Στη διαδικτυακή ομιλία του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων, ανέφερε μεταξύ πολλών άλλων: Ὁ Θεός, γράφει ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας, ἔβαλε στίς ψυχές μας τήν ἐπιθυμία νά ἀναζητοῦμε τό ἀγαθό, ὅταν χρειαζόμαστε κάτι, καί τήν ἀλήθεια, ὅταν πρέπει νά σκεφθοῦμε κάτι. Καί βέβαια ποθοῦμε νά τά ἔχουμε διακριτά καί καθαρά τό ἕνα ἀπό τό ἄλλο, δηλαδή τό ἀγαθό ἀπό τό κακό καί τήν ἀλήθεια ἀπό τήν πλάνη. Γι᾽ αὐτό καί δέν ὑπάρχει κανένας ἄνθρωπος πού νά χαίρεται, ὅταν ἐξαπατᾶται, οὔτε ὑπάρχει κανείς πού νά εἶναι εὐχαριστημένος, ὅταν πλανᾶται καί συναντᾶ κακό ἀντί καλοῦ.
Ἐνῶ ὅμως τά ἐπιθυμούσαμε μέ αὐτό τόν τρόπο, ποτέ δέν μπορέσαμε νά τά βροῦμε, διότι τό ἀγαθό καί ἡ ἀλήθεια στόν κόσμο μας δέν εἶναι αὐτά πού ἀποκαλοῦνται ἔτσι, ἀλλά τά ἀντίθετά τους. Κι ἔτσι ὅ,τι ὀνομάζεται ἀγαθό εἶναι στήν πραγματικότητα κακό, ἐνῶ ὅτι φέρεται ὡς ἀλήθεια εἶναι στήν πραγματικότητα ψεῦδος.
Ἀφοῦ, λοιπόν, δέν ὑπῆρχαν αὐτά πού ἔπρεπε νά ἀγαπᾶμε καί νά χαιρόμαστε, ἦταν ἀδύνατο νά αἰσθανθοῦμε καί πόση ἦταν ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης καί τῆς χαρᾶς πού ὑπῆρχε μέσα μας. Δέν γνωρίζαμε οὔτε τά δεσμά τοῦ πόθου οὔτε πόση ἦταν ἡ φλόγα του, διότι πουθενά δέν ὑπῆρχε τό ποθούμενο, αὐτό δηλαδή πού θά μπορούσαμε νά ἐπιθυμήσουμε.
Ὅσοι ὅμως γεύθηκαν τόν Σωτήρα, ἔχουν μπροστά τους αὐτό τό ἴδιο τό ποθούμενο, τό ὁποῖο ἀποτέλεσε τόν κανόνα καί τό μέτρο γιά νά δημιουργηθεῖ ἐξ ἀρχῆς ὁ ἀνθρώπινος ἔρωτας, σάν ἕνα θησαυροφυλάκιο τόσο μεγάλο καί τόσο εὐρύχωρο, ὥστε νά μπορέσει νά ὑποδεχθεῖ τόν Θεό. Γι᾽ αὐτό καί ἄν ἀκόμη ἀπολαμβάνουμε ὅλα τά τερπνά τῆς ζωῆς αὐτῆς, ποτέ δέν χορταίνουμε καί τίποτε δέν καταπαύει τήν ἐπιθυμία μας, ἀλλά συνέχεια διψοῦμε, σάν νά μήν βρήκαμε τίποτε ἀπό ὅσα ποθούσαμε. Γιατί, γιά τή δίψα τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς χρειάζεται κάποιο ἀστείρευτο νερό. Πῶς, λοιπόν, θά μποροῦσε νά τήν σβύσει ὁ πεπερασμένος αὐτός κόσμος πού φυσικό εἶναι νά μήν διαθέτει τό ἀστείρευτο νερό;
Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι καί τό νόημα τῶν λόγων τοῦ Κυρίου μας πρός τή Σαμαρείτιδα τήν ὁποία συνάντησε στό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ. Τί τῆς εἶπε; «Ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· ὅς δ᾽ ἄν πίοι ἐκ τοῦ ὕδατος, οὗ ἐγώ δώσω αὐτῷ, οὐ μή διψήσει εἰς τόν αἰῶνα». Ὅποιος δηλαδή πιεῖ ἀπό αὐτό τό φυσικό νερό, τό ὁποῖο ἀνέβλυζε ἀπό τό φρέαρ, αὐτός θά διψάσει καί πάλι. Ὅποιος ὅμως πιεῖ ἀπό τό νερό, τό ὁποῖο θά τοῦ δώσω ἐγώ, δέν θά διψάσει ποτέ.
Τό ὕδωρ, λοιπόν, μέ τό ὁποῖο ξεδιψᾶ ἡ ἐπιθυμία τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, κα´μόνο ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας του ἱκανοποιεῖ κάθε πόθο καί κάθε ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό ὁμολογεῖ καί ὁ ψαλμωδός Δαβίδ, ὅταν λέγει: «Χορτασθήσομαι ἐν τῷ ὀφθῆναί μοι τήν δόξαν σου».
Τό μάτι πλάσθηκε γιά νά βλέπει τό φῶς, τά αὐτιά γιά νά ἀκοῦν τούς ἤχους καί κάθε αἰσθητήριο ὄργανο γιά νά δέχεται τό ἀντίστοιχο ἐρέθισμα. Ἡ ἐπιθυμία ὅμως τῆς ψυχῆς κατευθύνεται μόνο πρός τόν Χριστό. Αὐτός εἶναι ἡ κατάπαυσή της, ἀφοῦ Αὐτός μόνο εἶναι τό ἀγαθό καί ἡ ἀλήθεια καί ὁτιδήποτε ἐπιθυμοῦμε.
Γι᾽ αὐτό καί τίποτε δέν ἐμποδίζει ὅσους βρῆκαν τόν Χριστό νά τόν ἀγαποῦν μέ ὅλο τόν ἔρωτα πού εἶχε ἐξ ἀρχῆς φυτευθεῖ στήν ἀνθρώπινη ψυχή καί νά χαίρονται μέ ὅση δύναμη ἔχει ὁ ἄνθρωπος στή φύση του καί ἐπιπλέον μέ τή χαρά πού δίνει ἡ ἀρετή καί ἡ χάρη τοῦ ἁγίου βαπτίσματος.
Καί καθώς γιά τό ὄνομα καί τή σημασία τοῦ ἁγίου βαπτίσματος ἔχουμε ἀκούσει ἤδη τή διεξοδική ἀνάλυση τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα, εἶναι σκόπιμο νά συνεχίσουμε μέ τό δεύτερο μυστήριο πού ἀποτελεῖ προϋπόθεση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τό ἅγιο Χρίσμα, στήν ἑπόμενη ὁμιλία μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.