Πρόκειται για ένα έθιμο με βαθιές ρίζες που όπως και τα περισσότερα καρναβαλικά έθιμα στην Ελλάδα κρατάει από την αρχαιότητα και τη λατρεία του θεού Διόνυσου. Η πρώτη μαρτυρία για το δρώμενο έρχεται το 1706, όταν έγινε αντί μνημόσυνου για την άρνηση στο παιδομάζωμα που επιχείρησαν οι Οθωμανοί την προηγούμενη χρονιά και τους ανθρώπους που χάθηκαν.
Στο έθιμο παίρνουν μέρος κάθε χρόνο μόνο νεαροί άνδρες. Πρωταγωνιστεί ο «Γενίτσαρος», ο περήφανος αυτός φουστανελοφόρος, με τα πολλά ασημικά στο στήθος, τον κέρινο «πρόσωπο» και την μακριά πάλα (σπαθί ) στη φουστανέλα. Κύριο ρόλο έχει η «Μπούλα» (νύφη), άνδρας που υποδύεται τη γυναίκα, χωρίς όμως να την γελοιοποιεί, και φοράει φαρδιά φουστάνια και «πρόσωπο» κέρινο στολισμένο με τούλια και λουλούδια. Στο τέλος της πομπής του μπουλουκιού, ακολουθεί η μουσική, ο ζουρνάς και το νταούλι.
Το έθιμο ξεκινάει κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή της Αποκριάς, επαναλαμβάνεται την Κυριακή της Τυρινής και συνεχίζεται την Καθαρά Δευτέρα με τους χορευτές να χορεύουν δίχως τον «πρόσωπο». Επίσης, τα μπουλούκια των χορευτών, την Κυριακή της Ορθοδοξίας συναντιούνται στην περιοχή του Σπηλαίου για να γλεντήσουν με παραδοσιακά εδέσματα και άφθονο ξινόμαυρο κρασί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.