-Έχω και ένα παλικάρι που τραγουδάει θες να τον ακούσεις; , είπε ο μάνατζερ
-Αυτόν εκεί; , ρώτησε ο μαγαζάτορας
-Ναι , απάντησε ο μάνατζερ
-Δεν ξέρω αν τον θέλω, ανταποκρίθηκε ο μαγαζάτορας
-Άκουσε τον και θα δεις, επέμενε ο μάνατζερ
-Θα πω το μια χαμένη Κυριακή και έριξε το σύνθημα στην ορχήστρα το παλικάρι
Και ο μαγαζάτορας έμεινε με το στόμα ανοιχτό. Το μαγαζί λεγόταν G.G. στη Βέροια και το παλικάρι έχει το όνομα Μάριος. Αυτή ήταν η αρχή του. Ή μάλλον από εδώ άρχισε η καταξίωση του.
Ο Μάριος Βεάνος έχει γράψει χιλιόμετρα στα νυχτερινά μαγαζιά της επαρχίας και δοξάστηκε όσο κανείς άλλος. Οι θαμώνες δεν σου έλεγαν το μαγαζί που θα πήγαιναν αν τους ρωτούσες. Σου έλεγαν: «Θα πάμε στον Μάριο». Και ο Μάριος γνώριζε καλά πώς να τους κάνει κοινωνούς του στους ναούς που βασίλευε!
Γνωρίζοντας ήδη ότι είναι γεννημένος για την πίστα και τους προβολείς έζησε το μεγαλείο των 80s και των 90s με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δυο ρούχα όλα και όλα στην Πάτρα, όμως το μεγαλείο του δεν ήταν στα ρούχα, ήταν στο χαρακτήρα του. Δεν δίστασε να βαφτεί και να στιγματιστεί στο μυαλό όλων. Το πρώτο αφεντικό στην Πάτρα αντί για μπράβους, είχε δυο λυκόσκυλα που μούγκριζαν σε όποιων δεν πλήρωνε! Τίποτα όμως δεν το φόβισε, άγνοια κινδύνου. Αρκεί να έβγαινε στη σκηνή και να τα έλεγε!
Κολύμπησε σε πεντοχίλιαρα, γραβάτες κάηκαν στα πόδια του, κόρνες για την πάρτη του. Σφήνωσε στα πιάτα και στα γαρύφαλλα στην πίστα. Μέχρι και οι πιστοί που ακολουθούσαν τον επιτάφιο άλλαξαν πορεία και ακολουθούσαν τον Μάριο. Υπερβολικό; Μπορεί ναι αλλά η εποχή είχε μια υπερβολή σε όλα. Αφέθηκε ο κόσμος στην υπερβολή!
Φάληρο, Διογένης, G.G., Μοκάμπο, Κέντια. Οι ναοί της διασκέδασης, τα αυθεντικά σκυλάδικα, με τον περίεργο τους χαρακτήρα. Δεν το είχε σε τίποτα να ανεβαίνει στο τραπέζι με το ντέφι και να τα κάνει όλα γιάμπα στο πέρασμα του. Ο κόσμος τον αγάπησε και ο ίδιος τους ανταπέδωσε στα μέγιστα. «Ο κόσμος είναι αυτός που σε φτιάχνει» όπως λέει ο ίδιος.
Είχε τους δικούς του όρους και όλα λειτουργούσαν όπως ήθελε ο ίδιος. Όλα περνούσαν από τον ίδιο με ασταμάτητες ώρες προβών. Πρόσεχε και την κάθε λεπτομέρεια στο μαγαζί που δούλευε, μέχρι και το αν άδειαζε το τασάκι ο σερβιτόρος στα τραπέζια. Το όνομα του ήταν πάντα πρώτο γιατί έτσι έπρεπε, δεν το διαπραγματευόταν, όσο και αν κάποιος πάλεψε να ανεβοκατεβάζει την συρταρωτή ταμπέλα και να του αλλάζει τη σειρά στη μαρκίζα.
Δισκογραφία μπορεί να μην έκανε, δεν συμφώνησε στους όρους που του επέβαλε η δισκογραφική, άλλωστε πώς να συμβιβαστείς στα δεδομένα της Αθήνας, όταν έχεις μάθει στο ελεύθερο πνεύμα της επαρχίας! Ποτέ όμως δεν είναι αργά για τίποτα!
Ο Μάριος Βεάνος κυρίαρχο πρόσωπο του βιβλίου «Αυτή η νύχτα μένει» που έγραψε ο Θάνος Αλεξανδρής και θρύλος της παραμεθορίου, έγινε φέτος τηλεοπτικός ήρωας στην ομώνυμη σειρά του Alpha. Φωνάρα, εντυπωσιακός και υπέρλαμπρος μέσα στις παγιέτες του τη δεκαετία του ’80 αποθεώνεται και γίνεται αντικείμενο πόθου του αντρικού πληθυσμού. Οι γυναίκες τον λατρεύουν, πούλμαν ναυλώνονται από χωριά για να θαυμάσουν το ξωτικό και ποδοσφαιριστές δίνουν ανοικτά μάχη για να τον εντυπωσιάσουν. Ο Αλμοδοβάρ θα τον επέλεγε για πρωταγωνιστή και στο στούντιο 54 ο Άντι Γουόρχολ, θα τον είχε σίγουρα αποθεώσει!
-Άκουσε τον και θα δεις, επέμενε ο μάνατζερ
-Θα πω το μια χαμένη Κυριακή και έριξε το σύνθημα στην ορχήστρα το παλικάρι
Και ο μαγαζάτορας έμεινε με το στόμα ανοιχτό. Το μαγαζί λεγόταν G.G. στη Βέροια και το παλικάρι έχει το όνομα Μάριος. Αυτή ήταν η αρχή του. Ή μάλλον από εδώ άρχισε η καταξίωση του.
Ο Μάριος Βεάνος έχει γράψει χιλιόμετρα στα νυχτερινά μαγαζιά της επαρχίας και δοξάστηκε όσο κανείς άλλος. Οι θαμώνες δεν σου έλεγαν το μαγαζί που θα πήγαιναν αν τους ρωτούσες. Σου έλεγαν: «Θα πάμε στον Μάριο». Και ο Μάριος γνώριζε καλά πώς να τους κάνει κοινωνούς του στους ναούς που βασίλευε!
17 ετών ξεκίνησε δειλά-δειλά από την Πάτρα δημιουργώντας μια περσόνα που την ζήλεψαν πολλοί. Αλμοδοβαρική μορφή που αγαπήθηκε όσο κανείς άλλος. Δεν μιμήθηκε κανέναν, έχτισε την περσόνα του από εικόνες που είχε στο μυαλό. Μελέτησε περιοδικά μόδας, μελέτησε την εμφάνιση του Boy George, του Λιμπεράτσε και του Έλτον Τζον.
Γνωρίζοντας ήδη ότι είναι γεννημένος για την πίστα και τους προβολείς έζησε το μεγαλείο των 80s και των 90s με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δυο ρούχα όλα και όλα στην Πάτρα, όμως το μεγαλείο του δεν ήταν στα ρούχα, ήταν στο χαρακτήρα του. Δεν δίστασε να βαφτεί και να στιγματιστεί στο μυαλό όλων. Το πρώτο αφεντικό στην Πάτρα αντί για μπράβους, είχε δυο λυκόσκυλα που μούγκριζαν σε όποιων δεν πλήρωνε! Τίποτα όμως δεν το φόβισε, άγνοια κινδύνου. Αρκεί να έβγαινε στη σκηνή και να τα έλεγε!
Πτολεμαϊδα, Βέροια, Τρίκαλα, Λάρισα. Όλος ο κάμπος στα πόδια του. Στα Τρίκαλα πρωτοεμφανίστηκε στα ΔΕΙΛΙΝΑ στην οδό Μεγαλοχωρίου το 1986 και αποτέλεσε τον σταρ της τότε εποχής ενώ στο τέλος της σαιζόν έφυγε για να συνεχίσει την επαγγελματική περιοδεία και επέστρεψε και πάλι στα Τρίκαλα το 1990 όπου έβγαλε την χειμερινή σαιζόν στην ΟΜΟΡΦΗ ΝΥΧΤΑ κέντρο διασκέδασης στην οδό Καλμπάκας στο Γκράντε σκυλάδικο της εποχής και αυθεντικό.
Έφερε τα shows στα μέρη μας. Υπερπαραγωγές, φώτα, προβολείς, παγιέτα και μέικ απ! Δεν ξένισε κανέναν όλο αυτό. Δημιούργησε ταραχή σε όλη την κοινωνική ζωή των Τρικάλων στους ανθρώπους της νύχτας Άλλωστε έθεσε τα όρια του από νωρίς και είχε τα στεγανά του. Έβγαινε να τραγουδήσει με δυο μέτρα ουρά στο ρούχο του. Τέλειωνε το τραγούδι και ακόμα η ουρά ακολουθούσε. Και όλα αυτά σε μια Ελλάδα ανέμελη, γεμάτη γέλια, αυθεντική και με κέφι!
Ελένη Ροδά, Βίκυ Μοσχολιού, Ρίτα Σακελλαρίου, Λίτσα Διαμάντη, Μαριώ, Πόπη Στεφάνου, Μαίρη Βάσσου και άλλες πολλές που τον σεβάστηκαν και τον αγάπησαν. Οι μεγάλες φωνές του λαϊκού τραγουδιού, του έδωσαν το χώρο και το χρόνο που του άρμοζε. Δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από αυτόν. Ακομπλεξάριστες. Άλλωστε οι γυναίκες ήταν το αγαπημένο του κοινό. Έφτασαν σε σημείο να τον συμβουλευόταν για τα καλλυντικά που ήθελαν.
Ελένη Ροδά, Βίκυ Μοσχολιού, Ρίτα Σακελλαρίου, Λίτσα Διαμάντη, Μαριώ, Πόπη Στεφάνου, Μαίρη Βάσσου και άλλες πολλές που τον σεβάστηκαν και τον αγάπησαν. Οι μεγάλες φωνές του λαϊκού τραγουδιού, του έδωσαν το χώρο και το χρόνο που του άρμοζε. Δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από αυτόν. Ακομπλεξάριστες. Άλλωστε οι γυναίκες ήταν το αγαπημένο του κοινό. Έφτασαν σε σημείο να τον συμβουλευόταν για τα καλλυντικά που ήθελαν.
Κολύμπησε σε πεντοχίλιαρα, γραβάτες κάηκαν στα πόδια του, κόρνες για την πάρτη του. Σφήνωσε στα πιάτα και στα γαρύφαλλα στην πίστα. Μέχρι και οι πιστοί που ακολουθούσαν τον επιτάφιο άλλαξαν πορεία και ακολουθούσαν τον Μάριο. Υπερβολικό; Μπορεί ναι αλλά η εποχή είχε μια υπερβολή σε όλα. Αφέθηκε ο κόσμος στην υπερβολή!
Φάληρο, Διογένης, G.G., Μοκάμπο, Κέντια. Οι ναοί της διασκέδασης, τα αυθεντικά σκυλάδικα, με τον περίεργο τους χαρακτήρα. Δεν το είχε σε τίποτα να ανεβαίνει στο τραπέζι με το ντέφι και να τα κάνει όλα γιάμπα στο πέρασμα του. Ο κόσμος τον αγάπησε και ο ίδιος τους ανταπέδωσε στα μέγιστα. «Ο κόσμος είναι αυτός που σε φτιάχνει» όπως λέει ο ίδιος.
Είχε τους δικούς του όρους και όλα λειτουργούσαν όπως ήθελε ο ίδιος. Όλα περνούσαν από τον ίδιο με ασταμάτητες ώρες προβών. Πρόσεχε και την κάθε λεπτομέρεια στο μαγαζί που δούλευε, μέχρι και το αν άδειαζε το τασάκι ο σερβιτόρος στα τραπέζια. Το όνομα του ήταν πάντα πρώτο γιατί έτσι έπρεπε, δεν το διαπραγματευόταν, όσο και αν κάποιος πάλεψε να ανεβοκατεβάζει την συρταρωτή ταμπέλα και να του αλλάζει τη σειρά στη μαρκίζα.
Δισκογραφία μπορεί να μην έκανε, δεν συμφώνησε στους όρους που του επέβαλε η δισκογραφική, άλλωστε πώς να συμβιβαστείς στα δεδομένα της Αθήνας, όταν έχεις μάθει στο ελεύθερο πνεύμα της επαρχίας! Ποτέ όμως δεν είναι αργά για τίποτα!
Ο Μάριος Βεάνος κυρίαρχο πρόσωπο του βιβλίου «Αυτή η νύχτα μένει» που έγραψε ο Θάνος Αλεξανδρής και θρύλος της παραμεθορίου, έγινε φέτος τηλεοπτικός ήρωας στην ομώνυμη σειρά του Alpha. Φωνάρα, εντυπωσιακός και υπέρλαμπρος μέσα στις παγιέτες του τη δεκαετία του ’80 αποθεώνεται και γίνεται αντικείμενο πόθου του αντρικού πληθυσμού. Οι γυναίκες τον λατρεύουν, πούλμαν ναυλώνονται από χωριά για να θαυμάσουν το ξωτικό και ποδοσφαιριστές δίνουν ανοικτά μάχη για να τον εντυπωσιάσουν. Ο Αλμοδοβάρ θα τον επέλεγε για πρωταγωνιστή και στο στούντιο 54 ο Άντι Γουόρχολ, θα τον είχε σίγουρα αποθεώσει!
Αμάν παλληκαρι......
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ δυνατό αφιέρωμα παιδιά. Μπράβο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜάριος λέγομαι και είμαι Βεροιάρα
ΑπάντησηΔιαγραφήΚόψτε κάτι....
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά ο επίλογος βγάζει μάτια !!! Δεν ήταν έτσι τα πράγματα.Υπήρχε αγριότητα και μπούλινγκ μέχρι εκεί που δεν παίρνει.Ο Αλεξανδρής έγραψε ότι έγραψε με τι δική του προσέγγιση και από τη δική του οπτική.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο τρίτο μέρος της ταινίας,όλα είναι δρόμος ,προσεγγίζει πολύ πιο ρεαλιστικά ,εκείνη την μούρλα.
Το θέμα είναι ,ότι ίσως να είναι ο μοναδικός που έγραψε για αυτή την εποχή ,εξ ου και η μεγάλη επιτυχία του βιβλίου του.
Πολλοί γνώστες της εποχής και εκείνων των καταστάσεων ,είτε αποσύρθηκαν ,είτε δεν είχαν τη δυνατότητα και τις γνώσεις για να αποτυπώσουν στο χαρτί τα όσα έζησαν ,είτε η καθημερινότητα ,η επιβίωση και η συντήρηση των οικογενειών που αργότερα έκαναν,τους απορρόφησαν.
Το θέμα είναι ,ότι έγινε ότι έγινε ,οι πρωταγωνιστές εκείνων των χρόνων μεγάλωσαν ,κάποιοι έφυγαν και από τη ζωή ,κάποιοι άλλοι καταστράφηκαν και οικογενειακά και οικονομικά και ... διηγώντας τα να κλαίς ...
Πάντως,ας μη μυθοποιούμε καταστάσεις.Τότε ,πολύς κόσμος λειτουργούσε σαν να μην υπάρχει αύριο και τα βρήκαμε όλα μπροστά μας.Χαίρομαι ειλικρινά ,που οι σημερινοί 20άρηδες-30άρηδες,σκέφτονται πιο προσγειωμένα και το κυριότερο,κατανοούν την αξία του χρήματος που έχουν στις τσέπες τους.
Τελικά η κρίση ,βοήθησε και σε κάτι.
ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΞΕΡΟΥΝ... "ΚΙ ΕΙΧΕ ΔΥΟ ΜΑΤΑΚΙΑ ΜΠΛΕ"
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπλε και πώς θα τα θυμάμαι
ΑπάντησηΔιαγραφή........
!!
Μπλε και πώς θα τα θυμάμαι.
ΑπάντησηΔιαγραφή