Ο ιστορικός Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος στο βιβλίο του ‘Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Αρχές και διαμόρφωσή του’ τόμος Α΄, όπως αναφέρει στην ‘Εισαγωγή’ του, εξετάζει την μετάβαση και τον μετασχηματισμό του μεσαιωνικού ελληνισμού στον νέο ελληνισμό. Με τον όρο ‘ελληνισμός’ εννοεί το ελληνικό έθνος στο σύνολό του με την πολιτική, οικονομική και πολιτιστική δραστηριότητα του. Η αφετηρία του νέου ελληνισμού ανάγεται στις αρχές του 13ου αιώνα (1204 μ.Χ.) και στο βιβλίο γίνεται έρευνα των πολιτικοινωνικών, καλλιτεχνικών και πνευματικών εκδηλώσεων αυτού, μέσα στα πλαίσια της πολιτικής και στρατιωτικής ιστορίας των τελευταίων αιώνων του Βυζαντινού κράτους.
Γεώργιος Γεμιστός |
Βησσαρίων |
Πρέπει να σημειώσουμε ότι σταδιακά οι Σλάβοι αρχίζουν να εμφανίζονται από τον 6ο αιώνα και η εγκατάστασή τους στην ελληνική χερσόνησο (Ήπειρο, Μακεδονία, Θεσσαλία, Πελοπόννησο) δεν πραγματοποιήθηκε μόνο από συγκρούσεις και επιδρομές, αλλά προπάντων με ειρηνικό τρόπο. Οι αλλεπάλληλες ήττες τους από τους Βυζαντινούς σε ανταρσίες τους κατά τους 7ο, 8ο αιώνες συνετέλεσαν πολύ στην αφομοίωση, στον εξελληνισμό και τον εκχριστιανισμό τους.
Βασίλειος Β΄ |
Επίσης είναι γεγονός ότι έχουμε καθόδους κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους, κυρίως Βουλγάρων, οι οποίοι κατέβαιναν ως εργάτες (κτίστες, θεριστές κλπ).
Πάντως, ο Συγγραφέας διατυπώνει την ιστορική του άποψη ότι στις αρχές της τουρκοκρατίας (τέλος 14ου-αρχές 15ου αι.) τα τελευταία λείψανα των Σλάβων είχαν αφομοιωθεί από τους Έλληνες στη νότια Ελλάδα, όπου αυτοί είχαν καταλήξει περισσότερο πληθυσμιακά, όπως και τα αλβανικά φύλα αργότερα.
Ο Α. Ε. Βακαλόπουλος για το θέμα των Σλάβων καταλήγει με το εξής ερώτημα: «Ποια τώρα είναι τα κατάλοιπα των σλαβικών επιδράσεων στα αλλεπάλληλα στρώματα του ψυχικού κόσμου και πολιτισμού των νέων Ελλήνων είναι πρόβλημα πολύ δύσκολο να διερευνηθεί από την ίδια του τη φύση».
Έτσι, στο θέμα της καταγωγής των νέων Ελλήνων ο Συγγραφέας, συνοψίζοντας, διαπιστώνει ότι ‘οι ελληνικές χώρες της χερσονήσου του Αίμου από τις αρχές του 6ου αιώνα και ιδίως του 7ου αι. δέχτηκαν αλλεπάλληλες επιδρομές ξένων φύλων, αλλά αυτά δεν πλημμύρισαν όλη την Ελλάδα, ούτε είχαν ως αποτέλεσμα την διακοπή της ιστορικής (ενν. ελληνικής) συνέχειας. Διδακτικό από την άποψη αυτή είναι το εξής πόρισμα της ανθρωπογεωγραφίας: ότι οι αναστατώσεις που προέρχονται από επανειλημμένες εχθρικές επιδρομές ή χρόνιες καταστάσεις πολέμου δεν πρέπει να τονίζονται υπερβολικά. Άλλωστε, η ανθρωπολογική έρευνα αποδεικνύει ότι παντού τα ξένα φύλα συγκριτικά με τον εντόπιο πληθυσμό αποτελούν μειοψηφία και ότι «υπάρχει γενετική αλληλουχία στον πληθυσμό της Ελλάδας, από την νεολιθική εποχή ως την σύγχρονη»’.
Συγκεκριμένα, οι σλαβικές, αλβανικές φυλές & οι Φράγκοι, που αφομοιώθηκαν από τον επικρατέστερο σε αριθμό και εκπολιτιστική ακτινοβολία ελληνικό πληθυσμό, αποδεικνύεται ότι δεν εμπόδισαν την δημιουργία του νέου ελληνικού έθνους.
Κύριοι παράγοντες αυτού του μεγάλου αφομοιωτικού έργου είναι:
Ο ελληνικός πολιτισμός, που ποτέ δεν έπαψε να συντηρεί με ζωντάνια την παλιά του ακτινοβολία.
Η Ορθοδοξία με πρωταγωνιστές τα μεγάλα εκκλησιαστικά κέντρα και τις μονές.
Ο κοινός σκληρός αγώνας των ραγιάδων (ενν. των Ελλήνων σκλαβωμένων στους Τούρκους) που ενιαία συσπειρώθηκαν εναντίον των Οθωμανών κατακτητών και η ιδεολογική (θρησκευτική και πολιτισμική) διαφορά με αυτούς εμπόδισαν τις αμοιβαίες επιδράσεις σε μεγάλο βαθμό και έκταση.
Η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας στον γραπτό και προφορικό λόγο: διατηρήθηκαν οι γραπτοί θησαυροί της αρχαίας και μεσαιωνικής ελληνικής σοφίας και στο στόμα του λαού οι λεκτικοί και φωνητικοί αρχαϊσμοί, τα ήθη και έθιμα, οι παροιμίες, οι δοξασίες και προλήψεις, τα τραγούδια, τα τοπωνύμια, η αρχιτεκτονική και γενικά οι λαϊκές παραδόσεις.
Σημαντικό μάλιστα στοιχείο ισχυροποίησης των τελευταίων είναι ότι οι ξένοι παρατηρητές (περιηγητές, επιστήμονες, ελληνιστές), με έκπληξη και θαυμασμό, διαπίστωναν και υπογράμμιζαν τις ομοιότητες των αρχαίων Ελλήνων με τους νεοέλληνες όπως: αντίληψη, εύκολη προσαρμογή, ένταση των συναισθημάτων, αντοχή στον ζυγό, θερμός πατριωτισμός, πάθος για την πολιτική, δίψα για μάθηση, φιλολογικές τους ενασχολήσεις, αίσθηση του ωραίου κλπ (σ.σ. θα προσθέταμε, ωστόσο, και τα ελαττώματά τους με κύριο την διχόνοια).
Πηγή: ‘Ιστορία του Νέου Ελληνισμού τόμος Α΄, αρχές και διαμόρφωσή του’, Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, εκδοτικός οίκος Αντ. Σταμούλη, 2003.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.