«Οφείλουμε να αφήσουμε την επικοινωνία της κατάθλιψης και καταστροφολογίας. Πρέπει πια να είμαστε αισιόδοξοι, με στόχο, αποφασισμένοι, να δίνουμε προοπτική. Το ΜΑΖΙ να είναι πράξη, να είναι ουσία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας κατάφεραν να συνδυάσουν νικηφόρα τον ριζοσπαστισμό της αριστεράς και την κυβερνητική παράδοση της δημοκρατικής παράταξης στην Ελλάδα.
Η Δημοκρατική παράταξη μιλούσε πάντα στο όνομα του λαού. Στάθηκε στην πρώτη γραμμή του αγώνα για δίκαιες αμοιβές για τους εργαζόμενους, για δικαιοσύνη, για δημοκρατία, για μεγαλύτερη ασφάλεια για τους πολίτες και τη χώρα, για άνοδο του βιοτικού επιπέδου για όλους. Έθεσε διαχωριστικές γραμμές στις διάφορες ελίτ που συγκέντρωναν πλούτο, που εμπόδιζαν τις παραγωγικές επενδύσεις, που προσκολλήθηκαν σε αδικαιολόγητα προνόμια. Κάθε φορά που υπαναχώρησαν από τις παραπάνω αρχές, τα κόμματα - εκφραστές της αφανίζονταν.
Για να πετύχουμε και πάλι πρέπει να ξαναορίσουμε τον πυρήνα της προσπάθειάς μας. Για να πετύχουμε ξανά πρέπει να αντιμετωπίσουμε και να απαντήσουμε σε ορισμένες θεμελιώδη προτεραιότητες που απαιτητικά βρίσκονται μπροστά μας.
Πρώτον, οφείλουμε να αλλάξουμε τους εαυτούς μας σε σχέση με ό,τι ξέραμε ώστε να αλλάξουμε την Παράταξη και να την ξαναφέρουμε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των πολιτών.
Δεύτερον, είναι ζωτικής σημασίας να εγκαταλείψουμε τη ρητορική του «ή αυτοί ή εμείς». Να απομακρυνθούμε από τον προσδιορισμό μέσω αντιθετικών πολωτικών πολιτικών και να καταρτίσουμε ένα δικό μας πολιτικό σχέδιο που θα οικοδομήσει εκ νέου τη χώρα. Για παράδειγμα, να επανεξετάσουμε και να μιλήσουμε για το νέο κόσμο της εργασίας, για την τεχνητή νοημοσύνη, για μια εκπαίδευση κι εργασία συνεχούς κινητικότητας και όχι στασιμότητας, με δικαιώματα για όλους, για τον ελεύθερο χρόνο των Ελλήνων.
Τρίτον, οφείλουμε να αφήσουμε την επικοινωνία της κατάθλιψης και καταστροφολογίας. Πρέπει πια να είμαστε αισιόδοξοι, με στόχο, αποφασισμένοι, να δίνουμε προοπτική. Το ΜΑΖΙ να είναι πράξη, να είναι ουσία.
Τέταρτον, ο στόχος της πολιτικής ανανέωσης. Αυτό θα πρέπει να στηρίζεται στην πίστη μας στους συμπολίτες και στη χώρα και όχι σε κάποια αυθεντία ή δήθεν ευφυία. Σε μια οικονομική πολιτική για την μείωση των ανισοτήτων. Σε μια νέα περιβαλλοντική αφήγηση για την βιωσιμότητα της οικονομίας και της κοινωνίας. Η κοινωνική πολιτική (παιδεία, υγεία, πρόνοια) πρέπει να αποτελεί διαρκής διεκδίκηση, όχι σύνθημα που θα περιγράφει αντιπολιτευτικά ένα κατεστραμμένο σύστημα πρόνοιας. Η αποστολή μας πρέπει να είναι η αναγέννηση της χώρας, αλλά αυτό ξεκινά από το τοπικό, από την περιφέρεια, από την ύπαιθρο, με την αποκέντρωση. Εμείς οφείλουμε να μιλήσουμε για την αναβίωση της Δημοκρατίας και να βρούμε τους τρόπους να επαναφέρουμε την ενεργό συμμετοχή του πολίτη τόσο στο κόμμα όσο και στην χώρα. Έτσι θα απαντήσουμε και στην τεράστια αποχή στις εκλογές.
Πέμπτον, χρειαζόμαστε να θέσουμε κάποιες μεγάλες στοχεύσεις για το ρόλο της Ελλάδας και των περιφερειών της στο άμεσο μέλλον. Όχι παράλογα και περίεργα πράγματα που προκαλούν αναξιοπιστία, αλλά αρκετά τολμηρά, ανάλογα με το μέγεθος των προκλήσεων.
Οι αγορές αλλά και τα μνημόνια απέτυχαν να προσφέρουν ανάπτυξη στη χώρα, δημόσια ή ιδιωτική ασφάλεια και σταθερότητα. Οι επιλογές της ΝΔ για επιτελικό κράτος και λιγότερο δημόσιο σημαίνουν λιγότερη ελευθερία, λιγότερα δικαιώματα και λιγότερες ευκαιρίες. Ο λαϊκισμός απέτυχε μπροστά στην ανάγκη ευδιάκριτων προοδευτικών πολιτικών.
Αυτή είναι η στιγμή για όλους μας, με προσήλωση στο μέλλον της Παράταξης και της χώρας, να θέσουμε τις προϋποθέσεις για τις πολιτικές πρώτα και στη συνέχεια για την ηγεσία που τόσο πολύ χρειάζεται και αξίζει η χώρα».
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας κατάφεραν να συνδυάσουν νικηφόρα τον ριζοσπαστισμό της αριστεράς και την κυβερνητική παράδοση της δημοκρατικής παράταξης στην Ελλάδα.
Η Δημοκρατική παράταξη μιλούσε πάντα στο όνομα του λαού. Στάθηκε στην πρώτη γραμμή του αγώνα για δίκαιες αμοιβές για τους εργαζόμενους, για δικαιοσύνη, για δημοκρατία, για μεγαλύτερη ασφάλεια για τους πολίτες και τη χώρα, για άνοδο του βιοτικού επιπέδου για όλους. Έθεσε διαχωριστικές γραμμές στις διάφορες ελίτ που συγκέντρωναν πλούτο, που εμπόδιζαν τις παραγωγικές επενδύσεις, που προσκολλήθηκαν σε αδικαιολόγητα προνόμια. Κάθε φορά που υπαναχώρησαν από τις παραπάνω αρχές, τα κόμματα - εκφραστές της αφανίζονταν.
Για να πετύχουμε και πάλι πρέπει να ξαναορίσουμε τον πυρήνα της προσπάθειάς μας. Για να πετύχουμε ξανά πρέπει να αντιμετωπίσουμε και να απαντήσουμε σε ορισμένες θεμελιώδη προτεραιότητες που απαιτητικά βρίσκονται μπροστά μας.
Πρώτον, οφείλουμε να αλλάξουμε τους εαυτούς μας σε σχέση με ό,τι ξέραμε ώστε να αλλάξουμε την Παράταξη και να την ξαναφέρουμε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των πολιτών.
Δεύτερον, είναι ζωτικής σημασίας να εγκαταλείψουμε τη ρητορική του «ή αυτοί ή εμείς». Να απομακρυνθούμε από τον προσδιορισμό μέσω αντιθετικών πολωτικών πολιτικών και να καταρτίσουμε ένα δικό μας πολιτικό σχέδιο που θα οικοδομήσει εκ νέου τη χώρα. Για παράδειγμα, να επανεξετάσουμε και να μιλήσουμε για το νέο κόσμο της εργασίας, για την τεχνητή νοημοσύνη, για μια εκπαίδευση κι εργασία συνεχούς κινητικότητας και όχι στασιμότητας, με δικαιώματα για όλους, για τον ελεύθερο χρόνο των Ελλήνων.
Τρίτον, οφείλουμε να αφήσουμε την επικοινωνία της κατάθλιψης και καταστροφολογίας. Πρέπει πια να είμαστε αισιόδοξοι, με στόχο, αποφασισμένοι, να δίνουμε προοπτική. Το ΜΑΖΙ να είναι πράξη, να είναι ουσία.
Τέταρτον, ο στόχος της πολιτικής ανανέωσης. Αυτό θα πρέπει να στηρίζεται στην πίστη μας στους συμπολίτες και στη χώρα και όχι σε κάποια αυθεντία ή δήθεν ευφυία. Σε μια οικονομική πολιτική για την μείωση των ανισοτήτων. Σε μια νέα περιβαλλοντική αφήγηση για την βιωσιμότητα της οικονομίας και της κοινωνίας. Η κοινωνική πολιτική (παιδεία, υγεία, πρόνοια) πρέπει να αποτελεί διαρκής διεκδίκηση, όχι σύνθημα που θα περιγράφει αντιπολιτευτικά ένα κατεστραμμένο σύστημα πρόνοιας. Η αποστολή μας πρέπει να είναι η αναγέννηση της χώρας, αλλά αυτό ξεκινά από το τοπικό, από την περιφέρεια, από την ύπαιθρο, με την αποκέντρωση. Εμείς οφείλουμε να μιλήσουμε για την αναβίωση της Δημοκρατίας και να βρούμε τους τρόπους να επαναφέρουμε την ενεργό συμμετοχή του πολίτη τόσο στο κόμμα όσο και στην χώρα. Έτσι θα απαντήσουμε και στην τεράστια αποχή στις εκλογές.
Πέμπτον, χρειαζόμαστε να θέσουμε κάποιες μεγάλες στοχεύσεις για το ρόλο της Ελλάδας και των περιφερειών της στο άμεσο μέλλον. Όχι παράλογα και περίεργα πράγματα που προκαλούν αναξιοπιστία, αλλά αρκετά τολμηρά, ανάλογα με το μέγεθος των προκλήσεων.
Οι αγορές αλλά και τα μνημόνια απέτυχαν να προσφέρουν ανάπτυξη στη χώρα, δημόσια ή ιδιωτική ασφάλεια και σταθερότητα. Οι επιλογές της ΝΔ για επιτελικό κράτος και λιγότερο δημόσιο σημαίνουν λιγότερη ελευθερία, λιγότερα δικαιώματα και λιγότερες ευκαιρίες. Ο λαϊκισμός απέτυχε μπροστά στην ανάγκη ευδιάκριτων προοδευτικών πολιτικών.
Αυτή είναι η στιγμή για όλους μας, με προσήλωση στο μέλλον της Παράταξης και της χώρας, να θέσουμε τις προϋποθέσεις για τις πολιτικές πρώτα και στη συνέχεια για την ηγεσία που τόσο πολύ χρειάζεται και αξίζει η χώρα».
Δημοσιεύθηκε την Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου στο ieidiseis.gr