Αφιέρωμα της lifo.gr στην Κωνσταντία Μαζαράκη
Kίνητρο της φωτογράφου Κωνσταντίας Μαζαράκη για το φωτογραφικό πρότζεκτ «Genuine» ήταν η περιέργειά της. Ένα πρωτόγονο ερέθισμα, όπως λέει η ίδια, που την τραβούσε κοντά σε όλους όσοι παρέκκλιναν από τη συμβατική εικόνα που είχε
σχηματίσει για τους ανθρώπους του τόπου της. Ανθρώπους που έδειχναν να αδιαφορούν για όσα σε μια μικρή κοινωνία, όπως η Βέροια, θεωρούνται αναμενόμενα, λογικά ή ακόμη κι επιβεβλημένα.
Η Κωνσταντία γεννήθηκε στη Βέροια, σπούδασε φαρμακευτική και διατηρεί φαρμακείο στην πόλη της. Όμως η φωτογραφία είναι η μεγάλη της αγάπη και όποτε βρίσκει ευκαιρία παίρνει την κάμερά της και φωτογραφίζει ό,τι της τραβάει την προσοχή. Αφορμή για την φωτογραφική σειρά Genuine στάθηκε μια εργασία που της ανατέθηκε στα πλαίσια ενός μαθήματος φωτογραφίας.
«Πάντοτε όσοι έμοιαζαν να λειτουργούν κάπως αντισυμβατικά μού ασκούσαν μεγάλη έλξη. Με τραβούσε κάτι απροσδιόριστο πάνω τους, εξέπεμπαν μια δυναμική ξένη σ' εμένα. Το συγκεκριμένο πρότζεκτ μού παρείχε την ιδανική ευκαιρία για να τους προσεγγίσω και να τους φωτογραφίσω. Γενικά, η φωτογραφική μηχανή γίνεται ένα εξαιρετικό διαβατήριο για να μου ανοίξουν οι πόρτες των σπιτιών αυτών των ανθρώπων. Χάρη σ' αυτήν, μπορώ να τους προσεγγίσω και να επικοινωνήσω μαζί τους.
Άντλησα δύναμη και εμπνεύστηκα από την γνησιότητα των επιλογών και του τρόπου που επέλεξαν να συστήνονται στον κόσμο. Από την αυθεντικότητα και την ξεκάθαρη επιλογή των ανθρώπων αυτών να βαδίζουν ακούραστα σε έναν δρόμο που οι ίδιοι χάραξαν. Το ότι περπάτησα σ' αυτό το δρόμο μαζί τους, ήταν αποκαλυπτικό.
Τους περισσότερους από αυτούς τους κυνηγούσα με το μυαλό μου από καιρό. Εδώ πιστεύω πως το πλαίσιο της μικρής πόλης μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά. Σου προσφέρει την πολυτέλεια να παρατηρήσεις σε βάθος κάτι που σε άλλο περιβάλλον ενδεχομένως να σου διέφευγε και φυσικά μπορείς πολύ πιο εύκολα να προσεγγίσεις τους ανθρώπους που σε ενδιαφέρουν. Τους περισσότερους τους γνώριζα μέσα από τη δουλειά μου και νομίζω πως αυτό λειτούργησε καθησυχαστικά. Γνώριζαν ποια είμαι, ήξεραν ότι μπορούν να με βρουν στο φαρμακείο και ήταν πιο δεκτικοί απέναντί μου.
Νομίζω πως ακολούθησε η αποφασιστικότητα ή, για να μην κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου, η έντονη επιθυμία να διαψευστώ, να ενισχύσω με τη σειρά μου το στερεότυπο πως αυτοί οι άνθρωποι είναι γραφικοί, είναι αντάρτες της αισθητικής ή ακόμη και φανατικά αντισυμβατικοί. Τους προσέγγισα, μπήκα στα σπίτια τους, επικοινωνήσαμε.
Η αυθεντικότητά τους, η δυναμική που εξέπεμπαν ήταν αυτή που προσέλκυσε αρχικά το ενδιαφέρον μου. Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αυτοί είχαν αποφασίσει να ζήσουν, ο αυθορμητισμός, το ελεύθερο πνεύμα τους. Το παράδειγμά τους ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με όσα εγώ είχα διδαχθεί, με την πολιτική ορθότητα, αν θέλεις, του πλαισίου συμπεριφοράς μέσα στα πλαίσια μιας μικρής πόλης. Συνειδητοποίησα πως δεν είχα το σθένος να αποδεχτώ για πολλά χρόνια στοιχεία της προσωπικότητάς μου, τα καταπίεζα, ενώ οι συγκεκριμένοι άνθρωποι τόνιζαν με τέτοιο τρόπο όσα ένιωθαν πως τους χαρακτήριζαν, που δεν σου κρύβω ότι τους ζήλεψα. Είδα να αναβλύζει μια σπάνια ομορφιά από αυτή την επιλογή τους, από τον αντισυμβατικό τρόπο ζωής τους.
Kίνητρο της φωτογράφου Κωνσταντίας Μαζαράκη για το φωτογραφικό πρότζεκτ «Genuine» ήταν η περιέργειά της. Ένα πρωτόγονο ερέθισμα, όπως λέει η ίδια, που την τραβούσε κοντά σε όλους όσοι παρέκκλιναν από τη συμβατική εικόνα που είχε
σχηματίσει για τους ανθρώπους του τόπου της. Ανθρώπους που έδειχναν να αδιαφορούν για όσα σε μια μικρή κοινωνία, όπως η Βέροια, θεωρούνται αναμενόμενα, λογικά ή ακόμη κι επιβεβλημένα.
Η Κωνσταντία γεννήθηκε στη Βέροια, σπούδασε φαρμακευτική και διατηρεί φαρμακείο στην πόλη της. Όμως η φωτογραφία είναι η μεγάλη της αγάπη και όποτε βρίσκει ευκαιρία παίρνει την κάμερά της και φωτογραφίζει ό,τι της τραβάει την προσοχή. Αφορμή για την φωτογραφική σειρά Genuine στάθηκε μια εργασία που της ανατέθηκε στα πλαίσια ενός μαθήματος φωτογραφίας.
«Πάντοτε όσοι έμοιαζαν να λειτουργούν κάπως αντισυμβατικά μού ασκούσαν μεγάλη έλξη. Με τραβούσε κάτι απροσδιόριστο πάνω τους, εξέπεμπαν μια δυναμική ξένη σ' εμένα. Το συγκεκριμένο πρότζεκτ μού παρείχε την ιδανική ευκαιρία για να τους προσεγγίσω και να τους φωτογραφίσω. Γενικά, η φωτογραφική μηχανή γίνεται ένα εξαιρετικό διαβατήριο για να μου ανοίξουν οι πόρτες των σπιτιών αυτών των ανθρώπων. Χάρη σ' αυτήν, μπορώ να τους προσεγγίσω και να επικοινωνήσω μαζί τους.
Άντλησα δύναμη και εμπνεύστηκα από την γνησιότητα των επιλογών και του τρόπου που επέλεξαν να συστήνονται στον κόσμο. Από την αυθεντικότητα και την ξεκάθαρη επιλογή των ανθρώπων αυτών να βαδίζουν ακούραστα σε έναν δρόμο που οι ίδιοι χάραξαν. Το ότι περπάτησα σ' αυτό το δρόμο μαζί τους, ήταν αποκαλυπτικό.
Τους περισσότερους από αυτούς τους κυνηγούσα με το μυαλό μου από καιρό. Εδώ πιστεύω πως το πλαίσιο της μικρής πόλης μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά. Σου προσφέρει την πολυτέλεια να παρατηρήσεις σε βάθος κάτι που σε άλλο περιβάλλον ενδεχομένως να σου διέφευγε και φυσικά μπορείς πολύ πιο εύκολα να προσεγγίσεις τους ανθρώπους που σε ενδιαφέρουν. Τους περισσότερους τους γνώριζα μέσα από τη δουλειά μου και νομίζω πως αυτό λειτούργησε καθησυχαστικά. Γνώριζαν ποια είμαι, ήξεραν ότι μπορούν να με βρουν στο φαρμακείο και ήταν πιο δεκτικοί απέναντί μου.
Νομίζω πως ακολούθησε η αποφασιστικότητα ή, για να μην κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου, η έντονη επιθυμία να διαψευστώ, να ενισχύσω με τη σειρά μου το στερεότυπο πως αυτοί οι άνθρωποι είναι γραφικοί, είναι αντάρτες της αισθητικής ή ακόμη και φανατικά αντισυμβατικοί. Τους προσέγγισα, μπήκα στα σπίτια τους, επικοινωνήσαμε.
Η αυθεντικότητά τους, η δυναμική που εξέπεμπαν ήταν αυτή που προσέλκυσε αρχικά το ενδιαφέρον μου. Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αυτοί είχαν αποφασίσει να ζήσουν, ο αυθορμητισμός, το ελεύθερο πνεύμα τους. Το παράδειγμά τους ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με όσα εγώ είχα διδαχθεί, με την πολιτική ορθότητα, αν θέλεις, του πλαισίου συμπεριφοράς μέσα στα πλαίσια μιας μικρής πόλης. Συνειδητοποίησα πως δεν είχα το σθένος να αποδεχτώ για πολλά χρόνια στοιχεία της προσωπικότητάς μου, τα καταπίεζα, ενώ οι συγκεκριμένοι άνθρωποι τόνιζαν με τέτοιο τρόπο όσα ένιωθαν πως τους χαρακτήριζαν, που δεν σου κρύβω ότι τους ζήλεψα. Είδα να αναβλύζει μια σπάνια ομορφιά από αυτή την επιλογή τους, από τον αντισυμβατικό τρόπο ζωής τους.
Τον κύριο Χάρη, για παράδειγμα, δεν τον γνώριζα από πριν, η επαφή έγινε μέσω ενός γνωστού. Με υποδέχτηκε με πολύ μεγάλη χαρά στο σπίτι του, το οποίο πραγματικά ήταν σαν σκηνή Ινδιάνου φύλαρχου.
Θα πήγαινε στην τράπεζα, στο περίπτερο, φορώντας τα φτερά του. Πολλές φορές λοιπόν, η πραγματικότητα ξεπερνούσε τις προσδοκίες μου. Περίμενα ότι θα συναντήσω έναν άνθρωπο που ντυνόταν Ινδιάνος και συνάντησα έναν άνθρωπο που ήταν και στην πραγματικότητα Ινδιάνος, αν και έμενε στη Νάουσα. Όλη του η κοσμοθεωρία είχε στηριχτεί πάνω στην επιλογή του αυτή».
Πώς αντιμετωπίζονται αυτά τα πρόσωπα σε μια μικρή κοινωνία; «Κατά κύριο λόγο λατρεύονται και αποθεώνονται. Το έχουν κερδίσει αυτό. Είναι γοητευτικοί, γενναίοι και ελεύθεροι. Εγώ προσωπικά τους ξεχωρίζω από πολλούς άλλους που ζουν επιτηδευμένα μόνο και μόνο για να συντηρήσουν ένα κοινωνικό προφίλ που κάποιες φορές υποψιάζεσαι πως μπορεί να είναι και ψεύτικο» λέει η φωτογράφος.
Όπως λέει η ίδια αυτό που την κέρδισε ήταν η συνέπειά τους απέναντι σε όσα τους έκαναν να νιώθουν πλήρεις ακόμη κι αν αυτά θα χρειάζονταν χρόνο ή διάθεση ώστε να γίνουν αντιληπτά κι αποδεκτά. «Και πραγματικά, η μεγαλύτερή μου επιβράβευση ήταν όταν συνειδητοποίησα πως η ιδιαιτερότητά τους δεν ήταν παρέκκλιση, δεν ήταν περιθωριοποίηση, παρά ήταν μια ξεκάθαρα προσωπική ανάγκη να ζήσουν και να κοινωνικοποιηθούν έχοντας κόψει όλες τις κλωστές που θα τους ένωναν με το αόρατο χέρι της συμβατικότητας που ορίζει τις ζωές μας.
Άντλησα δύναμη και εμπνεύστηκα από τη γνησιότητα των επιλογών και του τρόπου που επέλεξαν να συστήνονται στον κόσμο. Από την αυθεντικότητα και την ξεκάθαρη επιλογή των ανθρώπων αυτών να βαδίζουν ακούραστα σε έναν δρόμο που οι ίδιοι χάραξαν. Το ότι περπάτησα σ' αυτό τον δρόμο μαζί τους, ήταν αποκαλυπτικό.
Διότι υπάρχουν γύρω μας άνθρωποι, υπάρχουν μπροστά μας εικόνες που δεν υποπτευόμαστε. Υπάρχουν γύρω μας άνθρωποι που ακόμη κι αν δεν τους συναντούσαμε ποτέ, θα ήμασταν ευγνώμονες αν επισκέπτονται έστω τη φαντασία μας.
Επανέρχομαι στον κύριο Χάρη, τον Ινδιάνο. Μόλις βρεθήκαμε μου είχε πει πως οι Ινδιάνοι θεωρούν ότι η φωτογραφία κλέβει την ανθρώπινη ψυχή. Αντιμετώπιζε κι ο ίδιος ένα ηθικό δίλημμα: να αρνηθεί τη φωτογράφιση για να νιώσει ότι ακολουθεί τα ήθη του λαού του ή να μου κάνει το χατήρι; Επέλεξε το δεύτερο λέγοντας πως ως σύγχρονος άνθρωπος επιθυμεί το παρόν του να μείνει στην αιωνιότητα. Θέλω να πιστεύω πως πήρε τη σωστή απόφαση». Ο κύριος Χάρης που ζούσε ως Ινδιάνος έχει φύγει από τη ζωή κι αυτός ήταν και ο λόγος που η Κωνσταντία επέλεξε τη φωτογραφία με τα μάτια του κλειστά.
Θα πήγαινε στην τράπεζα, στο περίπτερο, φορώντας τα φτερά του. Πολλές φορές λοιπόν, η πραγματικότητα ξεπερνούσε τις προσδοκίες μου. Περίμενα ότι θα συναντήσω έναν άνθρωπο που ντυνόταν Ινδιάνος και συνάντησα έναν άνθρωπο που ήταν και στην πραγματικότητα Ινδιάνος, αν και έμενε στη Νάουσα. Όλη του η κοσμοθεωρία είχε στηριχτεί πάνω στην επιλογή του αυτή».
Πώς αντιμετωπίζονται αυτά τα πρόσωπα σε μια μικρή κοινωνία; «Κατά κύριο λόγο λατρεύονται και αποθεώνονται. Το έχουν κερδίσει αυτό. Είναι γοητευτικοί, γενναίοι και ελεύθεροι. Εγώ προσωπικά τους ξεχωρίζω από πολλούς άλλους που ζουν επιτηδευμένα μόνο και μόνο για να συντηρήσουν ένα κοινωνικό προφίλ που κάποιες φορές υποψιάζεσαι πως μπορεί να είναι και ψεύτικο» λέει η φωτογράφος.
Όπως λέει η ίδια αυτό που την κέρδισε ήταν η συνέπειά τους απέναντι σε όσα τους έκαναν να νιώθουν πλήρεις ακόμη κι αν αυτά θα χρειάζονταν χρόνο ή διάθεση ώστε να γίνουν αντιληπτά κι αποδεκτά. «Και πραγματικά, η μεγαλύτερή μου επιβράβευση ήταν όταν συνειδητοποίησα πως η ιδιαιτερότητά τους δεν ήταν παρέκκλιση, δεν ήταν περιθωριοποίηση, παρά ήταν μια ξεκάθαρα προσωπική ανάγκη να ζήσουν και να κοινωνικοποιηθούν έχοντας κόψει όλες τις κλωστές που θα τους ένωναν με το αόρατο χέρι της συμβατικότητας που ορίζει τις ζωές μας.
Άντλησα δύναμη και εμπνεύστηκα από τη γνησιότητα των επιλογών και του τρόπου που επέλεξαν να συστήνονται στον κόσμο. Από την αυθεντικότητα και την ξεκάθαρη επιλογή των ανθρώπων αυτών να βαδίζουν ακούραστα σε έναν δρόμο που οι ίδιοι χάραξαν. Το ότι περπάτησα σ' αυτό τον δρόμο μαζί τους, ήταν αποκαλυπτικό.
Διότι υπάρχουν γύρω μας άνθρωποι, υπάρχουν μπροστά μας εικόνες που δεν υποπτευόμαστε. Υπάρχουν γύρω μας άνθρωποι που ακόμη κι αν δεν τους συναντούσαμε ποτέ, θα ήμασταν ευγνώμονες αν επισκέπτονται έστω τη φαντασία μας.
Επανέρχομαι στον κύριο Χάρη, τον Ινδιάνο. Μόλις βρεθήκαμε μου είχε πει πως οι Ινδιάνοι θεωρούν ότι η φωτογραφία κλέβει την ανθρώπινη ψυχή. Αντιμετώπιζε κι ο ίδιος ένα ηθικό δίλημμα: να αρνηθεί τη φωτογράφιση για να νιώσει ότι ακολουθεί τα ήθη του λαού του ή να μου κάνει το χατήρι; Επέλεξε το δεύτερο λέγοντας πως ως σύγχρονος άνθρωπος επιθυμεί το παρόν του να μείνει στην αιωνιότητα. Θέλω να πιστεύω πως πήρε τη σωστή απόφαση». Ο κύριος Χάρης που ζούσε ως Ινδιάνος έχει φύγει από τη ζωή κι αυτός ήταν και ο λόγος που η Κωνσταντία επέλεξε τη φωτογραφία με τα μάτια του κλειστά.
H Κωνσταντία Μαζαράκη εκτός από φαρμακοποιός έχει παρακολουθήσει σεμινάρια φωτογραφίας στο φωτογραφικό κέντρο Stereosis στη Θεσσαλονίκη. Είναι συνεργάτης του arive.gr και του rejected.gr. Φωτογραφίες και φωτογραφικά μου πρότζεκτ έχουν δημοσιευθεί κατά καιρούς σε ηλεκτρονικά μέσα, όπως το www.the-provinces.com.
πολύ πεζός, για να αντιληφθώ την επιφάνεια του βάθους της επιφάνειας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατί δεν παίρνεις το αυτοκίνητο;
ΔιαγραφήΑυτό θα πει τέχνη
ΑπάντησηΔιαγραφήΣΤΗΝ ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΡΑΝΤΙΝΑ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ
ΑπάντησηΔιαγραφή