«Καί τήν χαράν ὑμῶν οὐδείς αἴρει ἀφ᾽ ὑμῶν». Λίγο πρίν ἀπό τό Πάθος τοῦ Χριστοῦ μᾶς μετέφερε τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, ἐπαναλαμβάνοντας μας μέρος τῆς τελευταίας ὁμιλίας τοῦ Κυρίου μας πρός τούς μαθητές του, στό ὁποῖο ἀναφέρεται ἐκτός τῶν ἄλλων καί στή χαρά.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ χαρά εἶναι τό μεγάλο ζητούμενο στή ζωή τῶν ἀνθρώπων ὄχι μόνο τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί κάθε ἐποχῆς. Φαίνεται ὅμως κάπως παράδοξο ὅτι ὁ Χριστός ἐπιλέγει νά μιλήσει γιά τήν χαρά στήν πιό δύσκολο καί θλιβερή ὥρα τῆς ζωῆς του, λίγο δηλαδή πρίν ἀπό τό Πάθος του. Καί ἀκόμη φαίνεται παράδοξο τό γεγονός ὅτι οἱ Πατέρες ὅρισαν νά διαβάζεται μία εὐαγγελική περικοπή ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ Κυρίου πρίν ἀπό τό Πάθος μέσα στήν ἀναστάσιμη ἀτμόσφαιρα.
Ὅ,τι ὅμως γιά τά ἀνθρώπινα κριτήρια φαίνεται ἤ καί εἶναι παράδοξο, δέν εἶναι καί γιά τόν Χριστό. Ἡ ἀναφορά του στήν χαρά πρίν ἀπό τό Πάθος του δέν ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τά γεγονότα πού θά ἀκολουθήσουν καί μέ τή θλίψη καί τήν ὀδύνη πού θά δοκιμάσει καί ὁ ἴδιος, κατά τό ἀνθρώπινο, ἀλλά καί οἱ μαθητές του, διότι, ὅπως τονίζει ὁ Χριστός σέ ἄλλο σημεῖο, ἡ χαρά πού ἐκεῖνος προσφέρει σέ ὅσους τόν πιστεύουν καί τόν ἀκολουθοῦν δέν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Κατά συνέπεια, ἐφόσον δέν εἶναι χαρά κοσμική, δέν συνδέεται μέ ὅσα συναπαρτίζουν τόν κόσμο μας καί τήν καθημερινότητά μας, δέν ἐπηρεάζονται καί ἀπό αὐτήν. Ἐφόσον, λοιπόν, ἡ χαρά στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Χριστός δέν πηγάζει οὔτε συνδέεται μέ τόν κόσμο καί τά κοσμικά πράγματα, σημαίνει ὅτι δέν σχετίζεται καί δέν ἐπηρεάζεται καί ἀπό τόν ἐφήμερο χαρακτήρα τῶν κοσμικῶν πραγμάτων, τά ὁποῖα μεταλλάσσονται, συμπαρασύροντας καί μεταβάλλοντας καί τά συναισθήματα τά ὁποῖα αὐτά προκαλοῦν.
Ποιά εἶναι ὅμως ἡ χαρά στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Χριστός; Εἶναι ἡ χαρά τήν ὁποία προσφέρει ὁ ἴδιος στούς ἀνθρώπους, ἡ χαρά τήν ὁποία δίδει μέ τήν παρουσία του στή ζωή τους. «Πάλιν δέ ὄψομαι ὑμᾶς, καί χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία», λέγει ὁ ἴδιος στήν εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε. Θά σᾶς δῶ καί πάλι καί θά χαρεῖ ἡ ψυχή σας. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πλασμένη ἀπό τόν Θεό, καί ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό ὄχι γιά νά ζεῖ μακριά του καί χωρισμένος ἀπό αὐτόν, ἀλλά γιά νά ζήσει κοντά του καί ἑνωμένος μαζί του. Ἔτσι ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό εἶναι φυσικό νά τοῦ δημιουργεῖ αἰσθήματα χαρᾶς, καθώς συναντᾶ ὄχι μόνο τόν Δημιουργό του, ἀλλά καί αὐτόν στόν ὁποῖο ὀφείλει τά πάντα καί αὐτόν ὁ ὁποῖος τόν ἀγαπᾶ περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο πρόσωπο καί μάλιστα ἀνιδιοτελῶς.
Ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό δέν περιορίζεται ἀπό τόν τόπο καί τόν χρόνο οὔτε παρακωλύεται ἀπό φυσικά ἐμπόδια, διότι ὁ Θεός δίδει στόν ἄνθρωπο τή δυνατότητα νά τόν συναντᾶ ὅποτε θέλει μέσω τῆς προσευχῆς, μέσω τῶν ἱερῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας ἀλλά καί μέσω τῆς προσφορᾶς τῆς ἀγάπης πρός τούς ἐλαχίστους ἀδελφούς του καί τῆς διακονίας τους. Καί ἀκόμη μπορεῖ νά μεταβληθεῖ σέ διαρκῆ παρουσία του μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος τό ἐπιθυμεῖ καί τό ἐπιδιώκει, ἐφόσον ἀγωνίζεται καί προσπαθεῖ νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά κατοικεῖ καί νά ἐμπεριπατεῖ στήν ψυχή του, κατά τήν ὑπόσχεσή του, ὁ Χριστός.
Καί ὅταν ἔχει κανείς μέσα στήν ψυχή του τόν Χριστό, τότε ἔχει καί τή χαρά του. Καί ἡ χαρά αὐτή εἶναι μόνιμη καί ἀνεξάρτητη ἀπό ὅ,τι συμβαίνει γύρω του, καί δέν ἐπηρεάζεται οὔτε ἀπό τόν πόνο, οὔτε ἀπό τήν ἀσθένεια, οὔτε ἀπό τίς δοκιμασίες, οὔτε ἀπό τά προβλήματα, οὔτε ἀκόμη καί ἀπό τό πένθος καί τόν θάνατο, διότι ἡ ὀδύνη ἀπό ὅλα αὐτά δέν εἶναι ἱκανή νά ἀποστερήσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή χαρά τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος διά τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεώς του νίκησε τόν θάνατο καί μᾶς χάρισε τή δυνατότητα νά ἀπολαύσουμε τή χαρά τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Αὐτήν προσευχόμεθα, κάθε φορά πού κάνουμε μνημόσυνα νά χαρίζει ὁ Θεός καί στίς ψυχές πού ἔχουν φύγει ἀπό κοντά μας, καί σήμερα καί γιά τήν ἀγαπητή μας Ἀναστασία καί γιά τόν ἀγαπητό μας Ἰωάννη, ὥστε ἐκεῖ πού εἶναι νά ἀπολαμβάνουν αὐτῆς τῆς χαρᾶς πού δίδει ὁ Κύριος, τῆς αἰωνίου χαρᾶς.
Αὐτήν ἐλπίζουμε καί εὐχόμεθα νά ἀπολαμβάνει ἤδη στόν οὐρανό καί ἡ μακαριστή ἀδελφή μας Ἀναστασία, τῆς ὁποίας τελοῦμε σήμερα τό ἐτήσιο μνημόσυνο μαζί μέ τό μνημόσυνο τοῦ ἀδελφοῦ μας Ἰωάννη, καί παρακαλοῦμε τόν Θεό νά ἀναπαύσει τήν εὐσεβῆ ψυχή της, ἡ ὁποία μέ κάθε τρόπο προσέφερε τήν ἀγάπη της, μαζί μέ τόν φιλάνθρωπο σύζυγό της, ὄχι μόνο στούς ἀγαπημένους καί τούς οἰκείους της, ἀλλά καί ὅσους εἶχαν ἀνάγκη τῆς βοηθείας της καί συμπαραστάσεώς της, καί εὐχόμεθα ὁ Θεός νά παρηγορεῖ τήν οἰκογένειά της καί νά δίδει τήν ἐξ ὕψους δύναμη στήν οἰκογένειά της, καί στίς ψυχές τοῦ προσφιλοῦς συζύγου καί τῆς θυγατέρας της τή δική του χαρά, ἡ ὁποία ὑπερκαλύπτει τόν πόνο καί τή θλίψη τῆς προώρου στερήσεως τῆς φυσικῆς παρουσίας της ἀπό κοντά μας. Ἄλλωστε ἡ πίστη μας εἶναι ὅτι ὁ Κύριός μας, ὅταν τόν ἀγαποῦμε, σέ ὅσους ἀγαπᾶ καί Ἐκεῖνος, ἐπειδή τόν ἀγαποῦν, θά τούς προσφέρει καί θά τούς δώσει πράγματα πού σέ αὐτή τή ζωή δέν μποροῦμε νά τά ἐπιθυμήσουμε οὔτε καί νά τά σκεφθοῦμε, «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδεν καί οὖς οὐκ ἤκουσεν καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη». Αὐτά εὐχόμεθα ταπεινῶς νά ἀπολαμβάνει καί ἡ ἀδελφή μας Ἀναστασία καί ὁ ἀδελφός μας Ἰωάννης.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ χαρά εἶναι τό μεγάλο ζητούμενο στή ζωή τῶν ἀνθρώπων ὄχι μόνο τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί κάθε ἐποχῆς. Φαίνεται ὅμως κάπως παράδοξο ὅτι ὁ Χριστός ἐπιλέγει νά μιλήσει γιά τήν χαρά στήν πιό δύσκολο καί θλιβερή ὥρα τῆς ζωῆς του, λίγο δηλαδή πρίν ἀπό τό Πάθος του. Καί ἀκόμη φαίνεται παράδοξο τό γεγονός ὅτι οἱ Πατέρες ὅρισαν νά διαβάζεται μία εὐαγγελική περικοπή ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ Κυρίου πρίν ἀπό τό Πάθος μέσα στήν ἀναστάσιμη ἀτμόσφαιρα.
Ὅ,τι ὅμως γιά τά ἀνθρώπινα κριτήρια φαίνεται ἤ καί εἶναι παράδοξο, δέν εἶναι καί γιά τόν Χριστό. Ἡ ἀναφορά του στήν χαρά πρίν ἀπό τό Πάθος του δέν ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τά γεγονότα πού θά ἀκολουθήσουν καί μέ τή θλίψη καί τήν ὀδύνη πού θά δοκιμάσει καί ὁ ἴδιος, κατά τό ἀνθρώπινο, ἀλλά καί οἱ μαθητές του, διότι, ὅπως τονίζει ὁ Χριστός σέ ἄλλο σημεῖο, ἡ χαρά πού ἐκεῖνος προσφέρει σέ ὅσους τόν πιστεύουν καί τόν ἀκολουθοῦν δέν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Κατά συνέπεια, ἐφόσον δέν εἶναι χαρά κοσμική, δέν συνδέεται μέ ὅσα συναπαρτίζουν τόν κόσμο μας καί τήν καθημερινότητά μας, δέν ἐπηρεάζονται καί ἀπό αὐτήν. Ἐφόσον, λοιπόν, ἡ χαρά στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Χριστός δέν πηγάζει οὔτε συνδέεται μέ τόν κόσμο καί τά κοσμικά πράγματα, σημαίνει ὅτι δέν σχετίζεται καί δέν ἐπηρεάζεται καί ἀπό τόν ἐφήμερο χαρακτήρα τῶν κοσμικῶν πραγμάτων, τά ὁποῖα μεταλλάσσονται, συμπαρασύροντας καί μεταβάλλοντας καί τά συναισθήματα τά ὁποῖα αὐτά προκαλοῦν.
Ποιά εἶναι ὅμως ἡ χαρά στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Χριστός; Εἶναι ἡ χαρά τήν ὁποία προσφέρει ὁ ἴδιος στούς ἀνθρώπους, ἡ χαρά τήν ὁποία δίδει μέ τήν παρουσία του στή ζωή τους. «Πάλιν δέ ὄψομαι ὑμᾶς, καί χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία», λέγει ὁ ἴδιος στήν εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε. Θά σᾶς δῶ καί πάλι καί θά χαρεῖ ἡ ψυχή σας. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πλασμένη ἀπό τόν Θεό, καί ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό ὄχι γιά νά ζεῖ μακριά του καί χωρισμένος ἀπό αὐτόν, ἀλλά γιά νά ζήσει κοντά του καί ἑνωμένος μαζί του. Ἔτσι ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό εἶναι φυσικό νά τοῦ δημιουργεῖ αἰσθήματα χαρᾶς, καθώς συναντᾶ ὄχι μόνο τόν Δημιουργό του, ἀλλά καί αὐτόν στόν ὁποῖο ὀφείλει τά πάντα καί αὐτόν ὁ ὁποῖος τόν ἀγαπᾶ περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο πρόσωπο καί μάλιστα ἀνιδιοτελῶς.
Ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό δέν περιορίζεται ἀπό τόν τόπο καί τόν χρόνο οὔτε παρακωλύεται ἀπό φυσικά ἐμπόδια, διότι ὁ Θεός δίδει στόν ἄνθρωπο τή δυνατότητα νά τόν συναντᾶ ὅποτε θέλει μέσω τῆς προσευχῆς, μέσω τῶν ἱερῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας ἀλλά καί μέσω τῆς προσφορᾶς τῆς ἀγάπης πρός τούς ἐλαχίστους ἀδελφούς του καί τῆς διακονίας τους. Καί ἀκόμη μπορεῖ νά μεταβληθεῖ σέ διαρκῆ παρουσία του μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος τό ἐπιθυμεῖ καί τό ἐπιδιώκει, ἐφόσον ἀγωνίζεται καί προσπαθεῖ νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά κατοικεῖ καί νά ἐμπεριπατεῖ στήν ψυχή του, κατά τήν ὑπόσχεσή του, ὁ Χριστός.
Καί ὅταν ἔχει κανείς μέσα στήν ψυχή του τόν Χριστό, τότε ἔχει καί τή χαρά του. Καί ἡ χαρά αὐτή εἶναι μόνιμη καί ἀνεξάρτητη ἀπό ὅ,τι συμβαίνει γύρω του, καί δέν ἐπηρεάζεται οὔτε ἀπό τόν πόνο, οὔτε ἀπό τήν ἀσθένεια, οὔτε ἀπό τίς δοκιμασίες, οὔτε ἀπό τά προβλήματα, οὔτε ἀκόμη καί ἀπό τό πένθος καί τόν θάνατο, διότι ἡ ὀδύνη ἀπό ὅλα αὐτά δέν εἶναι ἱκανή νά ἀποστερήσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή χαρά τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος διά τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεώς του νίκησε τόν θάνατο καί μᾶς χάρισε τή δυνατότητα νά ἀπολαύσουμε τή χαρά τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Αὐτήν προσευχόμεθα, κάθε φορά πού κάνουμε μνημόσυνα νά χαρίζει ὁ Θεός καί στίς ψυχές πού ἔχουν φύγει ἀπό κοντά μας, καί σήμερα καί γιά τήν ἀγαπητή μας Ἀναστασία καί γιά τόν ἀγαπητό μας Ἰωάννη, ὥστε ἐκεῖ πού εἶναι νά ἀπολαμβάνουν αὐτῆς τῆς χαρᾶς πού δίδει ὁ Κύριος, τῆς αἰωνίου χαρᾶς.
Αὐτήν ἐλπίζουμε καί εὐχόμεθα νά ἀπολαμβάνει ἤδη στόν οὐρανό καί ἡ μακαριστή ἀδελφή μας Ἀναστασία, τῆς ὁποίας τελοῦμε σήμερα τό ἐτήσιο μνημόσυνο μαζί μέ τό μνημόσυνο τοῦ ἀδελφοῦ μας Ἰωάννη, καί παρακαλοῦμε τόν Θεό νά ἀναπαύσει τήν εὐσεβῆ ψυχή της, ἡ ὁποία μέ κάθε τρόπο προσέφερε τήν ἀγάπη της, μαζί μέ τόν φιλάνθρωπο σύζυγό της, ὄχι μόνο στούς ἀγαπημένους καί τούς οἰκείους της, ἀλλά καί ὅσους εἶχαν ἀνάγκη τῆς βοηθείας της καί συμπαραστάσεώς της, καί εὐχόμεθα ὁ Θεός νά παρηγορεῖ τήν οἰκογένειά της καί νά δίδει τήν ἐξ ὕψους δύναμη στήν οἰκογένειά της, καί στίς ψυχές τοῦ προσφιλοῦς συζύγου καί τῆς θυγατέρας της τή δική του χαρά, ἡ ὁποία ὑπερκαλύπτει τόν πόνο καί τή θλίψη τῆς προώρου στερήσεως τῆς φυσικῆς παρουσίας της ἀπό κοντά μας. Ἄλλωστε ἡ πίστη μας εἶναι ὅτι ὁ Κύριός μας, ὅταν τόν ἀγαποῦμε, σέ ὅσους ἀγαπᾶ καί Ἐκεῖνος, ἐπειδή τόν ἀγαποῦν, θά τούς προσφέρει καί θά τούς δώσει πράγματα πού σέ αὐτή τή ζωή δέν μποροῦμε νά τά ἐπιθυμήσουμε οὔτε καί νά τά σκεφθοῦμε, «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδεν καί οὖς οὐκ ἤκουσεν καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη». Αὐτά εὐχόμεθα ταπεινῶς νά ἀπολαμβάνει καί ἡ ἀδελφή μας Ἀναστασία καί ὁ ἀδελφός μας Ἰωάννης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.