονοπάτια του χωριού κατευθυνθήκαμε προς τον οικισμό Κρυοπηγή που «φιλοξενεί» τους καταρράκτες. Τα νερά τους τρέχουν καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου, η καλύτερη περίοδος για να τους επισκεφτείτε είναι τέλη Μαΐου, όταν πλέον τα χιόνια έχουν αρχίσει να λιώνουν και η ορμή είναι μεγάλη, όμως όταν κάτι αφορά τη φύση τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί σίγουρο.
Φτάνοντας συναντάμε έναν χώρο που μπορούμε να σταθμεύσουμε το όχημά μας στο αριστερά του οποίου ξεκινάει μια πλακόστρωτη διαδρομή με ξύλινα γεφυράκια. Το μονοπάτι κάνει εύκολη την πρόσβαση και η διαδρομή πλάι στους πρόποδες του βουνού, παρότι είναι σύντομη, χαρίζει ιδιαίτερες εικόνες. Από τις ρίζες των κάθετων πλαγιών, σε υψόμετρο 1.360μ., βρίσκουν διέξοδο και ξεπετάγονται 2 καταρράκτες με ορμητικά νερά. Ανήκουν στους ψηλότερους καταρράκτες της χώρας μας, ο πρώτος έχει ύψος 87μ. ενώ ακολουθεί ο δεύτερος στα 100μ. Σταθήκαμε κοντά στα ορμητικά νερά τους και ακολουθήσαμε με το μάτι την πορεία τους, που καταλήγει στον Άραχθο ποταμό.
Πρώτη στάση το Μαρτυρικό χωριό Καταρράκτης, του νομού Άρτας με υψόμετρο 800μ. Η ονομασία του οφείλεται στους «δίδυμους» καταρράκτες που αναβλύζουν πάνω από αυτό, 5 χλμ. βόρειά του. Αφού περπατήσαμε για λίγο στα λιθόστρωτα μονοπάτια του χωριού κατευθυνθήκαμε προς τον οικισμό Κρυοπηγή που «φιλοξενεί» τους καταρράκτες. Τα νερά τους τρέχουν καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου, η καλύτερη περίοδος για να τους επισκεφτείτε είναι τέλη Μαΐου, όταν πλέον τα χιόνια έχουν αρχίσει να λιώνουν και η ορμή είναι μεγάλη, όμως όταν κάτι αφορά τη φύση τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί σίγουρο.
Φτάνοντας συναντάμε έναν χώρο που μπορούμε να σταθμεύσουμε το όχημά μας στο αριστερά του οποίου ξεκινάει μια πλακόστρωτη διαδρομή με ξύλινα γεφυράκια. Το μονοπάτι κάνει εύκολη την πρόσβαση και η διαδρομή πλάι στους πρόποδες του βουνού, παρότι είναι σύντομη, χαρίζει ιδιαίτερες εικόνες. Από τις ρίζες των κάθετων πλαγιών, σε υψόμετρο 1.360μ., βρίσκουν διέξοδο και ξεπετάγονται 2 καταρράκτες με ορμητικά νερά. Ανήκουν στους ψηλότερους καταρράκτες της χώρας μας, ο πρώτος έχει ύψος 87μ. ενώ ακολουθεί ο δεύτερος στα 100μ. Σταθήκαμε κοντά στα ορμητικά νερά τους και ακολουθήσαμε με το μάτι την πορεία τους, που καταλήγει στον Άραχθο ποταμό.
Μελισσουργοί – Πράμαντα
Συνεχίζοντας την πορεία μας συναντάμε τα Πράμαντα, ένα χωριό κρυμμένο στην σκιά της επιβλητικής κορφής Στρογγούλας, με το χαρακτηριστικό σχήμα, που χάνεται στα σύννεφα. Κάναμε μια στάση για να επισκεφτούμε παραδοσιακές ηπειρώτικες γεύσεις στα ταβερνάκια του χωριού και να δροσιστούμε στη βρύση της πλατείας κάτω από τον μεγάλο πλάτανο. Προχωράμε διασχίζοντάς το και κατευθυνόμαστε προς τους Μελισσουργούς, η ονομασία του οποίου εμπνέεται από τους εργατικούς ανθρώπους του. Ένα χωριό σκαρφαλωμένο στα 870μ και με φόντο τις πλαγιές των Τζουμέρκων. Περπατώντας στους δρόμους του ο ήχος των τρεχούμενων νερών και η μυρωδιά από τις κουζίνες των σπιτιών μας συνοδεύει σε κάθε στενάκι. Το ομώνυμο ορεινό καταφύγιο κρυμμένο μέσα στο πευκόδασος στα 1260μ θα αποτελέσει την σημερινή μας στέγη.
Συνεχίζοντας την πορεία μας συναντάμε τα Πράμαντα, ένα χωριό κρυμμένο στην σκιά της επιβλητικής κορφής Στρογγούλας, με το χαρακτηριστικό σχήμα, που χάνεται στα σύννεφα. Κάναμε μια στάση για να επισκεφτούμε παραδοσιακές ηπειρώτικες γεύσεις στα ταβερνάκια του χωριού και να δροσιστούμε στη βρύση της πλατείας κάτω από τον μεγάλο πλάτανο. Προχωράμε διασχίζοντάς το και κατευθυνόμαστε προς τους Μελισσουργούς, η ονομασία του οποίου εμπνέεται από τους εργατικούς ανθρώπους του. Ένα χωριό σκαρφαλωμένο στα 870μ και με φόντο τις πλαγιές των Τζουμέρκων. Περπατώντας στους δρόμους του ο ήχος των τρεχούμενων νερών και η μυρωδιά από τις κουζίνες των σπιτιών μας συνοδεύει σε κάθε στενάκι. Το ομώνυμο ορεινό καταφύγιο κρυμμένο μέσα στο πευκόδασος στα 1260μ θα αποτελέσει την σημερινή μας στέγη.
Περνώντας τον βατό, σύντομο χωματόδρομο φτάνουμε στον Ξενώνα. Εκεί υπάρχουν δωμάτια αλλά και διαμορφωμένος χώρος για σκηνές όπου και χρησιμοποιήσαμε για να στήσουμε τη δική μας κάτω από τα ψηλά δέντρα. Το σημείο αυτό αποτελεί αφετηρία για πολλές πεζοπορικές διαδρομές σύντομες και εκτεταμένες. Όποια από αυτές και αν διαλέξετε – και οφείλεται να διαλέξετε κάποια αν βρεθείτε εκεί – το περιβάλλον, η μοναδική πανίδα και η αγνή φύση χαρίζουν μια αυθεντική δόση της ομορφιάς των ελληνικών βουνών. Εμείς διαλέξαμε εκείνη προς τον φαινομενικά μεγαλύτερο καταρράκτη της Ελλάδας, με διάρκεια μία ώρα.
Η σηματοδοτημένη διαδρομή μας οδηγεί αρχικά μέσα στο δάσος και ύστερα στο γυμνό τοπίο, περπατώντας με θέα τον καταρράκτη του Κεφαλόβρυσου 350 μέτρων. Στην ουσία διακρίνονται δυο καταρράκτες, που κρέμονται μέσα από τα βράχια, προερχόμενοι από το λιώσιμο των πάγων με τον έναν να στερεύει τελείως τους καλοκαιρινούς μήνες. Από εκεί, συνεχίσαμε άλλο μονοπάτι που καταλήγει στο καταφύγιο των Πραμάντων, και «ενώνει» τους δύο ξενώνες. Περνώντας το δασικό τμήμα με έλατα, βελανιδιές και πεύκα, βγαίνουμε σε ένα μεγάλο λιβάδι στη θέση «Ίσιωμα» έχοντας θέα, πλέον από πιο κοντά, την εντυπωσιακή Στρογγούλα, με τα ξεχασμένα χιόνια στις πλαγιές της.
Και τα δύο καταφύγια προσεγγίζονται από δρόμο και προσφέρουν στον ορειβάτη, στον φυσιολάτρη, στον απλό επισκέπτη, τον ειδικό ερευνητή, που θα τα επισκεφτεί, όμορφες, ορεινές θέες, ζεστασιά δίπλα στο τζάκι, μια κούπα καφέ και μαγειρευτά πιάτα. Έτσι και εμείς, με την σειρά μας, επιστρέφοντας στους Μελισσουργούς πήραμε ζεστό φαγητό, ένα ποτηράκι κρασί και καθίσαμε μπροστά στη φωτιά χαζεύοντας τη δύση του ηλίου και τις ροζ πλαγιές, απομυθοποιώντας τα ηλιοβασιλέματα του Αιγαίου.
Info: Oρειβατικό Καταφύγιο Πραμάντων, Τηλ: 26593 00645
Ορειβατικό Καταφύγιο Μελισσουργών, Tηλ: 6974 374172
Μονή Κηπίνας
Το επόμενο πρωί συνεχίζουμε το ταξίδι μας στα βόρεια Τζουμέρκα με επόμενο σταθμό την Μονή Κηπίνας, 35 λεπτά μακριά μας. Οι αποστάσεις μεταξύ των σημείων αυτών μπορεί να είναι σύντομες όμως θα πρέπει να συνυπολογίσετε όσα μπορεί να ανακαλύψετε στην διαδρομή και σε τέτοια μέρη τα «μυστικά» είναι πολλά. Καθώς οδηγάμε απλώνεται μπροστά μας η μεγάλη οροσειρά της Δυτικής Ελλάδας, με μια πέτρινη γέφυρα να ενώνει τις όχθες του Καλαρρύτικου που χαράζει στη μέση τις πράσινες δασικές πλαγιές. Αισθάνομαι πως αυτά είναι και τα φυσικά στοιχεία που συγκροτούν την αυθεντικότητα των ορεινών ελληνικών τοπίων, χιονισμένα βουνά, ορμητικά ποτάμια, πλαγιές γεμάτες βλάστηση.
Κάναμε μια στάση εκεί να απολαύσουμε για λίγο αυτή την ολοκληρωμένη εικόνα και ύστερα συνεχίσαμε διασχίζοντας το ποτάμι και σταματώντας στο γεφύρι Συγκούνας, κατασκευασμένο από τον Συρρακιώτη μεγαλέμπορο, Συγκούνα. Ένα μικρό, πέτρινο, και μονότοξο (άνοιγμα τόξου 10,20μ) γεφύρι σε πολύ καλή κατάσταση, χαρίζει λίγη ακόμα μοναδικότητα στο ταξίδι μας στην Πίνδο. Σε ύψος 11,20μ, καθίσαμε στην γκρίζα γέφυρα δίπλα στις πρασινάδες που προσπαθούν να φυτρώσουν στις σχισμές της, απλώνοντας το πόδια μας πάνω από τα γάργαρα νερά του ποταμού.
Λίγο μετά το χωριό Μυστράς και πηγαίνοντας παράλληλα με τον Καλαρρύτικο ποταμό, φτάνουμε στον προορισμό μας. Θεμελιωμένη εξ ολοκλήρου μέσα στα απόκρημνα βράχια, με ίδιους χρωματισμούς, σαν να είναι μέρος τους, κρύβεται λιτά, η μεγαλοπρεπής Μονή Κηπίνας. Χωμένη σε 40μ υψόμετρο με τα μικρά παραθυράκια να αγναντεύουν τα πράσινα τοπία και να επιτρέπουν τις ακτίνες του ήλιου να περνάνε στο εσωτερικό της. Το όνομά της οφείλεται στους κήπους που καλλιεργούσαν οι μοναχοί στις όχθες του ποταμού. Περνώντας την είσοδο της Μονής ανεβαίνουμε το ανηφορικό λιθόστρωτο μονοπάτι, χτισμένο στο κοίλωμα του βράχου, έχοντας θέα στα αριστερά μας το απότομο φαράγγι με τα νερά του Καλαρρύτικου.
Όλος ο χώρος στολίζεται με μικρά λουλούδια και με τον αρμονικό συνδυασμό ξύλου και πέτρας. Στο τέλος του. βρίσκεται μια κρεμαστή ξύλινη γέφυρα με μεγάλες χοντρές αλυσίδες που παλαιότερα ήταν κινητή για να μπορούν οι μοναχοί να προστατεύονται από τους επιδρομείς. Το ίδιο ξεχωριστή είναι και στο εσωτερικό της με χρωματιστές τοιχογραφίες να κοσμούν τα σκαλιστά βράχια. Το μοναστήρι χρονολογείται από το 1212, είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου και είναι ανδρική Μονή. Άλλοι υποστηρίζουν ότι κτίστηκε από μοναχούς της Μονής Βύλιζας Ματσουκίου τον 13ο αιώνα. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας λειτούργησε ως Κρυφό Σχολειό ενώ η σπηλιά στον βράχο της αποτέλεσε κρησφύγετο για τους υπόδουλους Έλληνες.
Τι να δοκιμάσετε:
Η ηπειρώτικη κουζίνα συντονίζεται με τις πρώτες ύλες της περιοχής και ζεσταίνει την καρδιά όποιου τη δοκιμάσει. Το φαγητό εδώ έχει την τιμητική του από τα παραδοσιακά γλυκά ταψιού όπως μπακλαβάς, ραβανί και χαλβά μέχρι τις μοσχομυριστές θρυλικές πίτες και το κρέας «λουκούμι» που ψήνεται στη γάστρα. Το παραδοσιακό ψωμί «μπομπότα» δε λείπει από το ηπειρώτικο τραπέζι, ενώ το τοπικό λικέρ από κράνα -φρούτα του δάσους που βρίσκονται σε ορεινές περιοχές- προτιμάται για την ιδιαίτερη γεύση του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.