Quantcast

http://picasion.com/
http://picasion.com/
http://picasion.com/

Τσαλιγοπούλου: Έχω ενοχές για τα τραγούδια του Καλδάρα

Εγώ είχα τα τραγούδια για εραστές. Γενικά είμαι μια τραγουδίστρια που τα χώνει πάνω στη σκηνή. Όλη μου η αλήθεια είναι πάνω στη σκηνή

Συναντηθήκαμε με την Ελένη Τσαλιγοπούλου μακριά από το κέντρο, στο σπίτι της στους πρόποδες της Πάρνηθας. Ένα σπίτι μακριά από τον αστικό ιστό, που μια μικρή γεύση του θα κλέψετε από τις φωτογραφικές αποτυπώσεις του Παύλου Παρασκευά. 

Συναντηθήκαμε λίγο πριν κυκλοφορήσει ο δίσκος της με τα τραγούδια του Απόστολου Καλδάρα στα τέλη Ιανουαρίου από τη Minos EMI. Έναν δίσκο που, όπως θα πει, ήταν μέσα στα όνειρά της και το πραγματοποιεί τώρα που θέλει να λέει λαϊκά τραγούδια. Ένα σπίτι που είναι και στούντιο και που εκεί ηχογραφήθηκαν τα τραγούδια. 

Ξεκίνησαν από παρέα και σιγοτραγούδισμα δίπλα στο τζάκι, για να καταλήξουν στη μορφή που πρόκειται να φτάσουν στ’ αυτιά μας. Χαίρομαι πιο πολύ γιατί συνάντησα την Ελένη περισσότερο και λιγότερο την Τσαλιγοπούλου. Περισσότερο χαίρομαι που τη συνάντησα με μια διαδρομή πίσω της καλλιτεχνική και προσωπική για να χορτάσω αφήγηση. Και περισσότερο χαίρομαι που τη συνάντησα χωρίς φόβους, με χαμόγελο και με το βλέμμα στραμμένο στο φως. 

Η Ελένη Τσαλιγοπούλου ξέρει να κοιτάει πίσω, να μιλάει το τώρα και να σχεδιάζει το μέλλον. Και ξέρει να γεφυρώνει με τις λέξεις το μέσα της με αυτούς που απευθύνεται. Ανατρίχιαζα που καθώς μου μιλούσε αναγνώριζα τη χροιά που ντύνει μερικά από τα αγαπημένα μου τραγούδια και ένιωθα ανακουφισμένος που ο Παύλος ήταν εκεί για να αποτυπώσει τη στιγμή και να φροντίσει τη μνήμη. Αυτή είναι η Ελένη Τσαλιγοπούλου.


Βγαίνει ο δίσκος σου με τίτλο «Ο δικός μου Απόστολος Καλδάρας». Πες μου γι’ αυτά τα τραγούδια.


Στη αρχή του 1990 γνώρισα τον Κώστα Καλδάρα. Είχαμε κάνει και έναν δίσκο, τους «Καθρέφτες». Μέσα από αυτή τη σχέση αγάπησα πολύ και τον πατέρα του. Τον άνθρωπο, τις συνήθειές του. Από την κυρία Λούλα, από την εγγονή του τη Μαιρούλα. Αυτός ήταν πάντα ένας λόγος που τον αισθάνομαι συγγενή μου. Και πριν γνωρίσω τον Κώστα τον αγαπούσα, γιατί μου άρεσε λίγο περισσότερο να πηγαίνω προς ανατολάς εκείνα τα χρόνια. 

Μου άρεσε πολύ η Ανατολή του Απόστολου Καλδάρα. Γιατί έγραφε επηρεασμένος από μουσικούς δρόμους που δεν ήταν οι απλοί, από τους δημοτικούς δρόμους, από τη Σμύρνη και τους μεγάλους αυτούς συνθέτες. Του άρεσε η Ανατολή. Η Ινδία. Ήταν ένας εξαιρετικός δάσκαλος. Ωραίος παίχτης, με ωραία σκέψη. Είναι ένας από τους συνθέτες που έχει τρεις περιόδους. 

Την πρώτη που γράφει ρεμπέτικα, υπάρχει η εποχή του 1950-60 που είναι τα μεγάλα λαϊκά που έγραψε με λόγια σπουδαίων στιχουργών, και κάποια στιγμή τού συμβαίνει κάτι στη ζωή του σκληρό, κλείνεται, αφήνει τα μαγαζιά και γράφει την έντεχνη λαϊκή μουσική. Αυτό δείχνει έναν συνθέτη που μεταπήδησε. Από τους λίγους αυτής τη γενιάς που έφυγε από το λαϊκότροπο και πήγε στην έντεχνη γραφή. Ξέφυγε από τον κλασικό τρόπο της εποχής και έκανε κάτι μοναδικό.

Γι’ αυτό και αυτός ο τίτλος;

Ναι. Έχω μπει πολύ βαθιά μέσα στο υλικό του. Και πάλι δεν νομίζω ότι έχω καταφέρει πολλά. Είμαι γεμάτη ενοχές για τα τραγούδια που άφησα πίσω. Το πήρα απόφαση όμως και είπα θα κάνουμε αυτό που μπορούμε να κάνουμε με τους συγκεκριμένους μουσικούς. Ο Μανώλης Πάππος δεν παίζει απλά μπουζούκι, έχει φοβερές ιδέες και αγαπάει και αυτός το υλικό του Καλδάρα. 

Ο Φώτης Σιώτας είναι ένας μουσικός που δένει δυο και τρεις σχολές μαζί και ο Σπύρος Χατζηκωνσταντίνου ο άνθρωπος που με βοηθάει να κάνω πράξη αυτό το όνειρο του ήχου που έχω στο κεφάλι μου και ανοίγει τους ορίζοντές μου. Όλοι αυτοί που βρεθήκαμε εδώ, δίπλα σε αυτό το τζάκι και δουλέψαμε αυτά τα τραγούδια. Ο Άγης Παπαπαναγιώτου, που ανήκει στη νεότερη γενιά των λαϊκών μουσικών, μου άνοιξε την όρεξη ξανά να καταπιαστώ με το πιο λαϊκότροπο. Θέλω να τραγουδήσω λαϊκά τραγούδια τώρα.

Δεν ήθελες πάντα;

Δεν μπόρεσα να βρω έναν τρόπο να μου αρέσουν τα λαϊκά τραγούδια τότε. Τα σύγχρονα λαϊκά τραγούδια. Νομίζω είμαι η μοναδική λαϊκή τραγουδίστρια που δεν έχει τραγουδήσει λαϊκό ρεπερτόριο. Το λαϊκό μου τραγούδι είναι μόνο του Χρήστου Νικολόπουλου των «Αγγέλων τα μπουζούκια» και το «Δεν μας συγχωρώ» του Πορτοκάλογλου που δεν ήταν ζεϊμπέκικο και το έκανε ο Ανδρέου. 

Δεν μπορούσα να συγκρίνω τα σύγχρονα τραγούδια της δεκαετίας του 1990 και του 2000 με κανένα από τα παλιότερα λαϊκά τραγούδια. Οπότε πήγα ή προς την έθνικ μαζί με τον Ανδρέου ή προς την ποπ. Έτσι κι αλλιώς η παράδοση χτυπάει μέσα μου. Αν μου έλεγες τι είσαι, λαϊκή ή παραδοσιακή τραγουδίστρια, μάλλον θα σου έλεγα παραδοσιακή.


Πάντα έβαζες λαϊκά στα live σου όμως. Σωστά;

Είμαι 60 χρόνων. Έχω τραγουδήσει την άμμο της θάλασσας, έχω ένα ζηλευτό ρεπερτόριο. Τραγούδια διαχρονικά, και αυτή τη στιγμή, όσο έχω φωνή, θέλω να τραγουδήσω κάποια πράγματα που τα έχω άχτι. Ένα τέτοιο άχτι ήταν ο Καλδάρας. Ένα άλλο άχτι είναι να κάνω έναν δίσκο που να αφορά την παράδοση. Ένα άλλο είναι ο Γιάννης Σπανός. Έχω κάποια πρότζεκτ στο κεφάλι μου που είναι όνειρα. Ήρθε η ώρα τους. 

Επειδή έτσι κι αλλιώς η δισκογραφία έχει αλλάξει. Είναι μια μεταβατική περίοδος. Δεν υπάρχει δηλαδή περίπτωση να κάνουμε επιτυχία μέσω της δισκογραφίας. Ακόμα και για τα ονόματα που είναι hot τώρα. Κυρίως οι εμφανίσεις και τα ΜΜΕ είναι αυτά τα οποία δηλώνουν την επιτυχία. Όχι ο δίσκος. 

Όχι τα τραγούδια του δίσκου. Υπάρχει μόνο το φανατικό κοινό του καλλιτέχνη που θα πάρει τον δίσκο και θα τον ξετινάξει, θα τον αγαπήσει και θα ακολουθήσει τον ήρωά του στα live. Το live εξακολουθεί να είναι, ειδικά αυτό το διάστημα, ο πιο σημαντικός τρόπος για να μιλήσεις στο κοινό σου.

Ποια ήταν η διαδικασία αυτού του δίσκου;

Βρίσκαμε τα τραγούδια εδώ, τον τρόπο, τις σκέψεις. Μετά φωνάζαμε τον Γιώργο Ανδρέου, γιατί από κάτω είναι ακριβώς το στούντιο, και γράφαμε σχεδόν όλοι μαζί την ιδέα που είχαμε όλοι μαζί. Όλο το σπίτι, ένα στούντιο. Αυτό που κατάφερα όλα αυτά τα χρόνια που τραγουδάω είναι να έχω αυτό το σπίτι και να έχω αυτό το στούντιο μαζί με τον Γιώργο Ανδρέου. Οι σχέσεις μας είναι εξαιρετικές, είμαστε συνεργάτες και καλοί φίλοι. Ένιωσα μια ελευθερία από όταν απέκτησα αυτό το στούντιο. Οποιαδήποτε στιγμή μπορώ και έχω διάθεση μπορώ να τραγουδήσω.

Το κάνεις συχνά;

Οταν κάνω στούντιο. Όταν ψάχνω. Γιατί, κάνω στούντιο σημαίνει ψάχνω να βρω έναν τρόπο. Ένα αίσθημα. Αυτά τα τραγούδια είναι αυτά τα τρίλεπτα αισθήματα. Είναι μικρές ταινιούλες. Μικρά αριστουργήματα. Έτσι είναι το τραγούδι. Πρέπει να βρεις τον τρόπο που θα το πεις.


Αν γυρίσεις πίσω τον χρόνο, ποιοι είναι οι βασικοί σταθμοί σου;

Ολοι οι άνθρωποι που μου δώσανε τραγούδια. Ο Ζήκας, ο Καλδάρας, ο Ανδρέου, ο Λειβαδάς, ο Ζούδιαρης, ο Πορτοκάλογλου. Μετά ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Ξαρχάκος, ο Μαρκόπουλος. Η Νάουσα και το παραδοσιακό τραγούδι, και βεβαίως ο Γιώργος Νταλάρας και η Δήμητρα Γαλάνη. Με αυτούς τους ανθρώπους έκανα σημαντικά και διαφορετικά πράγματα. 

Με τον Νταλάρα γύρισα όλο τον κόσμο για μια δεκαετία. Και ο Καλδάρας είναι κοινή μας αγάπη με τον Νταλάρα. Με τη Δήμητρα ανακαλύψαμε πώς γίνεται το λαϊκό τραγούδι μακριά από την αίσθηση της πίστας και με τον Νίκο εκείνα τα χρόνια καταφέραμε να κάνουμε μια μπάντα που έκανε πολλές παραστάσεις. Και τα τραγούδια που μου έδωσε. Το «Δεν μας συγχωρώ», το «Χίλιες σιωπές». Τραγούδια γέφυρες. Ο Λειβαδάς είναι ένα ολόκληρο κομμάτι στη δισκογραφία μου.

Η νύχτα, τα ξενύχτια σε παίδεψαν;

Η νύχτα έχει τη φθορά. Η δική μου η γενιά τη βίωσε αυτή τη φθορά. Εγώ ξεκίνησα να τραγουδάω το 1985, οπότε ήμουν ακριβώς εκείνη τη χρονιά που είχε βγει ο υπουργός και είχε πει μέχρι τις 3 στα μαγαζιά. Το 1986-87 ήρθα στην Αθήνα και δεν μπήκα στη βαριά νύχτα και στο ξενύχτι. Πολύ γρήγορα διαμορφώθηκε αυτό που λέμε η έντεχνη γενιά και οι μουσικές σκηνές. Δεν θα ξεχάσω ότι στις εταιρίες κανείς δεν μου είχε πει τι να κάνω και πάντα περίμεναν από εμάς το υλικό και ήταν χαρούμενοι που υπήρχε μια τέτοια μεγάλη παρέα με νέους ανθρώπους που είχαν να πουν κάτι. Περίμεναν και πανηγύριζαν το αποτέλεσμά μας.

Ως γυναίκα, λοιπόν, δεν έχεις δυσκολευτεί όλα αυτά τα χρόνια;

Ως γυναίκα απλά με όλα αυτά ξέχασα πώς να είμαι μάνα, ξέχασα πώς να είμαι γυναίκα. Αυτό κυρίως. Γιατί εκείνα τα χρόνια από το 1990 μέχρι το 2005 δουλεύαμε. Live χειμώνα-καλοκαίρι. Η σεζόν ξεκινούσε Νοέμβριο και τελείωνε Μάιο. Πολλή δουλειά. Η φθορά ήταν τρομακτική. Όσο περνούσαν τα χρόνια και σταματούσε η δισκογραφία, η φθορά ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Ήρθε η κρίση και έβαλε σε μια πιο λογική κατάσταση τη νύχτα. Πουθενά στον κόσμο δεν υπήρχε αυτό με το live κάθε μέρα. Πουθενά.

Η περίοδος αυτή της τόσο εντατικοποιημένης δουλειάς σού άφησε ενοχές και τύψεις;

Εννοείται. Χρειάστηκε να κάνω ανάλυση. Κόντεψα να χάσω το παιδί μου, έχασα τη σχέση μου. Δεν ήταν καθόλου εύκολο. Δεν είχα χρόνο να σκεφτώ. Ξεχνάς ένα κομμάτι σου. Που είναι το ανθρώπινο κομμάτι. Κάποια στιγμή είπα φτάνει. Τέρμα το τηλέφωνο. Να, δεν χτυπάει το τηλέφωνο. Τέρμα. Έχω τη δική μου ζωή. 

Τον δικό μου τρόπο. Και τα έφερα όλα. Γίνεται και αλλιώς. Αλλά είναι και αυτό που λέμε η ηλικία των 40. Κάτι γίνεται εκεί και για τους άντρες και για τις γυναίκες. Είναι τυραννία μέχρι να φτάσεις εκεί. Γιατί δεν ξέρεις πώς. Είναι οι γονείς, ο στενός κύκλος, τι είναι πρέπει, τι είναι θέλω. Όλα αυτά στο κεφάλι μας και στην καρδιά αποκτούν άλλες διαστάσεις. Μέχρι να ξεπεράσουμε τα πρέπει και να βρούμε το δικό μας θέλω, περνάει ο χρόνος.


Ανταγωνισμό έχεις νιώσει;

Δεν νομίζω. Αισθάνομαι καλά με όλους όσους έχω συναντήσει και συνεργαστεί. Η συνεργασία για μένα σημαίνει πολλά. Και μου έχει λείψει κιόλας. Κάναμε αυτή τη συναυλία με τη Γαλάνη και τη Νέγκα στο Ηρώδειο και μου είχε λείψει το μοίρασμα. Έτσι όπως έχουν γίνει τα πράγματα και επειδή εγώ πια διαλέγω και τους μικρούς χώρους, δεν είναι εύκολο να έχω συνεργάτη. Θέλω όμως. 

Δεν μπορώ όμως εγώ να πάω στους μεγάλους χώρους πια μόνη μου. Μόνη της θα πάει η Μποφίλιου. Αυτό το κορίτσι που είναι τώρα hot και γεμίζει τους χώρους. Για μένα δεν είναι τόσο εύκολο. Τουλάχιστον έτσι νομίζω. Οι μεγάλοι χώροι, που το έχω κάνει πολλά χρόνια, είναι καλοί γιατί ταΐζουν το κομμάτι της αυταρέσκειας και είναι ωραίο να θεωρείς πως είσαι κι εσύ ένα πρόσωπο που έχεις αυτή την απήχηση. 

Μιλάς στη γενιά σου. Αφήνεις το στίγμα σου και είναι σημαντικό, δεν λέω. Και πιστεύω πως είμαστε οι τελευταίοι των Μοϊκανών μαζί με τους τωρινούς σαραντάρηδες που αφήνουμε στίγμα. Φοβάμαι πολύ για το πώς θα το κάνουν οι νεότεροι. Αναρωτιέμαι. Ακούς στα ραδιόφωνα όλο το ρεπερτόριό μας μέχρι το 2010. Όλα τα άλλα είναι αλατοπίπερο. Με εξαιρέσεις, φυσικά, εκείνους που έχουν όντως δημιουργήσει ένα καλό ρεπερτόριο.

Στη νέα γενιά καλλιτεχνών βλέπεις ωραία πράγματα;

Εννοείται πως υπάρχουν απλά δεν είναι καθόλου εύκολο πια να βγουν στο φως. Και πολλοί ταλαντούχοι μουσικοί αναρωτιούνται για ποιο λόγο να το κάνουν. Μιλάω με φίλους μου καλούς μουσικούς παραγωγούς και προσπαθούν να εντάξουν και άλλα πράγματα σημερινά και να τα κάνουν γνωστά. Γιατί με τις λίστες τα τελευταία χρόνια στο ραδιόφωνο είναι ακόμα πιο δύσκολα. Χρειάζονται όμως τραγούδια. 

Πόσα χρόνια θα παίζουν ακόμα τραγούδια από το 60 μέχρι το 2010; Θα πρέπει να μπούμε και στις άλλες γενιές. Να πάμε τώρα σε αυτά τα ταλαντούχα παιδιά που είναι 25 χρονών που ξέρουν καλά το λαϊκό τραγούδι. Τα παιδιά της κρίσης που λέω εγώ. Που δεν είχαν λεφτά και μαζεύονταν στις πιλοτές και μάθαιναν όργανα. Τα μουσικά σχολεία κάναν θαύματα. Υπάρχει η hip hop με το καλό και το κακό της. Και υπάρχουν και τα παιδιά που ξέρουν να παίζουν τα όργανα στα χέρια τους και κάνουν θαύματα. 

Έχουμε καταπληκτικές φωνές, νέες, που τραγουδάν 100 φορές καλύτερα από εμάς. Που έχουν λιώσει μέσα στα ρεμπετάδικα και τα μικρά μαγαζιά. Κλείνουν οι μεγάλοι χώροι ως 500 άτομα και ανοίγουν συνεχώς μικροί ως 150. Αλλάζει όλη η κατάσταση. Ο κόσμος θέλει να διασκεδάσει με κάτι που αισθάνεται μια σιγουριά. Δεν αισθάνεσαι μια σιγουριά μέσα στα μικρά μαγαζιά όταν ακούς να τραγουδάνε όλα αυτά τα παιδιά; Δεν αισθάνεσαι ήσυχος; Κάτι πάει σωστά. Ακούνε και τα νέα παιδιά σήμερα τη Νίνου, τη Γεωργακοπούλου, τον Τσιτσάνη, τον Καλδάρα και τον Τούντα. Αυτό για μένα είναι σπουδαίο.

Έκανες πολλές επιτυχίες και πρόλαβες και την εποχή των πολλών πωλήσεων. Υπήρξε εποχή που καβάλησες που λένε από όλη αυτή την επιτυχία;

Επειδή είμαι Ναουσαία και έχω αυτό το σύνδρομο του τι θα πει ο κόσμος, αυτό το επαρχιώτικο, και όσο ήμουν νέα αλλά και γενικά δεν έχω καβαλήσει ποτέ το καλάμι. Ποτέ όμως. Ήμουν πάντα πολύ προσεκτική. Γιατί δεν γούσταρα ποτέ τους ανθρώπους που έχουν καβαλήσει τα καλάμια. Δεν μου άρεσε καθόλου αυτό. Και η δική μου η γενιά δεν ήταν σαν την προηγούμενη. 

Δεν υπήρχε ντίβα ρε παιδί μου. Η τελευταία ντίβα που ξέρω εγώ είναι η Άννα Βίσση. Αυτές ήταν ντίβες. Ακόμα και η Χαρούλα δεν ήταν ποτέ ντίβα. Η Δημητρούλα, η Τάνια; Δεν ήταν καθόλου. Εγώ με αυτές έκανα παρέα. Και στη δική μου γενιά ποια να ήταν ντίβα; Η Μελίνα Κανά; Εμείς ήμασταν αλλιώς. Άλλη φάση. Ήμασταν σεβαστικοί απέναντι στους παλαιότερους και κάτι μας κράταγε στη γη. Χαιρόμασταν με αυτό που κάναμε φυσικά αλλά δεν καβαλούσαμε καλάμια.


Τραγούδησες πολύ τον έρωτα. Αλήθεια ο έρωτας σε πήρε και σε σήκωσε όπως μαρτυρούν τα τραγούδια σου;

Όχι (γελάει). Σε λογικά επίπεδα. Γιατί ήμουν πάρα πολύ μέσα στο τραγούδι. Εγώ είχα τα τραγούδια για εραστές. Και μ' αγαπούσανε. Υπήρχε αυτό το υποκατάστατο. Γενικά είμαι μια τραγουδίστρια που τα χώνει πάνω στη σκηνή. Όλη μου η αλήθεια είναι πάνω στη σκηνή. Αυτό οι περισσότεροι το κατανοούν, το αγαπούν, το θέλουν. Δεν έχω πέσει στα πατώματα λοιπόν για τον έρωτα όσο θα ήθελα. Δεν υπήρχε χρόνος. Και μετά έγινε η Τσαλιγοπούλου. Μετά ήταν αργά.

Το εμπόδιο ήταν η Τσαλιγοπούλου;

Ποτέ δεν ήρθε ένας άντρας να μου πει «Ρε παιδάκι μου τι γυναικάρα είσαι εσύ; σε γουστάρω». Ερχόντουσαν οι γυναίκες και μου λέγανε πως ο άντρας τους είναι πολύ ερωτευμένος μαζί μου. Η αλήθεια είναι πως εγώ είχα πάντα μεγάλες σχέσεις. Σχέσεις αγάπης. Όλους τους ανθρώπους που έζησα μαζί, τους αγαπώ και με αγαπούν ακόμα. Είναι ακόμα μέσα στην καθημερινότητά μου. Έχει ενδιαφέρον αυτό που τα κατάφερα. Αλλά δεν είχα χρόνο για αυτά.

Έχεις μετανιώσει;

Λίγο. Τόσο δα. Αλλά τότε δεν το διάλεγα. Διάλεγα μάλλον τη μεγαλύτερη αγάπη από όλες. Τη ζωή μέσα από το τραγούδι. Οι άνθρωποι μέσα από το τραγούδι.

Το τέλος του τραγουδιού για σένα το σκέφτεσαι;

Είναι πολύ κοντά αυτό. Όσο έχω φωνή θα τραγουδάω. Θεωρώ πως περίπου μια δεκαετία ακόμα θα μπορέσω να τραγουδήσω όπως θέλω. Μετά θα προσπαθήσω να βρω μια διέξοδο κοντά στη μουσική. Έχω ένα όνειρο. Έχω αυτό το στούντιο και θα ήθελα να μπορώ να βοηθάω τα παιδιά να γράφουν, να τους βοηθάω με την εμπειρία μου. Γιατί για να ασχοληθούν με τη μουσική θα πρέπει πραγματικά να το θέλουν. Γιατί είναι μια ολόκληρη ζωή. Δεν έχεις χρόνο για περιττά. Είσαι εκεί μόνο. Αυτό θα κάνω σε όσους έχουν τα αρχίδια να αφιερώσουν όλη τους τη ζωή. Όποιοι θέλουν, εγώ είμαι εδώ.

Για αυτό δεν σε φοβίζει;

Ναι, γιατί είμαι χορτάτη.

Τι δυσαρεστεί και τι ευχαριστεί την Ελένη;

Κυρίως πράγματα που με δυσαρεστούν βλέπω, απλά είμαι αισιόδοξος άνθρωπος. Και πάντα δίνω λίγο χρόνο στο να γίνει μια διορθωτική κίνηση. Ζούμε σε μια μεταβατική κοινωνία, όπως είναι και με τη δισκογραφία. Θέλω να πληρωθεί η δουλειά του συνθέτη και του στιχουργού και ολονών. Γιατί αυτό είναι από τις μεγαλύτερες αδικίες που συμβαίνουν. 

Υπάρχουν όλες αυτές οι πλατφόρμες και καμιά από αυτές τις πλατφόρμες δεν δίνουν αυτό που πρέπει. Τη στιγμή που στην Ελλάδα δεν είναι δυνατόν να επιβιώσει κανείς μόνο κάνοντας δίσκους. Πρέπει να κάνει live. Πόσα να κάνεις; Έχει αλλάξει όλο το καθεστώς και με τα Live. Kαι ευτυχώς από την άλλη. Ο διάλογος με ευχαριστεί. Οι νέοι άνθρωποι και τα θέλω τους. Αυτή η ωραία άγνοια κινδύνου που βλέπω. Το ταλέντο γύρω μου. Οι φίλοι μου. Το καλό κρασί και το καλό φαγητό.

Γιατί ζεις τόσο μακριά από το κέντρο;

Δεν μου αρέσει αυτή η πόλη. Χάνει το δίκιο της αυτή η πόλη. Από τη δεκαετία του '80 που ήρθα χάνει το δίκιο της. Είναι μια πανέμορφη πόλη, αλλά γίνονται πάντα πράγματα που την κάνουν να είναι πολύ σκληρή. Είμαι γεννημένη στη Νάουσα. Έκανα μια προσπάθεια να μείνω στο κέντρο της Αθήνας όταν πρωτοήρθα, αλλά δεν τα κατάφερα. 

Δεν μπορούσα ν’ ακούσω τον εαυτό μου από τον θόρυβο και την κίνηση. Όταν ήρθα σε αυτό το σπίτι κατάλαβα ότι θα είναι η πατρίδα μου. Να ακούω τα πουλιά και τη φύση κι ας το πληρώνω ακριβά. Γιατί το να μένεις σε ένα τέτοιο σπίτι έχει ένα αντίτιμο. Μακριά και πανάκριβα πια όλα, η ενέργεια και η θέρμανση. Αλλά δεν το αλλάζω με τίποτα.

Τι έχεις ετοιμάσει για φέτος;

Μια μπαντάρα αδιανόητη, μπάσο τύμπανα και ηλεκτρική κιθάρα κρατώντας τη δύση μέσα από αυτά τα όργανα και μετά βγάζω το άχτι μου γιατί έχω κανονάκι, ούτι και βιολί. Είναι όλοι σπουδαίοι. Με ενδιαφέρει να κάνω μπάντες. Ορχήστρες. Δεν είναι εύκολο να είσαι επί σκηνής με τόσα άτομα. Κοστίζει πια πολύ. Αλλά χαλάλι τους. 

Συνέντευξη στον Χρήστο Τζίφα
Φωτογραφίες για την ΑΥΓΗ: Παύλος Παρασκευάς

1 σχόλιο:

Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ