Γράφει ο Γιάννης Κων/νου Τσιαμήτρος
Παραθέτω τις σκέψεις μου, όχι με τη ματιά του βιβλιοκριτικού & βιβλιοπαρουσιαστή, αλλά με αυτήν του Βεροιώτη πολίτη, του φίλου και παλιού συμμαθητή, του Γεράσιμου Καλιγά. Χωρίς αυτόν δεν θα διαβάζαμε αυτό το βιβλίο! Ο Γεράσιμος είναι ο εκδότης του, καθώς και ο ανιψιός του συγγραφέα. Τον ευχαριστούμε πολύ!
Πάντοτε με ενδιέφερε αυτό το θέμα για εκείνα τα σκληρά χρόνια, τόσο, γιατί δεν τα έζησα, όσο και, γιατί πρωτοείδα το φως της ζωής σε ένα από τα κράτη του Σοσιαλιστικού Μπλοκ (‘Παραπέτασμα’ λεγόταν τότε) από γονείς που βρέθηκαν εκεί - παρά τη θέληση τους - αμέσως μετά την υποχρεωτική και δυσάρεστη για αυτούς φυγή το 1949. Έτυχε, λοιπόν, να αποκτήσω, ως ‘παιδική ασθένεια’, αρνητικές προσλαμβάνουσες σχετικά με την μια όψη του νομίσματος, το οποίο νόμισμα, όπως αποδείχθηκε, έχει τελικά πανομοιότυπες και τις δυο όψεις του, γεμάτες αίμα, μίσος και απέχθεια. Βέβαια, με τα χρόνια αυτή η αρνητική μου στάση είχε ‘καταλαγιάσει’· η στάση μάλιστα του συγγραφέα (του βιβλίου) για τη ζωή και τον κόσμο με βοήθησε ώστε η αρνητικότητά μου να κατευναστεί κι άλλο.
Ο μακαρίτης συγγραφέας, Νίκος Καλιγάς, ο οποίος έζησε αυτά τα γεγονότα, μας φωτίζει καθαρά τον δρόμο να δούμε εκείνη την σκοτεινή εποχή, παραθέτοντας πλήθος πολύτιμων ιστορικών πληροφοριών και όχι μόνο! Ο λόγος του είναι απλός, ειλικρινής, άμεσος, ‘ντόμπρος’, ομόθυμος, σώφρων, ειρηνικός· με εντυπωσίασε ακόμα η διττή του συγγραφική του έκφραση: Άλλοτε γράφει σαν ένα παιδί με αφέλεια & άγνοια και άλλοτε σαν ένας ώριμος άντρας. Ένα παιδί που ‘ωρίμασε’ γρήγορα μέσα σε αυτά τα δύσκολα χρόνια! Και μας πείθει!
Έχει το έμφυτο χάρισμα να βλέπει τον κόσμο με ανοικτό μυαλό, χωρίς εμπάθεια και ιδιαίτερα χωρίς να φορά γαλανά, κόκκινα, πράσινα’ κ.ά. γυαλιά. Εξαντλεί το πάθος του στο να υμνεί την Ειρήνη, την Τιμιότητα, την Εργασία, την Προκοπή και την Δίψα για νοικοκυρεμένη, ήρεμη και άνετη Ζωή, στοιχεία που βλέπουμε στους Μικρασιάτες (Μικρασιάτης όντας αυτός), αυτούς τους χαρισματικούς Έλληνες (καλλιεργημένοι, φιλόσοφοι, λόγιοι, άρχοντες, έμποροι κ.ά.) από την αρχαιότητα ακόμα.
Είναι θαρραλέος και ακριβοδίκαιος: Δεν χαρίζεται σε κανένα: στους προερχόμενους από όλες τις πολιτικές & κοινωνικές τάξεις, στους προκαλέσαντες κακό και αδικία, με μίσος, με ατομικό συμφέρον, με απληστία για χρήμα, με σκληρότητα και με εγκληματικότητα και πάνω από όλα στους έχοντες ηγετικό ρόλο και τα προηγούμενα χαρακτηριστικά: Γερμανούς, ΕΑΜ, Ο.Π.Λ.Α., Πουλικούς, Ρουμανίζοντες, Εθνικόφρονες, Αστυνομοκράτες, Άρχοντες κ.ά. Γενικά απεχθάνεται τους πολιτικά εμπαθείς και τους δήθεν (σ.σ.) ‘προστάτες’, ‘ηγεμονίσκους’ ‘εθνοσωτήρες’, ‘λαοκράτες’, ‘ειρηνοποιούς’, ‘πολεμοκάπηλους’, ‘αργυρώνητους’ κ.ά., όπως γράφει.
Άξιον προσοχής στο βιβλίο είναι ότι ο συγγραφέας ταυτίζεται με τον ‘καθημερινό άνθρωπο’ της Βέροιας, που έζησε και μετείχε στα γεγονότα (πείνα, κρύο, φτώχεια, δυστυχία, πόνος αγριότητα, θάνατος, βασανισμός, ανεργία κ.ά.)· την αλήθεια γράφει και πείθει! Μέσα στη ενδιαφέρουσα διήγησή του παρεμβάλλει πολλά, επίσης ενδιαφέροντα, λαογραφικά στοιχεία εκείνης της εποχής, στοιχεία άγνωστα για τους σύγχρονους ανθρώπους: γεωργία στον Βάλτο, άσχημες συνθήκες εργασίας σε επαγγέλματα όπως: καλιγάς (ενν. πεταλωτής), τυροκόμος, εργάτης σε λαδόμυλους, πώς βγαίνει το σουσαμέλαιο, το ταχίνι, το βαμβάκι, πώς γνέθεται το μαλλί, πώς γινόταν η συγκοινωνία, ποιά ήταν η τότε ενδυμασία των ανθρώπων, τα ήθη, τα έθιμα τους, οι γιορτές, τί έτρωγαν (αν έτρωγαν), πώς έγινε η υποτίμηση της δραχμής, ο πληθωρισμός, για τους μπεκρήδες και για άλλα πολλά!
Αξιοσημείωτο και προπαντός αδιαμφισβήτητο αποδεικτικό στοιχείο των τότε ιστορικών γεγονότων είναι, τόσο οι ακριβείς περιγραφές ιστοριών με ονόματα, όσο και ο ευχάριστος και αποκαλυπτικός εμπλουτισμός του βιβλίου με φωτογραφίες, έγγραφα, αποκόμματα εφημερίδων, προκηρύξεις κ.ά. εκείνης της εποχής. Πολλά από αυτά έχουν αντληθεί από τα Γ.Α.Κ. της Ημαθίας, εκεί που τα δώρισε ο τότε ακούραστος συλλέκτης, Μιχάλης Αβραμίδης (κουρέας στο επάγγελμα).
Σε ολόκληρο το βιβλίο μάλιστα ‘καταδικάζει’ με τον δικό του ήπιο τρόπο τον ρόλο των ‘Μεγάλων’: τους ‘αμακατζήδες’ και τους ανέντιμους ‘ηγετίσκους’ από όλες τις πολιτικές πλευρές (δεξιούς, κεντρώους, αριστερούς), που κατόρθωσαν/ώνουν να επιβιώνουν εις βάρος του κόσμου με το ‘διαίρει και βασίλευε’ και με αγάπη μόνο για τον εαυτούλη τους, ιδιαίτερα εκείνη την εποχή· εκφράζει ένα μεγάλο ΓΙΑΤΙ!
Συγκλονιστικός είναι ο επίλογος του βιβλίου, ο οποίος τυπώνεται με τον γραφικό χαρακτήρα του Ν. Καλιγά, παρμένος από τα ‘τετράδιά’ του, όπου λέγονται όλα ακριβοδίκαια. Μέσα σε δυο σελίδες ο συγγραφέας συμπυκνώνει την φρίκη του Πολέμου, ιδιαίτερα του χειρότερο πολέμου, του Εμφυλίου, εκφράζοντας το πάθος του για την Ειρήνη.
Κλείνω το σημείωμά μου με μερικές χαρακτηριστικές φράσεις και από τον ίδιο τον συγγραφέα, αλλά και από τους πρωταγωνιστές:
-‘πρώτη φορά είδα κάρο να το τραβούν άνθρωποι’, σελ. 75.
-‘Ο Γερμανοί αξιωματούχοι κουρευόταν με 6 δρχ. αντί για 1.200 δρχ.’, σελ. 95 (σ.σ. πριν τον πληθωρισμό 6 δραχμές και μετά τον πληθωρισμό πάλι 6 δρχ. Η δουλειά, όμως, κόστιζε μετά 1200 δρχ. Οι Γερμανοί ‘έκαναν την πάπια’ και κουρεύονταν τζάμπα!).
- ‘Καρποί του πολέμου: φτώχεια, πείνα, δυστυχία, αίμα, δάκρυ, πόνος’. σελ. 113.
- ‘Αγνοούσαμε τις λέξεις φασισμός, κομμουνισμός’, σελ. 119.
-‘Εκτέλεσαν και φτωχούς Βεροιώτες’, σελ. 164.
-‘Μόλις θα διώξουμε τους Γερμανούς, θα κυβερνάει μόνο ο λαός, θα έχουμε λαοκρατία’, σελ. 171.
- ‘Τώρα αρχίζουν οι λαϊκοί αγώνες. Τώρα αρχίζει η αληθινή επανάσταση!’, έλεγαν οι ομιλητές του Ε.Α.Μ. μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς και ο συγγραφέας σκεφτόταν προβληματισμένος: ‘όταν αναχωρήσαμε με τους φίλους μου από την πλατεία Ωρολογίου, νομίζαμε πως οι Γερμανοί δεν είχαν φύγει ακόμα από την Ελλάδα’, σελ. 190.
- Έγιναν και αλλού εμφύλιοι πόλεμοι, όπως στην Ιαπωνία, την Κούβα, την Κίνα, αλλά σαν το εμφύλιο της Ελλάδας πουθενά’, σελ. 240-41.
- Γιατί (σ.σ. Θεέ μου) δεν αγαπάς τη ρωμιοσύνη και την αφήνεις να σπαράζει χρόνια τώρα με τον εμφύλιο;’, σελ. 283.
- ‘…Όλοι Έλληνες ήμασταν και λέγαμε πως πολεμούμε για το καλό της Ελλάδας και κάθε μέρα την καταστρέφαμε, γιατί ήμασταν θύματα και οι δυο, κορόϊδα, βλάκες που μας φούσκωναν τα μυαλά οι Μεγάλοι’, σελ. 296.
- ‘...και αν καμιά φορά κάνετε πορεία ειρήνης, κάντε την με λευκές σημαίες, γιατί αν την κάνετε με κόκκινες, πράσινες και γαλανές, ετοιμαστείτε για εμφύλιο πόλεμο...". σελ. 331.
Κατ αρχήν τα συγχαρητήρια στον συγγραφέα και στον εκδότη για την όλη προσπάθεια. Αποτελεί καταγραφή για ιστορική τεκμηρίωση εκείνης της εποχής στην περιοχή μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο έχω αγοράσει. Από όσο έχω διαβάσει είναι άκρως ενδιαφέρον και καλογραμμένο.
Θα συμφωνήσω με τον γράφοντα, καλογραμμένο και διαβάζεται ευχάριστα , παρόλο που όσα έγιναν εκείνη την εποχή μόνο ευχάριστα δεν είναι ... Και θα προτρέψω το έργο του να βρει μιμητές , γιατί υπάρχουν (ακόμα) πολλοί Καλλιγάδες που έχουν ιστορίες να διηγηθούν , χρειάζονται όμως και οι Γεράσιμοι για να τις καταγράψουν... Ας αφιερώσουμε λίγο χρόνο για να ακούσουμε τους παππούδες μας, ας καταγραψουμε τη μαρτυρία τους, έστω και πρόχειρα με το κινητό , γιατί αυτες οι μαρτυρίες σιγά σιγά εκλείπουν και είναι πολύτιμες ...
ΑπάντησηΔιαγραφήΒεροιώτη αν μπορείς κάθε μέρα νά δημοσιεύσεις 2 σελίδες?
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή η ιδέα σας, βλέπουμε ότι άρθρα που σχετιζονται με την παλιά Βέροια διαβάζονται από πολλούς,αλλά νομίζω τίποτε δεν συγκρίνεται με το τυπωμένο βιβλίο! Το οποίο βιβλίο από ό,τι διάβασα πωλείται μόνο στο Λέξις , αλλά θα διατίθεται και την Τετάρτη στην εκδήλωση που θα γίνει για την παρουσίασή του. Κοστίζει 5€ και τα χρήματα θα διατεθούν σε συλλόγους της πόλης μας . Αξίζει να το αγοράσουμε, για καλό σκοπό αλλά κυρίως για να το έχουμε στη βιβλιοθήκη μας, να το διαβάσουν αργότερα και τα παιδιά μας!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠράγματι χρειάζεται να τούς μιμιθούν και άλλοι. Και τους δυο Καλιγάδες!
ΑπάντησηΔιαγραφή