Είναι κοινή διαπίστωση, ότι βρισκόμαστε σε ένα περιβάλλον πολλαπλών κρίσεων. H κρίση του Εθνικού Συστήματος Υγείας να ανταποκριθεί στην συγκυρία μιας πανδημίας πυροδότησε μια άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση, η οποία φαίνεται να έχει δομικά χαρακτηριστικά και μάλιστα μοναδικά, καθώς προσέβαλε ταυτόχρονα και τα δύο μέρη του ζεύγους προσφοράς και ζήτησης. Μέσα σε αυτό το κλίμα προστίθεται η κρίση εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείζονα εθνική καταστροφή.
Σε αυτό το άρθρο, δεν θα μας απασχολήσουν ζητήματα, που αφορούν τους λόγους, που έχουν οδηγήσει σε ένα τόσο ασταθές περιβάλλον ούτε και τους χειρισμούς της κυβέρνησης κατά τη διάρκεια των κρίσεων. Τα παραπάνω έχουν γίνει αντικείμενο συζητήσεων τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Θα επιμείνω σε ένα άλλο θέμα, το οποίο αφορά την επόμενη μέρα. Δηλαδή, τη πολιτική, οικονομική και κοινωνική δομή που η σημερινή κυβέρνηση σκοπεύει να προωθήσει.
Κεντρικός στόχος της κυβέρνησης φαίνεται πως είναι η μετατροπή του ελληνικού καπιταλισμού σε μια οικονομία περιορισμένων δρώντων στο οικονομικό πεδίο, με μια παράλληλη απόπειρα ελέγχου του πεδίου παραγωγής της γνώσης. Πρόκειται για ένα πλάνο, που θέτει δύο στόχους. Από την μια, την εξάλειψη της μεγάλης πλειοψηφίας της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, ώστε να υλοποιηθεί ο πολυπόθητος στόχος των μνημονίων για μια κοινωνία 90-10 (90% μισθωτή εργασία και 10% επιχειρηματικότητα). Κι από την άλλη, τον έλεγχο παραγωγής της γνώσης με κυρίαρχο εργαλείο τα προγράμματα χρηματοδότησης εφαρμοσμένης έρευνας. Από τις πολλές, κατακερματισμένες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να μεταβεί στις λίγες και μεγάλες, από πολλά και κατακερματισμένα σημεία τεχνογνωσίας σε λίγα και υπερσυγκεντρωμένα. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια στρεβλή απόπειρα μίμησης οικονομικών μοντέλων της νοτιοανατολικής Ασίας, που δεν αντιλαμβάνεται την πολύπλοκη οργάνωση των προηγμένων οικονομιών ούτε την έννοια της βασικής έρευνας ως συντελεστή καινοτομίας.
Το όχημα υλοποίησης του πλάνου είναι η έκθεση της επιτροπής του κ. Πισσαρίδη. Αυτό το κείμενο των 250 περίπου σελίδων ξεκινά από την κοινή παραδοχή του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας του ελληνικού καπιταλισμού. Σε επίπεδο ανάλυσης δεν κομίζει γλαύκα εις Αθήνας· οι παθογένειες γνωστές. Βασική πρόταση της επιτροπής είναι η ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού προς όφελος μιας μερίδας επιχειρήσεων, αλλά και μιας ελίτ, η οποία έχει δεσπόζουσα θέση στο σύστημα παραγωγής της γνώσης. Πρόκειται για την συμπόρευση μιας κάστας πανεπιστημιακών, όπως είναι άλλωστε και τα μέλη της ίδιας της επιτροπής, η οποία θα νέμεται τη δημόσια χρηματοδότηση των ερευνητικών προγραμμάτων, με ένα μέρος του επιχειρηματικού κόσμου – κυρίως, εκείνο με την στενότερη εξάρτηση από το εξωτερικό. Ένα μοντέλο, που μεταξύ άλλων, φέρει κι έντονα νεοαποικιακά χαρακτηριστικά.
Η κυβέρνηση, αυτή την στιγμή, φαίνεται να εκμεταλλεύεται το περιβάλλον των πολλαπλών κρίσεων, ώστε να προωθήσει το παραπάνω πλάνο. Δύο είναι οι κυριότεροι παράγοντες, που την ευνοούν. Ο πρώτος είναι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η οποία επέφερε πρωτόγνωρους μεταπολιτευτικά περιορισμούς σε ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες, ενώ παράλληλα διεύρυνε τις αρμοδιότητες της εκτελεστικής λειτουργίας. Η κυβέρνηση ευελπιστεί, χάριν της ευελιξίας που της δίνει αυτή η συνθήκη, να αντιμετωπίσει την κοινωνική ένταση, που παράγεται στο κοινωνικο-οικονομικό πεδίο. Ο δεύτερος αφορά τη δημιουργία καθεστώτος τεχνητών ολιγοπωλίων, εξαιτίας των περιορισμών στην παραγωγή και στην κυκλοφορία αγαθών και υπηρεσιών. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε, ότι όλη αυτή την περίοδο γίνεται συστηματική μεταβίβαση κεφαλαίων από την περιφέρεια στο κέντρο, από τους πολλούς στους πάρα πολύ λίγους. Κάποιες εταιρείες μάλιστα, διεθνείς και εγχώριες, εκμεταλλευόμενες την συγκυρία κατέγραψαν πρωτοφανή κερδοφορία. Συμπερασματικά, το πλάνο της κυβέρνησης μοιάζει να υλοποιείται σχεδόν κατά φυσικό τρόπο, καθώς έτσι κι αλλιώς κάποιοι ήδη καταλαμβάνουν δεσπόζουσα θέση στην αγορά. Το μόνο που υπολείπεται είναι η διαχείριση της κοινωνικής σύγκρουσης, που θα φέρει αυτή η ανακατανομή.
Σήμερα υπάρχει η ανάγκη υπεράσπισης της κοινωνίας γενικά και ειδικά των στρωμάτων και των κοινωνικών ομάδων που πλήττονται σκληρά από αυτές τις κρίσεις. Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα δεν είναι βαρίδιο, αλλά πυλώνας ευημερίας και κοινωνικής συνοχής όλων των δημοκρατικά αναπτυγμένων κοινωνιών. Η ελεύθερη βασική έρευνα σε όλα τα επιστημονικά πεδία, κι όχι η εφαρμοσμένη, είναι η κύρια πηγή καινοτομίας. Οι δημόσιες δαπάνες της πιο αναπτυγμένης τεχνολογικά χώρας του πλανήτη δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης.
Σε αυτό το άρθρο, δεν θα μας απασχολήσουν ζητήματα, που αφορούν τους λόγους, που έχουν οδηγήσει σε ένα τόσο ασταθές περιβάλλον ούτε και τους χειρισμούς της κυβέρνησης κατά τη διάρκεια των κρίσεων. Τα παραπάνω έχουν γίνει αντικείμενο συζητήσεων τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Θα επιμείνω σε ένα άλλο θέμα, το οποίο αφορά την επόμενη μέρα. Δηλαδή, τη πολιτική, οικονομική και κοινωνική δομή που η σημερινή κυβέρνηση σκοπεύει να προωθήσει.
Κεντρικός στόχος της κυβέρνησης φαίνεται πως είναι η μετατροπή του ελληνικού καπιταλισμού σε μια οικονομία περιορισμένων δρώντων στο οικονομικό πεδίο, με μια παράλληλη απόπειρα ελέγχου του πεδίου παραγωγής της γνώσης. Πρόκειται για ένα πλάνο, που θέτει δύο στόχους. Από την μια, την εξάλειψη της μεγάλης πλειοψηφίας της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, ώστε να υλοποιηθεί ο πολυπόθητος στόχος των μνημονίων για μια κοινωνία 90-10 (90% μισθωτή εργασία και 10% επιχειρηματικότητα). Κι από την άλλη, τον έλεγχο παραγωγής της γνώσης με κυρίαρχο εργαλείο τα προγράμματα χρηματοδότησης εφαρμοσμένης έρευνας. Από τις πολλές, κατακερματισμένες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να μεταβεί στις λίγες και μεγάλες, από πολλά και κατακερματισμένα σημεία τεχνογνωσίας σε λίγα και υπερσυγκεντρωμένα. Δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια στρεβλή απόπειρα μίμησης οικονομικών μοντέλων της νοτιοανατολικής Ασίας, που δεν αντιλαμβάνεται την πολύπλοκη οργάνωση των προηγμένων οικονομιών ούτε την έννοια της βασικής έρευνας ως συντελεστή καινοτομίας.
Το όχημα υλοποίησης του πλάνου είναι η έκθεση της επιτροπής του κ. Πισσαρίδη. Αυτό το κείμενο των 250 περίπου σελίδων ξεκινά από την κοινή παραδοχή του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας του ελληνικού καπιταλισμού. Σε επίπεδο ανάλυσης δεν κομίζει γλαύκα εις Αθήνας· οι παθογένειες γνωστές. Βασική πρόταση της επιτροπής είναι η ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού προς όφελος μιας μερίδας επιχειρήσεων, αλλά και μιας ελίτ, η οποία έχει δεσπόζουσα θέση στο σύστημα παραγωγής της γνώσης. Πρόκειται για την συμπόρευση μιας κάστας πανεπιστημιακών, όπως είναι άλλωστε και τα μέλη της ίδιας της επιτροπής, η οποία θα νέμεται τη δημόσια χρηματοδότηση των ερευνητικών προγραμμάτων, με ένα μέρος του επιχειρηματικού κόσμου – κυρίως, εκείνο με την στενότερη εξάρτηση από το εξωτερικό. Ένα μοντέλο, που μεταξύ άλλων, φέρει κι έντονα νεοαποικιακά χαρακτηριστικά.
Η κυβέρνηση, αυτή την στιγμή, φαίνεται να εκμεταλλεύεται το περιβάλλον των πολλαπλών κρίσεων, ώστε να προωθήσει το παραπάνω πλάνο. Δύο είναι οι κυριότεροι παράγοντες, που την ευνοούν. Ο πρώτος είναι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η οποία επέφερε πρωτόγνωρους μεταπολιτευτικά περιορισμούς σε ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες, ενώ παράλληλα διεύρυνε τις αρμοδιότητες της εκτελεστικής λειτουργίας. Η κυβέρνηση ευελπιστεί, χάριν της ευελιξίας που της δίνει αυτή η συνθήκη, να αντιμετωπίσει την κοινωνική ένταση, που παράγεται στο κοινωνικο-οικονομικό πεδίο. Ο δεύτερος αφορά τη δημιουργία καθεστώτος τεχνητών ολιγοπωλίων, εξαιτίας των περιορισμών στην παραγωγή και στην κυκλοφορία αγαθών και υπηρεσιών. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε, ότι όλη αυτή την περίοδο γίνεται συστηματική μεταβίβαση κεφαλαίων από την περιφέρεια στο κέντρο, από τους πολλούς στους πάρα πολύ λίγους. Κάποιες εταιρείες μάλιστα, διεθνείς και εγχώριες, εκμεταλλευόμενες την συγκυρία κατέγραψαν πρωτοφανή κερδοφορία. Συμπερασματικά, το πλάνο της κυβέρνησης μοιάζει να υλοποιείται σχεδόν κατά φυσικό τρόπο, καθώς έτσι κι αλλιώς κάποιοι ήδη καταλαμβάνουν δεσπόζουσα θέση στην αγορά. Το μόνο που υπολείπεται είναι η διαχείριση της κοινωνικής σύγκρουσης, που θα φέρει αυτή η ανακατανομή.
Σήμερα υπάρχει η ανάγκη υπεράσπισης της κοινωνίας γενικά και ειδικά των στρωμάτων και των κοινωνικών ομάδων που πλήττονται σκληρά από αυτές τις κρίσεις. Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα δεν είναι βαρίδιο, αλλά πυλώνας ευημερίας και κοινωνικής συνοχής όλων των δημοκρατικά αναπτυγμένων κοινωνιών. Η ελεύθερη βασική έρευνα σε όλα τα επιστημονικά πεδία, κι όχι η εφαρμοσμένη, είναι η κύρια πηγή καινοτομίας. Οι δημόσιες δαπάνες της πιο αναπτυγμένης τεχνολογικά χώρας του πλανήτη δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης.
Ειδικότερα, για την περιοχή της Ημαθίας, όπου δεν υπάρχουν μονάδες υπερσυγκέντρωσης κεφαλαίου ούτε πολύ περισσότερο γνώσης, το μέλλον προδιαγράφεται ζοφερό. Ήδη, ο νομός, παρά την τεράστια συμβολή του στην διατροφική ασφάλεια της χώρας εξαιτίας της πρωτογενούς του παραγωγής και των εξαγωγών, είναι αρνητικός στο άτυπο εγχώριο ισοζύγιο συναλλαγών. Κάτι που σημαίνει, ότι ο βιοπορισμός των κατοίκων του μακροπρόθεσμα θα στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε μεταβιβάσεις εισοδήματος (επιδόματα, συντάξεις, κτλ.) με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τον ρυθμό απαξίωσης των περιουσιακών στοιχείων. Όμως, προστασία δεν σημαίνει επιστροφή στην πρότερη κατάσταση, αλλά δημιουργία ενός στέρεου και σαφούς ρόλου για όλους αυτούς τους μη προνομιούχους της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, της ανεργίας, του εξειδικευμένου προσωπικού και των μικροϊδιοκτητών.
Κανένα άρθρο της προκοπής θα ανεβάσεις Βεροιώτη;
ΑπάντησηΔιαγραφήΓράφεις αγαπητέ κατα το τέλος, "...δημιουργία ενός στέρεου και σαφούς ρόλου για όλους...". Αυτο ειναι μια σαφής πρόταση; Τέτοιες υπάρχουν πολλές. Αν ανατρέξεις στο παρελθόν, θα μαζέψεις τρεις κλούβες, απο πολιτικά πρόσωπα που βούλιαξαν την χώρα. Απο το "όλους" αυτοί εξαιρούνται. Αποδεδειγμένα, κοίταξαν μόνο την πάρτη τους, εκτελώντας απαρέγκλιτα, εντολές ισχυρων οικονομικών ομάδων. Με λίγα λόγια, μας δούλευαν. Και εάν το ψάξεις λίγο, θα δεις οτι δεν ειναι το πρόβλημα οικονομικό. Το οικονομικό, ειναι ενα απο τα αποτελέσματα του προβλήματος. Τι να σου λέω τώρα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν καταλαβαίνω γρι.
ΑπάντησηΔιαγραφή