Quantcast

http://picasion.com/
http://picasion.com/
http://picasion.com/

Άσκιο ή Σινιάτσικο 2.111 μ. με τους Ορειβάτες Βέροιας

Γράφει ο Νικόλαος Τσιαμούρας

Ένας υπέροχος μικρόκοσμος τους καλωσορίζει τους υποδέχεται, φωνές αόρατων πουλιών κρυμμένων στις πέτρες και τη χαμηλή βλάστηση δοξάζουν την ομορφιά της φύσης.

Βρίσκονται στην κορυφή και αναλογίζονται το ελάχιστο χρονικό διάστημα της γήινης διαδρομής τους απέναντι στην ατέλειωτη δική της διαδρομή. Έφυγαν από την Βέροια στις 7 το πρωί. Διαδρομή Βέροια – Σιάτιστα - Νάματα.

Πριν φθάσουν στην Κοζάνη η περιοχή τριγύρω πλημμυρισμένη από καυσαέριο και μια μυρωδιά καμένου αιωρείται στην ατμόσφαιρα, ατμοηλεκτρικά εργοστάσια λιγνίτη παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, η οικονομική ανάπτυξη ανθεί…… οι θέσεις εργασίας για το μεροκάματο έχουν το σκληρό αντίτιμο τους σε υγεία και καθαρό περιβάλλον. Άφησαν την πόλη της Σιάτιστας και πήραν τον επαρχιακό δρόμο Δρυόβουνο – Γαλατινή – Εράτυρα – Νάματα.

Ανεβαίνοντας τις στροφές του επαρχιακού ασφαλτόδρομου, τοπίο μαγικό καταπράσινο ονειρεμένο. Η ματιά τους παραδίδεται στην γοητεία του πρωϊνού. Κτισμένο αμφιθεατρικά σε υψόμετρο 1140 μέτρων το χωριό Νάματα τους υποδέχεται ήρεμο και ήσυχο. Οφείλει την ονομασία του στην αρχαία λέξη νάμα που σημαίνει καθαρό νερό.


Γύρω στον 17ο αιώνα Έλληνες κυνηγημένοι από τους Τουρκαλβανούς μαζί με άλλους κατοίκους της Μοσχόπολης της Β. Ηπείρου, της Φούρκας, της Ζέρμας (σημερινή Πλαγιά ) και Πυρσόγιαννης Ιωαννίνων εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Ασκίου Κοζάνης και ίδρυσαν το χωριό Πιπιλίτσα - τα σημερινά Νάματα.

Αφήνουν τα αυτοκίνητα, προετοιμασία για ανάβαση, βρίσκονται στις παρυφές του βουνού. Το βουνό ξεπροβάλλει μπροστά τους, αναδύεται από κάθε γωνιά αβίαστα με μια ακατάβλητη δύναμη από τα βάθη του χρόνου και σκιαγραφεί το πραγματικό του πρόσωπο.

Το Άσκιο είναι ένας «ασκεπής» ορεινός όγκος και η περιοχή όπου θα ορειβατήσουν και θα ανέβουν στην κορυφή είναι τελείως γυμνή από δένδρα, έδαφος πετρώδες και χαμηλή βλάστηση. Το σκληρό τοπίο, τα σμιλεμένα βράχια από τη βροχή και τους αέρηδες τους εντυπωσιάζουν.

Όλο το βουνό μέχρι και την κορυφή είναι μια ανάβαση. Τα πετρώματα του είναι κρυσταλλικά και τα υδάτινα ρεύματα καταλήγουν – τα περισσότερα – στον Αλιάκμονα και τη λίμνη Βεγορίτιδα. Η ματιά τους αφήνεται για λίγο κάτω στην κοιλάδα, δροσερές αναπνοές σε ένα περιβάλλον μαγευτικό, ρουφάνε τώρα τα υπέροχα χρώματα της καταπράσινης φύσης.

Πλούσια δάση υπάρχουν κατά μήκος της κοιλάδας του Μύριχου. Από το αρχαιοελληνικό ΄΄χέω –μύρα΄΄, αρωματικά φυτά και οργιώδης βλάστηση στις όχθες έδωσαν την ονομασία. Ο χείμαρρος πηγάζει από τις βόρειες πλαγιές του βουνού και καταλήγει στον Αλιάκμονα.

Στους πρόποδες υπάρχουν πολλά είδη δρυός ( χνοώδης, ευθύφλοιος, μακεδονικός), οξιές, σφενδάμια, πλατάνια, γάβρος και φράξος. Πλήθος αρωματικών φυτών με κυρίαρχα το τσάι και τη ρίγανη. Λαγοί , αλεπούδες, τσακάλια, λύκοι και αρκούδες.

Σύμφωνα με την οργάνωση Αρκτούρος, η μεγαλύτερη αρκούδα της χώρας κατοικεί στο όρος. Ορεινές, πέρδικες και αρπακτικά (γύπες, άετοί). Αγριολούλουδα, πρίμουλες, γεράνια, τουλίπες και ορχιδέες στέλνουν μυρωδιές και χρώματα την εποχή που ανθίζουν. Αφησαν πίσω τους το δασικό δρόμο τώρα οδοιπορούν σε ανηφορικό μονοπάτι καταπράσινο, δροσερό, πανέμορφο. Το βουνό αποκαλύπτεται σιγά –σιγά ήσυχο και γοητευτικό.

Βγήκαν στη κορυφογραμμή ένας παγωμένος αέρας τους υποδέχεται, ( φοράνε ζεστά ρούχα και συνεχίζουν) στο βάθος της εικόνας τους φράζει τον ορίζοντα η εντυπωσιακή κορμοστασιά της κορυφής. Μονοπάτι συνεχώς ανηφορικό. Ανάμεσα στις βουνοπλαγιές μικρά πουλιά κουρνιάζουν νωχελικά και φεύγουν πετώντας μακριά τρομαγμένα από τον δικό τους θόρυβο.


Έχουν περισσότερο από μιάμιση ώρα που οδοιπορούν σε ατίθασες και ελεύθερες βουνοπλαγιές με κατεύθυνση ανατολικά. Η πρωινή δροσιά στη χαμηλή βλάστηση τριγύρω είναι ένα πανέμορφο θέαμα.

Όσο πλησιάζουν προς την κορυφή, νοιώθουν ότι αφήνουν πίσω τους έναν γήινο κόσμο για να εισέλθουν σε ένα άλλο κόσμο, θεϊκό. Ομίχλη τυλίγει την κορυφή των βράχων, προσθέτοντας ακόμη πιο απόκοσμη ατμόσφαιρα σε αυτό το παράξενο θαύμα.

Ο βοριάς σφυρίζει, ανεπαίσθητο ψιλοβρόχι υγραίνει τη γη. Όσο ανεβαίνουν εμφανίζεται ομίχλη, που όλο πυκνώνει σκεπάζοντας τις απέναντι κορυφογραμμές. Το τοπίο αγριεύει. Τώρα μπροστά τους υψώνονται μονοκόμματοι βράχοι καλυμμένοι από χαμηλή βλάστηση.

Πρέπει να τους διαβούν για να φθάσουν στην κορυφή. Ορειβατούν κερδίζοντας συνεχώς ύψος. Δεν χάνουν χρόνο, δεν σπαταλάνε δυνάμεις, το μονοπάτι πριν την κορυφή ήπιο. Μετά από 2ωρες και 30 λεπτά πορεία συνεχούς ανάβασης φθάσανε στην κορυφή όλοι μια παρέα όλοι μια συντροφιά.

Καθισμένοι τώρα στο τσιμεντένιο υψομετρικό σε υψόμετρο 2111 μ. νοιώθουν μια πρωτόγνωρη οικειότητα με το περιβάλλον, ο ήλιος που τους ακολουθεί σχεδόν από την αρχή της ανάβασης είναι τώρα δίπλα τους και τους ζεσταίνει τους ανεβάζει την διάθεση.

Γύρω τους οι άλλες βουνοκορφές Σμόλικας, Βασιλίτσα, Βίτσι και στο βάθος μακριά αχνοφαίνεται ο Όλυμπος. Η ορατότητα περιορισμένη από την ομίχλη που επικρατεί στο βάθος του ορίζοντα, δεν μπόρεσαν να απολαύσουν την ομορφιά των άλλων βουνοκορφών.

Τα αιώνια αυτά βουνά αν και αλλαγμένα από τη διάβρωση και τους σεισμούς κρύβουν αναλλοίωτα στα σπλάχνα τους την δημιουργία του πλανήτη και άλλα πολύτιμα μυστικά που δεν θα μάθουμε ποτέ.

Πάνω στο ανάγλυφο τους οι πρώτοι κάτοικοι σχεδίασαν το σκηνικό της ζωής τους, έστησαν σπίτια, στέγασαν τα όνειρα τους και έγραψαν τη δική τους ιστορία. Κάτω χαμηλά η Βλάστη και απέναντι το βουνό Μουρίκι.

Το ιστορικό Μπλάτσι, ( η σημερινή Βλάστη ) μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και από γνωστούς ταξιδιωτικούς προορισμούς το χωριό ζει και αναπνέει στους δικούς του ρυθμούς.

Κτισμένη από τον 15ο αιώνα στο υψίπεδο (1240μ) του όρους Μουρίκι. Το πρώτο κρυφό σχολείο στην Μακεδονία λειτούργησε στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου στην Βλάστη.

Στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο κάηκε από τους Γερμανούς και στον Εμφύλιο που ακολούθησε εγκαταλείφθηκε τελείως. Πολιτισμός 5 αιώνων χάθηκε, σώθηκαν μόνο οι εκκλησίες και το άκαμπτο φρόνημα των Βλαστιωτών.

Σήμερα η άλλοτε ακμάζουσα κωμόπολη των 6.000 κατοίκων έμεινε μόνη της με λίγους κτηνοτρόφους να περνούν την ώρα τους ανατρέχοντας στους θρύλους και τα μεγαλεία των παλιών καιρών. Κουβαλώντας εικόνες και ήχους από τον ομιχλώδη κόσμο του βουνού πήραν τον δρόμο της επιστροφής.

Μια επίμονη ομίχλη τους σπρώχνει διακριτικά στο μονοπάτι της επιστροφής. Αποχωρούν σταδιακά, με την ομίχλη να πυκνώνει συνεχώς και επικίνδυνα. Με τον αέρα να μαίνεται ακατάπαυστα ελέγχουν τις κινήσεις τους.

Η πορεία τους, από την ίδια πλευρά του βουνού, η κατάβαση γίνεται γρήγορα και εύκολα. Αφήνουν πίσω τους το βουνό, μια τελευταία ματιά μέχρι τη μακρινή γραμμή του ορίζοντα, η κορυφή μένει οριστικά πίσω τους.


Φθάσανε στα αυτοκίνητα μεσημέρι και σύντομα βρέθηκαν στην Βλάστη, στην πλατεία του χωριού να απολαμβάνουν τον καφέ τους στην ηρεμία της πλατείας. Πανέμορφο σκηνικό με τον οικισμό περιτριγυρισμένο από λιβάδια με αραιά κέδρα, δάση οξιάς, βελανιδιάς και αναδασώσεις με πεύκα.

Ένας τόπος γεμάτος μνήμες από μια Ελλάδα απόμακρη και ξεχασμένη. Είναι στην Εορδαία, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους η περιοχή κατοικήθηκε από το 6000 π.Χ. Περίπου το 2200 π. Χ. κατοικούσαν εδώ Αιολείς και Αρκάδες.

Η Εορδαία ανήκε στο κράτος των αρχαίων Ορεστών-Ελμιωτών. Πήρε το όνομα από τη θεά της αρχαιότητας Έορδα, ( πελασγική λέξη σημαίνει μητέρα –γη). Το κρατίδιο των Εορδών ανέπτυξε ισχυρή δύναμη, δικό του τρόπο στις τέχνες και τον πολιτισμό.

Αργότερα ολόκληρη η περιοχή της Εορδαίας ενσωματώθηκε και αφομοιώθηκε στο κράτος των Αιγών, στο κράτος των αρχαίων Μακεδόνων, στο βασίλειο του Φιλίππου πατέρα του Μέγα Αλέξανδρου.

Στην Ρωμαϊκή περίοδο υπήρξαν πολλές συγκρούσεις Ρωμαίων και Μακεδόνων λόγω της Εγνατίας οδού που περνούσε μέσα από την πόλη.

Αφήσανε αριστερά τους την πόλη της Πτολεμαϊδας, πήρε το όνομα της προς τιμή του Πτολεμαίου ( μαθητής του Αριστοτέλη, στρατηγός, σωματοφύλακας, συμμαθητής του Μέγα Αλέξανδρου όπου αργότερα αναγορεύτηκε βασιλιάς της Αιγύπτου, με το όνομα Πτολεμαίος Α΄ Σωτήρ - Λάγος).

Γιος της Αρσινόης της Μακεδονίας είτε από τον νόμιμο σύζυγο της τον Λάγο, είτε από τον εραστή της τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας ( 367 π.Χ-283 π. Χ.).

Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας η περιοχή ονομαζόταν «Επαρχία Καϊλαρίων» και η πόλη «Καϊλάρ». Στα δύσκολα εκείνα χρόνια μοναστήρια καταστράφηκαν οικισμοί διαλύθηκαν και κάηκαν. Οι περισσότεροι κάτοικοι για να αποφύγουν το παιδομάζωμα και τον εξισλαμισμό κατέφυγαν στα γύρω ορεινά.

Έδωσε βροντερό παρών στους μακεδονικούς αγώνες και στους βαλκανικούς πολέμους του 1912-13. Απελευθερώθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1912 από τον ελληνικό στρατό. Η επιστροφή από Σισάνι – Βλάστη – Πτολεμαίδα. Απόγευμα επιστροφή στη Βέροια στον «πολιτισμό» και στους θορύβους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ