Την Κυριακή 24 Μαΐου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναούσης. Στο τέλος τελέστηκε μνημόσυνο για τα θύματα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, παρουσία του Υφυπουργού Οικονομικών Απόστολου Βεσυρόπουλου, των Βουλευτών Ημαθίας Αναστασίου Μπαρτζώκα, Λαζάρου Τσαβδαρίδη και Φρόσως Καρασαρλίδου, του Αντιπεριφερειάρχη Ημαθίας Κωνσταντίνου Καλαϊτζίδη, των Δημάρχων, Βεροίας Κωνσταντίνου Βοργιαζίδη και Ναούσης Νικόλα Καρανικόλα και των λοιπών τοπικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών καθώς και με την συμμετοχή της Ευξείνου Λέσχη Ναούσης και άλλων πολιτιστικών συλλόγων και σωματείων.
Ο Σεβασμιώτατος στο κήρυγμα του αφού ανέλυσε την ευαγγελική περικοπή αναφέρθηκε ιδιαιτέρως στην Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «ἡ Ρωμανία κι ἄν πέρασεν, ἀνθεῖ καί φέρνει καί ἄλλο». Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας στο μνημείο της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού στο «Κιόσκι» Ναούσης ακολούθησε τρισάγιο και κατάθεση στεφάνων.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
«Οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ᾽ ἵνα φανερωθῇ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ». Στήν ἐρώτηση τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου γιά ποιόν λόγο ὁ τυφλός πού συνάντησαν στόν δρόμο τους γεννήθηκε τυφλός, ὁ Χριστός δίδει μιά ἀπροσδόκητη ἀπάντηση, ἀναιρώντας καί τίς δύο ἐναλλακτικές προτάσεις τῶν μαθητῶν του.
Δέν γεννήθηκε τυφλός οὔτε ἐπειδή ὁ ἴδιος ἁμάρτησε οὔτε ἐπειδή ἁμάρτησαν οἱ γονεῖς του, ἀλλά γιά νά γίνουν φανερά τά ἔργα τοῦ Θεοῦ.
Δέν ἀρκεῖται ὅμως μόνο σέ αὐτή τήν ἀπάντηση ὁ Χριστός. Τήν ἐπιβεβαιώνει καί μέ τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ. Γιατί στό σημερινό θαῦμα δέν εἶναι ὁ τυφλός πού πλησιάζει τόν Χριστό. Δέν εἶναι ὁ τυφλός πού ζητᾶ νά θεραπευθεῖ. Πιθανόν, ἄλλωστε, δέν γνώριζε ποιός περνοῦσε δίπλα του καί δέν μποροῦσε νά φαντασθεῖ ὅτι ἦταν δυνατόν νά ἀποκτήσει τό φῶς πού δέν εἶχε δεῖ ποτέ στή ζωή του. «Ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἠνέῳξέν τις ὀφθαλμούς τυφλοῦ γεγενημένου», θά πεῖ ἀργότερα στούς Φαρισαίους, ὅταν ἐκεῖνοι θά ὑποστηρίξουν ὅτι ὁ Χριστός, πού τοῦ ἄνοιξε τά μάτια, εἶναι ἕνας ἁμαρτωλός ἄνθρωπος.
Ὁ Χριστός εἶναι αὐτός πού πλησιάζει τόν τυφλό καί ὡς στοργικός Δημιουργός ἀποκαθιστᾶ τήν ἀτέλεια καί τοῦ χαρίζει τό φῶς.
Ἄν ὁ τυφλός δέν εἶχε βρεθεῖ σ᾽ αὐτή τήν κατάσταση, ἴσως νά μήν εἶχε γνωρίσει ποτέ τόν Χριστό. Ἴσως νά ἦταν ἕνας ἀπό τούς πολλούς Ἰουδαίους οἱ ὁποῖοι μπορεῖ καί νά εἶχαν ἀκούσει τόν Χριστό, μπορεῖ νά εἶχαν περάσει δίπλα του καί νά εἶχαν δεῖ κάποιο θαῦμα του, ἀλλά δέν εἶχαν δώσει σημασία καί τό εἶχαν ξεχάσει. Ὅμως τώρα πού ὁ Χριστός τόν θεραπεύει προσωπικά, τοῦ ἀνοίγει τά μάτια καί τοῦ ζητᾶ νά πιστεύσει στόν Υἱό τοῦ ἀνθρώπου, ὁ τυφλός βλέπει νά ἀποκαλύπτονται ἐνώπιόν του, νά ἀποκαλύπτονται μπροστά στά μέχρι τότε κλειστά του μάτια, «τά ἔργα τοῦ Θεοῦ».
Πολλές φορές ἀποροῦμε γιά πράγματα πού συμβαίνουν γύρω μας, γιά καταστάσεις καί συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν καί πιστεύουμε ὅτι δέν θά ἔπρεπε νά εἶναι ἔτσι, γιά δοκιμασίες καί θλίψεις πού μᾶς ἐπισκέπτονται καί ἐμεῖς ἀντιδροῦμε καί διαμαρτυρόμεθα καί κάποιες φορές γογγύζουμε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ γιατί τίς ἐπιτρέπει.
Πολλές φορές δυσκολευόμεθα νά κατανοήσουμε γιατί ἔρχονται κάποια πράγματα στή ζωή μας πού δέν τά θέλουμε, πού μᾶς στεροῦν κάποια προσφιλῆ καί ἀγαπητά μας πρόσωπα, πού δοκιμάζουν τήν ὑπομονή μας, καί λέμε «γιατί, Θεέ μου; γιατί σέ μένα;»
Ὅλες αὐτές οἱ ἀπορίες καί τά ἐρωτήματα πού συχνά ἀνακύπτουν στήν ψυχή ὅλων μας παίρνουν σήμερα τήν ἀπάντησή τους ὄχι ἀπό κάποιον ἄνθρωπο ἀλλά ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ὅλα αὐτά πού συμβαίνουν καί γίνονται στή ζωή μας καί στόν κόσμο γύρω μας γίνονται γιά νά φανερωθοῦν, γιά νά ἀποκαλυφθοῦν, σέ ὅσους ἔχουν τή διάθεση νά τά δοῦν, τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. Διότι ἡ διάθεση τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ πίστη του εἶναι οἱ προϋποθέσεις γιά νά δεῖ τό θαῦμα καί κατανοήσει ὅ,τι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀποκαλύπτει. Διότι τό θαῦμα τῆς σημερινῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ὁράσεως τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ δέν τό ἔζησε μόνο ὁ θεραπευθείς τυφλός, τό διαπίστωσαν καί οἱ φαρισαῖοι. Ὅμως αὐτοί, ἀντίθετα ἀπό ἐκεῖνον, δέν θέλησαν νά πιστεύσουν, καί ἔτσι στερήθηκαν τήν εὐκαιρία νά φανερωθοῦν καί σέ αὐτούς τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. Καί τό σπουδαιότερο μεταξύ τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἄλλο παρά ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσα κάνει ὁ Θεός, σέ αὐτό ἀποβλέπουν, στή σωτηρία μας, καί αὐτήν κέρδισε καί ὁ τυφλός τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ἀλλά θά κερδίσουμε καί ἐμεῖς, ἐάν ὑπομένουμε, μέ ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅσα Ἐκεῖνος ἐπιτρέπει νά μᾶς συμβοῦν, γιατί μέσα ἀπό αὐτά ἀπεργάζεται τή σωτηρία μας, ἀπεργάζεται τή σωτηρία ὅσων τόν πιστεύουν καί τοῦ προσφέρουν τήν εἰλικρινῆ τους διάθεση.
Σήμερα ὁ Ἑλληνισμός καί ἰδιαιτέρως ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός, τιμᾶ μία θλιβερή ἐπέτειο, τιμᾶ τήν τραγική ἐπέτειο τῆς Γενοκτονίας τῶν πατέρων μας, τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου. Τιμᾶ τόν ξεριζωμό καί τό μαρτύριο χιλιάδων προγόνων μας πού θυσιάσθηκαν ἐν ὀνόματι ἑνός τυφλοῦ φανατισμοῦ, πού ἐπιδίωκε νά ἐξαλείψει τήν ἱστορία καί τά ἀνεξίτηλα ἴχνη τοῦ πολιτισμοῦ πού ἄφησαν οἱ Ἕλληνες στόν Πόντο γιά τρεῖς χιλιάδες χρόνια. Τιμᾶ τή μνήμη καί τή θυσία ὅλων ἐκείνων πού στάθηκαν ὄρθιοι ἀπέναντι στή λαίλαπα ἑνός μισαλλόδοξου δυνάστη πού θέλησε νά τούς ἀφανίσει καί νά τούς ἐξαφανίσει, γιατί νόμισε πώς ἔτσι θά ἑδραίωνε τή θέση του σέ ἕναν τόπο πού στήν πραγματικότητα δέν τοῦ ἀνήκει καί πού ἀκόμη καί σήμερα, ἑκατόν ἕνα χρόνια μετά τή φοβερή γενοκτονία, ὅποια πέτρα καί ἄν σηκώσει κανείς καί στό πιό ἀπόμακρο καί ἀπόκρημνο βουνό μιά λέξη ἔχει χαραγμένη ἀπό κάτω: Ἑλληνισμός.
Ἐπέτρεψε ὅμως ὁ Θεός αὐτή τή δοκιμασία, ἐπέτρεψε αὐτόν τόν ξεριζωμό, τό μαρτύριο καί τήν προσφυγιά, γιά νά δείξουν οἱ Πόντιοι τή ἀκατάβλητη δύναμη τῆς ψυχῆς καί τῆς θελήσεώς τους. Γιά νά δείξουν ὅτι, παρά τίς κακουχίες πού ὑπέμειναν, ἄντεξαν καί στάθηκαν ξανά στά πόδια τους καί μεγαλούργησαν καί πάλι, ὅπου καί ἄν βρέθηκαν, καί δέν ξέχασαν ποτέ τόν Πόντο, τήν πατρίδα, τή γλώσσα, τήν ἱστορία, τά ἤθη καί τά ἔθιμά τους, γιά νά θυμίζουν καί σέ ἐκείνους πού νόμισαν ὅτι θά τούς σβύσουν ἀπό τόν χάρτη ὅτι «ἡ Ρωμανία κι ἄν πέρασεν, ἀνθεῖ καί φέρνει καί ἄλλο», ὅταν βέβαια ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός εἶναι ἑνωμένος καί ἀγωνίζεται ἀπό κοινοῦ γιά τή δικαίωσή του.
Τιμώντας τή θλιβερή αὐτή ἑκατοστή πρώτη ἐπέτειο τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ ἐδῶ στήν ἡρωική Νάουσα, πού ἔζησε καί αὐτή πρίν ἀπό διακόσια σχεδόν χρόνια τό δικό της ὁλοκαύτωμα, μνημονεύουμε τή θυσία τῶν μαρτυρικῶν προγόνων μας καί προσευχόμεθα νά μήν ἐπιτρέψει ὁ Θεός ποτέ ξανά νά ζήσει ὁ Ἑλληνισμός μία τέτοια συμφορά, ἀλλά καί εὐχόμεθα ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς τους νά μᾶς ἐμπνέει ὅλους μας πάντοτε».
Ο Σεβασμιώτατος στο κήρυγμα του αφού ανέλυσε την ευαγγελική περικοπή αναφέρθηκε ιδιαιτέρως στην Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «ἡ Ρωμανία κι ἄν πέρασεν, ἀνθεῖ καί φέρνει καί ἄλλο». Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας στο μνημείο της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού στο «Κιόσκι» Ναούσης ακολούθησε τρισάγιο και κατάθεση στεφάνων.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
«Οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ᾽ ἵνα φανερωθῇ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ». Στήν ἐρώτηση τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου γιά ποιόν λόγο ὁ τυφλός πού συνάντησαν στόν δρόμο τους γεννήθηκε τυφλός, ὁ Χριστός δίδει μιά ἀπροσδόκητη ἀπάντηση, ἀναιρώντας καί τίς δύο ἐναλλακτικές προτάσεις τῶν μαθητῶν του.
Δέν γεννήθηκε τυφλός οὔτε ἐπειδή ὁ ἴδιος ἁμάρτησε οὔτε ἐπειδή ἁμάρτησαν οἱ γονεῖς του, ἀλλά γιά νά γίνουν φανερά τά ἔργα τοῦ Θεοῦ.
Δέν ἀρκεῖται ὅμως μόνο σέ αὐτή τήν ἀπάντηση ὁ Χριστός. Τήν ἐπιβεβαιώνει καί μέ τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ. Γιατί στό σημερινό θαῦμα δέν εἶναι ὁ τυφλός πού πλησιάζει τόν Χριστό. Δέν εἶναι ὁ τυφλός πού ζητᾶ νά θεραπευθεῖ. Πιθανόν, ἄλλωστε, δέν γνώριζε ποιός περνοῦσε δίπλα του καί δέν μποροῦσε νά φαντασθεῖ ὅτι ἦταν δυνατόν νά ἀποκτήσει τό φῶς πού δέν εἶχε δεῖ ποτέ στή ζωή του. «Ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἠνέῳξέν τις ὀφθαλμούς τυφλοῦ γεγενημένου», θά πεῖ ἀργότερα στούς Φαρισαίους, ὅταν ἐκεῖνοι θά ὑποστηρίξουν ὅτι ὁ Χριστός, πού τοῦ ἄνοιξε τά μάτια, εἶναι ἕνας ἁμαρτωλός ἄνθρωπος.
Ὁ Χριστός εἶναι αὐτός πού πλησιάζει τόν τυφλό καί ὡς στοργικός Δημιουργός ἀποκαθιστᾶ τήν ἀτέλεια καί τοῦ χαρίζει τό φῶς.
Ἄν ὁ τυφλός δέν εἶχε βρεθεῖ σ᾽ αὐτή τήν κατάσταση, ἴσως νά μήν εἶχε γνωρίσει ποτέ τόν Χριστό. Ἴσως νά ἦταν ἕνας ἀπό τούς πολλούς Ἰουδαίους οἱ ὁποῖοι μπορεῖ καί νά εἶχαν ἀκούσει τόν Χριστό, μπορεῖ νά εἶχαν περάσει δίπλα του καί νά εἶχαν δεῖ κάποιο θαῦμα του, ἀλλά δέν εἶχαν δώσει σημασία καί τό εἶχαν ξεχάσει. Ὅμως τώρα πού ὁ Χριστός τόν θεραπεύει προσωπικά, τοῦ ἀνοίγει τά μάτια καί τοῦ ζητᾶ νά πιστεύσει στόν Υἱό τοῦ ἀνθρώπου, ὁ τυφλός βλέπει νά ἀποκαλύπτονται ἐνώπιόν του, νά ἀποκαλύπτονται μπροστά στά μέχρι τότε κλειστά του μάτια, «τά ἔργα τοῦ Θεοῦ».
Πολλές φορές ἀποροῦμε γιά πράγματα πού συμβαίνουν γύρω μας, γιά καταστάσεις καί συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν καί πιστεύουμε ὅτι δέν θά ἔπρεπε νά εἶναι ἔτσι, γιά δοκιμασίες καί θλίψεις πού μᾶς ἐπισκέπτονται καί ἐμεῖς ἀντιδροῦμε καί διαμαρτυρόμεθα καί κάποιες φορές γογγύζουμε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ γιατί τίς ἐπιτρέπει.
Πολλές φορές δυσκολευόμεθα νά κατανοήσουμε γιατί ἔρχονται κάποια πράγματα στή ζωή μας πού δέν τά θέλουμε, πού μᾶς στεροῦν κάποια προσφιλῆ καί ἀγαπητά μας πρόσωπα, πού δοκιμάζουν τήν ὑπομονή μας, καί λέμε «γιατί, Θεέ μου; γιατί σέ μένα;»
Ὅλες αὐτές οἱ ἀπορίες καί τά ἐρωτήματα πού συχνά ἀνακύπτουν στήν ψυχή ὅλων μας παίρνουν σήμερα τήν ἀπάντησή τους ὄχι ἀπό κάποιον ἄνθρωπο ἀλλά ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ὅλα αὐτά πού συμβαίνουν καί γίνονται στή ζωή μας καί στόν κόσμο γύρω μας γίνονται γιά νά φανερωθοῦν, γιά νά ἀποκαλυφθοῦν, σέ ὅσους ἔχουν τή διάθεση νά τά δοῦν, τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. Διότι ἡ διάθεση τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ πίστη του εἶναι οἱ προϋποθέσεις γιά νά δεῖ τό θαῦμα καί κατανοήσει ὅ,τι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀποκαλύπτει. Διότι τό θαῦμα τῆς σημερινῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ὁράσεως τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ δέν τό ἔζησε μόνο ὁ θεραπευθείς τυφλός, τό διαπίστωσαν καί οἱ φαρισαῖοι. Ὅμως αὐτοί, ἀντίθετα ἀπό ἐκεῖνον, δέν θέλησαν νά πιστεύσουν, καί ἔτσι στερήθηκαν τήν εὐκαιρία νά φανερωθοῦν καί σέ αὐτούς τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. Καί τό σπουδαιότερο μεταξύ τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἄλλο παρά ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσα κάνει ὁ Θεός, σέ αὐτό ἀποβλέπουν, στή σωτηρία μας, καί αὐτήν κέρδισε καί ὁ τυφλός τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ἀλλά θά κερδίσουμε καί ἐμεῖς, ἐάν ὑπομένουμε, μέ ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅσα Ἐκεῖνος ἐπιτρέπει νά μᾶς συμβοῦν, γιατί μέσα ἀπό αὐτά ἀπεργάζεται τή σωτηρία μας, ἀπεργάζεται τή σωτηρία ὅσων τόν πιστεύουν καί τοῦ προσφέρουν τήν εἰλικρινῆ τους διάθεση.
Σήμερα ὁ Ἑλληνισμός καί ἰδιαιτέρως ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός, τιμᾶ μία θλιβερή ἐπέτειο, τιμᾶ τήν τραγική ἐπέτειο τῆς Γενοκτονίας τῶν πατέρων μας, τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου. Τιμᾶ τόν ξεριζωμό καί τό μαρτύριο χιλιάδων προγόνων μας πού θυσιάσθηκαν ἐν ὀνόματι ἑνός τυφλοῦ φανατισμοῦ, πού ἐπιδίωκε νά ἐξαλείψει τήν ἱστορία καί τά ἀνεξίτηλα ἴχνη τοῦ πολιτισμοῦ πού ἄφησαν οἱ Ἕλληνες στόν Πόντο γιά τρεῖς χιλιάδες χρόνια. Τιμᾶ τή μνήμη καί τή θυσία ὅλων ἐκείνων πού στάθηκαν ὄρθιοι ἀπέναντι στή λαίλαπα ἑνός μισαλλόδοξου δυνάστη πού θέλησε νά τούς ἀφανίσει καί νά τούς ἐξαφανίσει, γιατί νόμισε πώς ἔτσι θά ἑδραίωνε τή θέση του σέ ἕναν τόπο πού στήν πραγματικότητα δέν τοῦ ἀνήκει καί πού ἀκόμη καί σήμερα, ἑκατόν ἕνα χρόνια μετά τή φοβερή γενοκτονία, ὅποια πέτρα καί ἄν σηκώσει κανείς καί στό πιό ἀπόμακρο καί ἀπόκρημνο βουνό μιά λέξη ἔχει χαραγμένη ἀπό κάτω: Ἑλληνισμός.
Ἐπέτρεψε ὅμως ὁ Θεός αὐτή τή δοκιμασία, ἐπέτρεψε αὐτόν τόν ξεριζωμό, τό μαρτύριο καί τήν προσφυγιά, γιά νά δείξουν οἱ Πόντιοι τή ἀκατάβλητη δύναμη τῆς ψυχῆς καί τῆς θελήσεώς τους. Γιά νά δείξουν ὅτι, παρά τίς κακουχίες πού ὑπέμειναν, ἄντεξαν καί στάθηκαν ξανά στά πόδια τους καί μεγαλούργησαν καί πάλι, ὅπου καί ἄν βρέθηκαν, καί δέν ξέχασαν ποτέ τόν Πόντο, τήν πατρίδα, τή γλώσσα, τήν ἱστορία, τά ἤθη καί τά ἔθιμά τους, γιά νά θυμίζουν καί σέ ἐκείνους πού νόμισαν ὅτι θά τούς σβύσουν ἀπό τόν χάρτη ὅτι «ἡ Ρωμανία κι ἄν πέρασεν, ἀνθεῖ καί φέρνει καί ἄλλο», ὅταν βέβαια ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός εἶναι ἑνωμένος καί ἀγωνίζεται ἀπό κοινοῦ γιά τή δικαίωσή του.
Τιμώντας τή θλιβερή αὐτή ἑκατοστή πρώτη ἐπέτειο τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ ἐδῶ στήν ἡρωική Νάουσα, πού ἔζησε καί αὐτή πρίν ἀπό διακόσια σχεδόν χρόνια τό δικό της ὁλοκαύτωμα, μνημονεύουμε τή θυσία τῶν μαρτυρικῶν προγόνων μας καί προσευχόμεθα νά μήν ἐπιτρέψει ὁ Θεός ποτέ ξανά νά ζήσει ὁ Ἑλληνισμός μία τέτοια συμφορά, ἀλλά καί εὐχόμεθα ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς τους νά μᾶς ἐμπνέει ὅλους μας πάντοτε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.