«Η ζωή ξεκίνησε από το τέταρτο δημοτικό σχολείο. Οι καλύτερες μαθητικές αναμνήσεις. Τώρα, προς τη δύση του βίου μου, βρίσκομαι στον προαύλιο χώρο. Το όλο αφήγημα, το καδράρισμα, όπως φαίνεται στη σύνθεση του ζωγραφικού πίνακα, βρίσκεται εκεί προς το τέλος του ποιήματός μου «Διπλή παραίσθηση»:
… Δεν θα σε βρουν στο τέλος του μετρήματος, δεν θα κοιτάξουν στο χώρο των νεκρών-σκιών.
«Πέντε-δέκα-δεκαπέντε... φτού και βγαίνω, κι όποιον βρω τα κλείνει», πρόσωπα ζωντανών.»
Χαρτί: Arches 100% cotton, 300gr/m2, 140lb, rough
Διαστάσεις: 50x70cm
Χρώματα: ακουαρέλα Winsor and Newton professional.
Ένα γενικό πλάνο του τόσο αγαπημένου 4ου Δημοτικού Σχολείου. Θα κατέτασσα τον πίνακά μου στην απεικονιστική ζωγραφική. Το αφήγημα (pictorial narrative, Narrative painting), τα παιδιά παίζουν «κρυφτό» στην αυλή του Σχολείου.
Ένα κινούμενο καδράρισμα σε ελαφρό πλονζέ, ως προς την ομάδα των παιδιών. Με την κίνηση προς τα μπρος, το επανακδράρισμα θα αποκάλυπτε τον χώρο του Παραρτήματος (Παρθεναγωγείο, Νηπιαγωγείο). Δεν το περιλαμβάνω γιατί στη θέση του ανεγέρθηκε νέο δυόροφο κτήριο για τις ανάγκες στέγασης του σχολείου.
Δεν ήμουν μόνο μαθητής του 4ου, αλλά και γείτονας επί είκοσι συναπτά έτη. Εκεί φοίτησαν αργότερα και τα τρία παιδιά μου.
Δεν μπορούσα να μην απεικονίσω όλες αυτές τις αναμνήσεις. Διδασκαλία, τα πρώτα γράμματα, το παιχνίδι, οι παρέες. Δεξιά, στον μικρό κήπο, φέρνω στη μνήμη μου τον αείμνηστο δάσκαλό μας Αλέκο Ζαχαριάδη, από τον οποίο μάθαμε γράμματα, να προσπαθεί με ένα ψαλίδι χειρός να κουρέψει το γκαζόν.
Δεν ήμουν μόνο μαθητής του 4ου, αλλά και γείτονας επί είκοσι συναπτά έτη. Εκεί φοίτησαν αργότερα και τα τρία παιδιά μου.
Δεν μπορούσα να μην απεικονίσω όλες αυτές τις αναμνήσεις. Διδασκαλία, τα πρώτα γράμματα, το παιχνίδι, οι παρέες. Δεξιά, στον μικρό κήπο, φέρνω στη μνήμη μου τον αείμνηστο δάσκαλό μας Αλέκο Ζαχαριάδη, από τον οποίο μάθαμε γράμματα, να προσπαθεί με ένα ψαλίδι χειρός να κουρέψει το γκαζόν.
Το παραδοσιακό κτήριο, ανεγερθέν ΔΑΠΑΝΑΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΝΑΟΥΣΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΣΛΙΑΝΙΤΩΝ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1897” και του βιομηχάνου Σεφερτζή, η φλαμουριά, τα πεύκα. Παίζαμε μπάλα κλωτσώντας τις κουκουνάρες. Παίζαμε μπίλιες με τα κιτριμπόμπουλα του δέντρου δίπλα στην Εκκλησία. Και ήμασταν ευτυχισμένοι.
Δεν μπορώ να περιλάβω όλες τις αναμνήσεις σε ένα μόνο πλάνο που μου παρέχει η ζωγραφική, όσο κι αν προσπαθώ να ζωγραφίσω αφηγηματικά. Το ζουμάρισμα, το κοντινό πλάνο στο παιδάκι που τα φυλάει, ενώ τα άλλα παιδιά σκορπίζουν τρέχοντας, ψάχνοντας για κρυψώνα.
Θα μπορούσα ίσως να προσθέσω άλλο ένα ενδιαφέρον σημείο και με ένα ενδοκαδράρισμα να δώσω μια εικόνα των παιδιών που σχολάνε και ξεχύνονται από την πόρτα του σχολικού κτηρίου προς την αυλή. Δεν ξέρω όμως αν προσέθετα στην αφήγηση ή η εικόνα θα γινόταν φλύαρη και θα έφερνε μια σύγχυση.
Ένα ενδιαφέρον επίσης καδράρισμα με μια άλλη αφήγηση εκτός του ποιήματός μου, θα ήταν τα παιδιά παραταγμένα για την πρωινή προσευχή. Είναι άπειρες οι φορές που το έκανα ανεβαίνοντας στα σκαλοπάτια της εισόδου για να πω την προσευχή: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς…». Παιδιά, περισσότερα παιδιά.
Στην τελευταία γειτονιά μου τρεις οικογένειες είχαμε οκτώ παιδιά και τώρα έχουμε μόνο ένα. Αυτή είναι η πραγματική φτώχεια. Κι εμείς νομίζουμε ότι κερδίσαμε την ευημερία. Τι να τα κάνουμε τα ακίνητα, όταν είναι άδεια από παιδικές φωνές, άδεια από ζωή;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.