Βρισκόταν εκατόν σαράντα πέντε ημέρες μεταξύ ζωής και θανάτου. Για τόσον καιρό, μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής, νοσηλευόταν στον «Ευαγγελισμό» ο 73χρονος εγκαυματίας Σπύρος Σπυρίδης. Το πρώτο χειρουργείο κράτησε οκτώ ώρες, αλλά οι πλαστικές απέτυχαν. Ακολούθησαν και
άλλες επεμβάσεις, πνευμονικά οιδήματα, το σύνδρομο της «βύθισης» που καταβάλλει όσους μένουν επί μακρόν σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Ώσπου στις 15 Δεκεμβρίου ο Σπύρος Σπυρίδης πέθανε από πολλαπλή οργανική ανεπάρκεια. Ηταν το 100ό θύμα της τραγωδίας.
Ωστόσο αυτή δεν είναι η ιστορία του θανάτου του. Μιλώντας με τα παιδιά του, Κώστα και Κατερίνα, η εφημερίδα «Καθημερινή» παρουσιάζει τη ζωή του Σπύρου Σπυρίδη, του ανθρώπου που, παρά τα βαριά προβλήματα υγείας που κουβαλούσε, κατάφερε να διασώσει τα δύο του εγγόνια από τις φλόγες στις 23 Ιουλίου.
Γέννημα θρέμμα της Αθήνας, ο Σπυρίδης μεγάλωσε στη γειτονιά των Ανω Πετραλώνων, προτού μετακομίσει στην Αγία Παρασκευή. Γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του όταν εκείνη ως μοδίστρα επισκέφθηκε το σπίτι του για να ράψει φόρεμα στη μητέρα του. Εργάστηκε στη ΔΕΗ έχοντας ειδίκευση στα υδροηλεκτρικά έργα. Ως υπεύθυνος εργοταξίων αντιμετώπιζε το πόστο του σαν διευθυντής ορχήστρας. Του άρεσε να οργανώνει, να κατευθύνει, να λύνει προβλήματα που ανέκυπταν. Ταξίδευε συχνά για τις ανάγκες της δουλειάς του τόσο στον Νέστο όσο και στον Αλιάκμονα. Το 1986 αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Ημαθία, στον οικισμό Αμμος, λίγο έξω από τη Βέροια. Παρέμεινε εκεί και μετά τη συνταξιοδότησή του – τόσο πολύ τον είχε κερδίσει ο τόπος.
Τα χρόνια που περνούσαν, όμως, άφηναν τα σημάδια τους πάνω του. Επειτα από μια σπονδυλοδεσία, η κινητικότητά του επανήλθε στο 80%. Είχε και θέματα με την καρδιά του. Ακόμη και σε μια βροχερή ημέρα, το μυαλό των παιδιών του πήγαινε σε αυτόν: να προσέξει στα βήματά του εάν κυκλοφορεί έξω, να μην έχει κάποιο ατύχημα.
Το καλοκαίρι ο γιος του, Κώστας, νοίκιασε όπως συνήθιζε ένα σπίτι στο Μάτι για να παραθερίσει με την οικογένειά του. Πρότεινε στους γονείς του να έρθουν για λίγες ημέρες εκεί και να κάνουν διακοπές μαζί με τα δύο εγγόνια τους. Το απόγευμα της 23ης Ιουλίου βρήκε στον Κώστα Σπυρίδη αποκλεισμένο στη λεωφόρο Μαραθώνος καθώς επέστρεφε από τη δουλειά του. Στη θέα της φωτιάς οι γονείς του μαζί με τα παιδιά του προσπάθησαν να εγκαταλείψουν το Μάτι οδικώς. Το όχημά τους όμως εγκλωβίστηκε. Συνέχισαν με τα πόδια. Μέσα στους καπνούς, βρήκαν ένα άνοιγμα που οδηγούσε στη θάλασσα. Εκεί τους πρόφτασε το θερμικό κύμα.
Οι δύο ηλικιωμένοι κατέβηκαν τα βράχια έχοντας τα εγγόνια τους στην αγκαλιά. Παρέμειναν πέντε ώρες μέσα στη θάλασσα, με τον ουρανό να βρέχει καύτρες και κλαδιά δέντρων. Προσπάθησαν να καθησυχάσουν τα δύο παιδιά αποσπώντας την προσοχή τους με παιχνίδια στο νερό. Δεν ήταν εύκολο. Με κάθε έκρηξη εγκλωβισμένου αυτοκινήτου στη στεριά, φούντωνε και πάλι η φωτιά. Πώς να αγνοήσει κάποιος τόση καταστροφή ολόγυρα; Αυτή η πολύωρη παραμονή των πυρόπληκτων μέσα στο θαλασσινό νερό θα δυσκόλευε σε αρκετές περιπτώσεις αργότερα τη χειρουργική αντιμετώπιση των εγκαυμάτων τους. Τα τραύματά τους είχαν μολυνθεί.
Οταν υποχώρησαν οι φλόγες, οι τέσσερίς τους βρήκαν καταφύγιο σε ξενοδοχείο του Ματιού. Κανείς αρμόδιος –αστυνομικός ή πυροσβέστης– δεν τους είχε συνδράμει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Οταν έφτασε ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ, ο Σπύρος Σπυρίδης επέμεινε να παραληφθούν πρώτα τα εγγόνια του. Οι διασώστες δεν τον άκουσαν. Εκείνος έφερε τα πιο βαριά τραύματα και έχρηζε άμεσης διακομιδής. Είχε εγκαύματα δευτέρου και τρίτου βαθμού στο 19% του σώματός του. Στα χέρια, στα πόδια και στην πλάτη. Δεύτερο ασθενοφόρο παρέλαβε τη σύζυγό του και τα δύο εγγόνια τους.
Για πολλές εβδομάδες οι συγγενείς της οικογένειας ήταν διασκορπισμένοι σε διαφορετικά νοσοκομεία. Τα παιδιά νοσηλεύονταν στο Παίδων και οι ηλικιωμένοι στον «Ευαγγελισμό». Αρχικά ο Σπύρος Σπυρίδης ήταν σε διαφορετικό όροφο από τη γυναίκα του. «Θυμάμαι πόσο βασανίστηκαν τις πρώτες ημέρες, πόσο πονούσαν από τους σπασμούς και τους υψηλούς πυρετούς», λέει στην «Κ» η κόρη τους, Κατερίνα.
Επειτα από 2,5 μήνες, η σύζυγος του Σπύρου Σπυρίδη έλαβε εξιτήριο. Η δική του νοσηλεία όμως παρατάθηκε. Παρά τα συνεχή χειρουργεία, εκείνος έδειχνε αισιόδοξος. «Ηταν πάντα άνθρωπος που δεν ήθελε να φανερώνει τον πόνο του. Δεν γκρίνιαξε ποτέ», λέει η κόρη του. Εντυπωσιασμένοι και οι γιατροί από το σθένος του, τον αποκαλούσαν «χαϊλάντερ» (από τον αθάνατο πολεμιστή της ομώνυμης ταινίας). «Ελεγε πως θα συνεχίσει τις διακοπές με τα εγγόνια του», θυμάται ο γιος του, Κώστας.
Πέρασε ένα διάστημα διασωληνωμένος στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, ενώ υπήρξε και μια περίοδος «βύθισης», με τον 73χρονο να μην ξέρει πού βρίσκεται και να ζητάει να σηκωθεί από το κρεβάτι. Χρειάστηκε να του χορηγηθούν ηρεμιστικά. Στο μεγαλύτερο διάστημα της νοσηλείας του, όμως, είχε καλά επίπεδα συνείδησης. Προσπαθούσε να μείνει αγκιστρωμένος στο παρόν. «Είχαμε πολλές ψυχικές διακυμάνσεις. Υπήρξαν ημέρες που πραγματικά πιστέψαμε ότι θα γίνει καλά. Πριν από ένα μήνα πίστευα ότι θα βγει από το νοσοκομείο», λέει η Κατερίνα Σπυρίδη. «Είχαμε κοντράστ συναισθημάτων. Τη μια μέρα άκουγες κάτι ενθαρρυντικό και μετά έχανες τη γη κάτω από τα πόδια σου», λέει ο Κώστας Σπυρίδης.
Και οι δύο αναγνωρίζουν τις μεγάλες προσπάθειες των γιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού στον «Ευαγγελισμό», αλλά και τη στήριξη που παρέχουν μέχρι και σήμερα –εάν χρειαστεί– οι παιδοψυχίατροι του νοσοκομείου «Γεώργιος Γεννηματάς».
Η Κατερίνα Σπυρίδη θυμάται την τελευταία φορά που κατάφερε να επικοινωνήσει με τον πατέρα της, λίγες ημέρες προτού εκείνος πεθάνει. Λόγω τραχειοστομίας ο 73χρονος δεν μπορούσε να μιλήσει. Ωστόσο φάνηκε να αναγνωρίζει τα πρόσωπα της οικογένειάς του και συγκινήθηκε. «Ενιωθα ότι ο χώρος γύρω του αποπνέει περηφάνια. Υπήρξαν φορές κατά τη διάρκεια της νοσηλείας που λύγισα, αλλά σκεφτόμουν ότι αυτός ο άνθρωπος δεν εκφράζει πόνο, οπότε και εγώ δεν πρέπει να το βάλω κάτω», λέει η κ. Σπυρίδη. Ο αδερφός της ακόμη προσπαθεί να εξηγήσει πώς ο πατέρας τους κατάφερε, παρά τη μειωμένη του κινητικότητα και άλλα προβλήματα υγείας, να ξεφύγει από τις φλόγες και να σώσει τα εγγόνια του. «Είναι αστείρευτη η δύναμη του ανθρώπου», λέει.
άλλες επεμβάσεις, πνευμονικά οιδήματα, το σύνδρομο της «βύθισης» που καταβάλλει όσους μένουν επί μακρόν σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Ώσπου στις 15 Δεκεμβρίου ο Σπύρος Σπυρίδης πέθανε από πολλαπλή οργανική ανεπάρκεια. Ηταν το 100ό θύμα της τραγωδίας.
Ωστόσο αυτή δεν είναι η ιστορία του θανάτου του. Μιλώντας με τα παιδιά του, Κώστα και Κατερίνα, η εφημερίδα «Καθημερινή» παρουσιάζει τη ζωή του Σπύρου Σπυρίδη, του ανθρώπου που, παρά τα βαριά προβλήματα υγείας που κουβαλούσε, κατάφερε να διασώσει τα δύο του εγγόνια από τις φλόγες στις 23 Ιουλίου.
Γέννημα θρέμμα της Αθήνας, ο Σπυρίδης μεγάλωσε στη γειτονιά των Ανω Πετραλώνων, προτού μετακομίσει στην Αγία Παρασκευή. Γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του όταν εκείνη ως μοδίστρα επισκέφθηκε το σπίτι του για να ράψει φόρεμα στη μητέρα του. Εργάστηκε στη ΔΕΗ έχοντας ειδίκευση στα υδροηλεκτρικά έργα. Ως υπεύθυνος εργοταξίων αντιμετώπιζε το πόστο του σαν διευθυντής ορχήστρας. Του άρεσε να οργανώνει, να κατευθύνει, να λύνει προβλήματα που ανέκυπταν. Ταξίδευε συχνά για τις ανάγκες της δουλειάς του τόσο στον Νέστο όσο και στον Αλιάκμονα. Το 1986 αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Ημαθία, στον οικισμό Αμμος, λίγο έξω από τη Βέροια. Παρέμεινε εκεί και μετά τη συνταξιοδότησή του – τόσο πολύ τον είχε κερδίσει ο τόπος.
Τα χρόνια που περνούσαν, όμως, άφηναν τα σημάδια τους πάνω του. Επειτα από μια σπονδυλοδεσία, η κινητικότητά του επανήλθε στο 80%. Είχε και θέματα με την καρδιά του. Ακόμη και σε μια βροχερή ημέρα, το μυαλό των παιδιών του πήγαινε σε αυτόν: να προσέξει στα βήματά του εάν κυκλοφορεί έξω, να μην έχει κάποιο ατύχημα.
Το καλοκαίρι ο γιος του, Κώστας, νοίκιασε όπως συνήθιζε ένα σπίτι στο Μάτι για να παραθερίσει με την οικογένειά του. Πρότεινε στους γονείς του να έρθουν για λίγες ημέρες εκεί και να κάνουν διακοπές μαζί με τα δύο εγγόνια τους. Το απόγευμα της 23ης Ιουλίου βρήκε στον Κώστα Σπυρίδη αποκλεισμένο στη λεωφόρο Μαραθώνος καθώς επέστρεφε από τη δουλειά του. Στη θέα της φωτιάς οι γονείς του μαζί με τα παιδιά του προσπάθησαν να εγκαταλείψουν το Μάτι οδικώς. Το όχημά τους όμως εγκλωβίστηκε. Συνέχισαν με τα πόδια. Μέσα στους καπνούς, βρήκαν ένα άνοιγμα που οδηγούσε στη θάλασσα. Εκεί τους πρόφτασε το θερμικό κύμα.
Οι δύο ηλικιωμένοι κατέβηκαν τα βράχια έχοντας τα εγγόνια τους στην αγκαλιά. Παρέμειναν πέντε ώρες μέσα στη θάλασσα, με τον ουρανό να βρέχει καύτρες και κλαδιά δέντρων. Προσπάθησαν να καθησυχάσουν τα δύο παιδιά αποσπώντας την προσοχή τους με παιχνίδια στο νερό. Δεν ήταν εύκολο. Με κάθε έκρηξη εγκλωβισμένου αυτοκινήτου στη στεριά, φούντωνε και πάλι η φωτιά. Πώς να αγνοήσει κάποιος τόση καταστροφή ολόγυρα; Αυτή η πολύωρη παραμονή των πυρόπληκτων μέσα στο θαλασσινό νερό θα δυσκόλευε σε αρκετές περιπτώσεις αργότερα τη χειρουργική αντιμετώπιση των εγκαυμάτων τους. Τα τραύματά τους είχαν μολυνθεί.
Οταν υποχώρησαν οι φλόγες, οι τέσσερίς τους βρήκαν καταφύγιο σε ξενοδοχείο του Ματιού. Κανείς αρμόδιος –αστυνομικός ή πυροσβέστης– δεν τους είχε συνδράμει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Οταν έφτασε ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ, ο Σπύρος Σπυρίδης επέμεινε να παραληφθούν πρώτα τα εγγόνια του. Οι διασώστες δεν τον άκουσαν. Εκείνος έφερε τα πιο βαριά τραύματα και έχρηζε άμεσης διακομιδής. Είχε εγκαύματα δευτέρου και τρίτου βαθμού στο 19% του σώματός του. Στα χέρια, στα πόδια και στην πλάτη. Δεύτερο ασθενοφόρο παρέλαβε τη σύζυγό του και τα δύο εγγόνια τους.
Για πολλές εβδομάδες οι συγγενείς της οικογένειας ήταν διασκορπισμένοι σε διαφορετικά νοσοκομεία. Τα παιδιά νοσηλεύονταν στο Παίδων και οι ηλικιωμένοι στον «Ευαγγελισμό». Αρχικά ο Σπύρος Σπυρίδης ήταν σε διαφορετικό όροφο από τη γυναίκα του. «Θυμάμαι πόσο βασανίστηκαν τις πρώτες ημέρες, πόσο πονούσαν από τους σπασμούς και τους υψηλούς πυρετούς», λέει στην «Κ» η κόρη τους, Κατερίνα.
Επειτα από 2,5 μήνες, η σύζυγος του Σπύρου Σπυρίδη έλαβε εξιτήριο. Η δική του νοσηλεία όμως παρατάθηκε. Παρά τα συνεχή χειρουργεία, εκείνος έδειχνε αισιόδοξος. «Ηταν πάντα άνθρωπος που δεν ήθελε να φανερώνει τον πόνο του. Δεν γκρίνιαξε ποτέ», λέει η κόρη του. Εντυπωσιασμένοι και οι γιατροί από το σθένος του, τον αποκαλούσαν «χαϊλάντερ» (από τον αθάνατο πολεμιστή της ομώνυμης ταινίας). «Ελεγε πως θα συνεχίσει τις διακοπές με τα εγγόνια του», θυμάται ο γιος του, Κώστας.
Πέρασε ένα διάστημα διασωληνωμένος στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, ενώ υπήρξε και μια περίοδος «βύθισης», με τον 73χρονο να μην ξέρει πού βρίσκεται και να ζητάει να σηκωθεί από το κρεβάτι. Χρειάστηκε να του χορηγηθούν ηρεμιστικά. Στο μεγαλύτερο διάστημα της νοσηλείας του, όμως, είχε καλά επίπεδα συνείδησης. Προσπαθούσε να μείνει αγκιστρωμένος στο παρόν. «Είχαμε πολλές ψυχικές διακυμάνσεις. Υπήρξαν ημέρες που πραγματικά πιστέψαμε ότι θα γίνει καλά. Πριν από ένα μήνα πίστευα ότι θα βγει από το νοσοκομείο», λέει η Κατερίνα Σπυρίδη. «Είχαμε κοντράστ συναισθημάτων. Τη μια μέρα άκουγες κάτι ενθαρρυντικό και μετά έχανες τη γη κάτω από τα πόδια σου», λέει ο Κώστας Σπυρίδης.
Και οι δύο αναγνωρίζουν τις μεγάλες προσπάθειες των γιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού στον «Ευαγγελισμό», αλλά και τη στήριξη που παρέχουν μέχρι και σήμερα –εάν χρειαστεί– οι παιδοψυχίατροι του νοσοκομείου «Γεώργιος Γεννηματάς».
Η Κατερίνα Σπυρίδη θυμάται την τελευταία φορά που κατάφερε να επικοινωνήσει με τον πατέρα της, λίγες ημέρες προτού εκείνος πεθάνει. Λόγω τραχειοστομίας ο 73χρονος δεν μπορούσε να μιλήσει. Ωστόσο φάνηκε να αναγνωρίζει τα πρόσωπα της οικογένειάς του και συγκινήθηκε. «Ενιωθα ότι ο χώρος γύρω του αποπνέει περηφάνια. Υπήρξαν φορές κατά τη διάρκεια της νοσηλείας που λύγισα, αλλά σκεφτόμουν ότι αυτός ο άνθρωπος δεν εκφράζει πόνο, οπότε και εγώ δεν πρέπει να το βάλω κάτω», λέει η κ. Σπυρίδη. Ο αδερφός της ακόμη προσπαθεί να εξηγήσει πώς ο πατέρας τους κατάφερε, παρά τη μειωμένη του κινητικότητα και άλλα προβλήματα υγείας, να ξεφύγει από τις φλόγες και να σώσει τα εγγόνια του. «Είναι αστείρευτη η δύναμη του ανθρώπου», λέει.
Σπυρακο σου ευχομαι καλο παραδεισω!! Αυτη ηγενια των ανθρωπον φευγη ανεπηστρεφη δυστηχως!!!! Θεος να σε συνχωρεσει παλικαρι μου!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή