Τη νύχτα της 29ης Ιουνίου 2002, ένας άγνωστος τραυματίας μεταφέρεται στον «Ευαγγελισμό» μετά από έκρηξη βόμβας στα χέρια του, που έγινε στα εκδοτήρια της Hellas Flying Dolphins στον Πειραιά. Ο Hμαθιώτης υπουργός Δημόσιας Τάξης, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, λαμβάνει επείγον τηλεφώνημα
από τον αρχηγό της Αστυνομίας, Φώτη Νασιάκο. «Βρισκόμουν στη Βέροια. Μπήκα στο αυτοκίνητο κι έφτασα τα ξημερώματα στην Αθήνα», λέει σήμερα αναφερόμενος στη νύχτα που συνελήφθη ο Σάββας Ξηρός και ξεκίνησε η επιχείρηση που μέσα σε λίγες ημέρες οδήγησε στην εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη», της τρομοκρατικής οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1975 και έως το 2002 είχε αναλάβει την ευθύνη για τη δολοφονία 23 Ελλήνων και ξένων πολιτικών, επιχειρηματιών, στρατιωτικών, διπλωματών και απλών πολιτών.
Η συνέντευξη με τον πολιτικό έγινε με αφορμή τις συζητήσεις για τη «διάλυση του κράτους» στο πεδίο της διαχείρισης κρίσεων, οι οποίες άρχισαν να γίνονται ξανά μετά την τραγωδία στο Μάτι. Τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει το ίδιο κράτος άλλοτε να εντυπωσιάζει με την αποτελεσματικότητά του και άλλοτε να σοκάρει με την ανυπαρξία του; Αυτό το θέμα ήθελα να εξερευνήσω, αλλά φυσικά από μια συζήτηση με τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη δεν μπορούν να λείπουν η τρομοκρατία και η σύλληψη της «17 Νοέμβρη». «Πήγαινα πάντα σε όλα τα συμβάντα», λέει αναφερόμενος στις τρομοκρατικές επιθέσεις και προσπαθώντας να εξηγήσει τη δική του εμπλοκή με την πρόκληση της τρομοκρατίας. «Ήμουν παρών όταν έφεραν τον Σόντερς [τον στρατιωτικό ακόλουθο της βρετανικής πρεσβείας Στίβεν Σόντερς, που δολοφονήθηκε στις 8 Ιουνίου 2000] με το ασθενοφόρο στον Ερυθρό Σταυρό και είδα έναν άνθρωπο κομματιασμένο από τις σφαίρες. Συγκλονίστηκα όταν είδα τη γυναίκα του να σπαράζει στο πάτωμα. Είναι άλλο να μιλάς για τον θάνατο και άλλο να το βλέπεις».
Η «μέθοδος Χρυσοχοΐδη»
Μου μιλάει με θερμά λόγια για τον τότε αρχηγό της Αστυνομίας, Φώτη Νασιάκο. «Είναι ορεινός και οι ορεινοί ξέρουν να τα βγάζουν πέρα στα δύσκολα, και έχει αντίστροφη σκέψη. Από τον Νασιάκο έμαθα την αντίστροφη σκέψη». Ο Χρυσοχοΐδης απορρίπτει κατηγορηματικά όλες τις θεωρίες συνωμοσίας για τη 17Ν. «Δεν ήταν η CIA, δεν ήταν εξωγήινοι, δεν ήταν η ΚΥΠ. Αυτές οι θεωρίες που επικράτησαν για χρόνια ήταν τελικά εμπόδιο στην έρευνα». Η «μέθοδος Χρυσοχοΐδη» έδωσε έμφαση στη συστηματικότητα, στον ορθολογισμό και στον ρεαλισμό και περιφρόνησε εντελώς τη μαγική σκέψη, το υποκριτικό «χάρισμα», τα συνθήματα και τις «μεγάλες κινήσεις» που συχνά βλέπουμε στην ελληνική πολιτική.
«Το κλειδί βρίσκεται πάντα στα στοιχεία», λέει. «Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανα στην περίπτωση της 17Ν ήταν να ζητήσω από τον αρχηγό της Αστυνομίας μια ανάλυση της οργάνωσης, στηριγμένη στους φακέλους που υπήρχαν για την κάθε επίθεση. Ήθελα να δείξω ακόμα και στην ίδια τη 17Ν ότι δεν ψάχνουμε στον ουρανό, αλλά στη γη, εκεί όπου πράγματι βρισκόταν κρυμμένη». Με αυτόν τον τρόπο ήθελε να αυξήσει τη νευρικότητα των μελών της οργάνωσης και να τους παρασύρει στο «κρίσιμο λάθος». Κάποιοι λένε ότι οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί έδωσαν αρκετά στοιχεία αποφασιστικής σημασίας. «Και όμως, όχι», απαντά. «Όταν ανέλαβα υπουργός Δημόσιας Τάξης το 1999, με επισκέφτηκε ο τότε πρέσβης των ΗΠΑ, Νίκολας Μπερνς, και μου είπε: “Θα κάνεις κάτι για να συλλάβετε τους δολοφόνους που έχουν δολοφονήσει και πολλούς δικούς μας;”. Του απάντησα: “Έχετε στοιχεία να μας δώσετε;”. Μου ανταπάντησε: “Μα είναι δική μας δουλειά να έχουμε στοιχεία; Δική σας δεν είναι η υποχρέωση;”. Κι εκεί πράγματι προβληματίστηκα, αντιλαμβανόμενος ότι ακόμα κι εγώ είχα την αντίληψη ότι οι Αμερικανοί είχαν τα κρίσιμα στοιχεία. Αλλά η αλήθεια είναι ότι η Αστυνομία είχε τα κρίσιμα στοιχεία, πάρα πολλά στοιχεία, ήδη από το 1975 ακόμα. Είχαμε όλα τα στοιχεία στα χέρια μας, αλλά κανείς δεν τα συγκέντρωνε σε μια σειρά για να τα αξιοποιήσει, να τα αναλύσει και να διατυπώσει ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα».
Περιμένοντας το επόμενο λάθος
Η αξιολόγηση, η ανάλυση, το «ζωντάνεμα» των στοιχείων που ήδη υπήρχαν ήταν μια καταλυτική απόφαση, η οποία υλοποιήθηκε αθόρυβα. Για πολλούς μήνες πριν από τη σύλληψη της οργάνωσης, ο Χρυσοχοΐδης κάθε βράδυ μετά τις 8 συγκαλούσε στο υπουργείο άτυπες συσκέψεις με αξιωματικούς της Αστυνομίας και της Αντιτρομοκρατικής, όπου εργάζονταν πάνω στα στοιχεία. Οι συσκέψεις κρατούσαν έως τις πρώτες πρωινές ώρες. Η ενοποίηση των στοιχείων μιας 25ετίας και η ανάλυση που έγινε στην ουσία αποκάλυψε ποια είναι η 17Ν. Έδειξε τι πιστεύουν τα μέλη της, ποιες είναι οι αφετηρίες τους, πώς σκέφτονται και δρουν, ποια είναι τα ισχυρά και τα ασθενή σημεία τους. Με τη δουλειά αυτή ανακάλυψαν, π.χ., ότι σχεδόν σε κάθε δολοφονία ή άλλη επιχείρηση οι εκτελεστές της 17Ν είχαν κάνει λάθη που θα μπορούσαν να τους είχαν οδηγήσει σε σύλληψη. Δεν ήταν αλάθητοι. Κατά συνέπεια, εκτός από τη συνέχιση των ερευνών, αυτό που έπρεπε να κάνει η Αστυνομία ήταν να είναι έτοιμη για το επόμενο λάθος. Εάν τα στοιχεία που ήδη βρίσκονταν στην κατοχή της Αστυνομίας ήταν επεξεργασμένα, πλήρη και συνεκτικά, τότε ακόμα και μια τυχαία σύλληψη μετά από ένα λάθος (όπως ήταν τελικά η σύλληψη του Σάββα Ξηρού) όχι μόνο θα συνέδεε αμέσως τον συλληφθέντα με προηγούμενες επιχειρήσεις στις οποίες συμμετείχε (όπου, π.χ., μπορεί να είχε αφήσει κατά λάθος ένα δακτυλικό αποτύπωμα), αλλά και θα οδηγούσε στην αυτόματη αποκάλυψη των σχέσεων που τον συνέδεαν με τα υπόλοιπα μέλη, προκαλώντας ένα ντόμινο συλλήψεων «δεμένων» με αδιάσειστα στοιχεία.
Με άλλα λόγια, μόλις ένα από τα μέλη αποκτούσε πρόσωπο και ταυτότητα πάνω στον «χάρτη των στοιχείων», αμέσως θα αποκαλύπτονταν και όλοι οι άλλοι. Κι αυτό ακριβώς έγινε το καλοκαίρι του 2002, με την ταχύτατη αλληλουχία συλλήψεων και την εξάρθρωση της οργάνωσης. Δεν ήταν «θαύμα». Ήταν το αποτέλεσμα εφαρμογής στοιχειωδών αρχών αξιολόγησης δεδομένων και συστηματικής δουλειάς, κάτι που πλην των άλλων αποτέλεσε εγγύηση για τη θεσμική αρτιότητα, τη δημοκρατικότητα των διαδικασιών και της δίκης που ακολούθησε. Τα αποδεικτικά στοιχεία ήταν τόσο πυκνά και τόσο αυστηρά δομημένα, ώστε το κατηγορητήριο δεν κατέστη δυνατό να αμφισβητηθεί. Η ελληνική τρομοκρατία, ένα ευέλικτο δίκτυο από καθοδηγητές, νεαρούς εκτελεστές, αρκετούς συμπαθούντες και κάθε λογής καλοθελητές, που εύκολα γελοιοποιούσαν τη δημοκρατία πνίγοντας ανθρώπους και οικογένειες στο αίμα, στριμώχτηκε πάρα πολύ από αυτή τη μεθοδολογία, η οποία σε συνδυασμό με την πολιτική βούληση που επικράτησε δεν είχε προηγούμενο στη Μεταπολίτευση.
Η αναγέννηση της τρομοκρατίας
Η μεθοδολογία αυτή, για παράδειγμα, οδήγησε στην εξάρθρωση του «Επαναστατικού Αγώνα» σχεδόν αμέσως μόλις ο Χρυσοχοΐδης επέστρεψε στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης στην κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου, το φθινόπωρο του 2009. Η απάντηση του «φαινομένου» που ονομάζουμε «τρομοκρατία» –που δεν εξαφανίζεται φυσικά όταν συλλαμβάνονται κάποιοι εκφραστές του, διότι πάντα υπάρχουν διάδοχοι– ήταν οι δύο βόμβες, η μία στο γραφείο του στο Περιστέρι τον Ιανουάριο του 2010, ευτυχώς χωρίς θύματα, και η άλλη στο γραφείο του στο υπουργείο, τον Ιούνιο του 2010, όταν σκοτώθηκε ο επικεφαλής του γραφείου, αξιωματικός Γεώργιος Βασιλάκης. Το μένος του «χώρου» της ένοπλης πάλης εναντίον του αποδεικνύει ότι η τρομοκρατία αναγεννιέται διαρκώς.
Γιατί το φαινόμενο της τρομοκρατίας αναγεννιέται διαρκώς; Ίσως η απάντηση βρίσκεται στους ιδρυτικούς μύθους για τη θεμελιώδη κοινωνική πάλη που προσδιορίζουν την ελληνική πολιτική και έχουν τις ρίζες τους στον εμφύλιο διχασμό. Για τον ίδιο, όμως, η απάντηση δεν βρίσκεται μόνο στην «Παλαιά Διαθήκη» των εμφυλιακών μύθων, όπου το στοιχείο της σύγκρουσης με το αστικό καθεστώς μπορεί να ανάγεται σε ιδανικό και να τροφοδοτεί εθελοντές από κάθε γενιά με το κίνητρο της ιεράς εκδίκησης. Ακόμα μεγαλύτερη έμφαση δίνει σε κάτι φαινομενικά πεζό, στην ασυνέχεια των πολιτικών της Αστυνομίας, όπως και στη μερική εγκατάλειψη των μεθόδων επιβολής της τάξης. Για τον κ. Χρυσοχοΐδη όλα τα προβλήματα μπορεί να έχουν μια θεωρητική υπόσταση, μια ιδεολογική αφετηρία ή να σχετίζονται με ένα «ζωτικό ψεύδος», αλλά τελικά η επίλυσή τους απαιτεί πρακτικές αποφάσεις και συστηματική εργασία. Πράξεις και όχι ξόρκια. Αυτό πιστεύει ότι είναι το «κλειδί» της επιτυχίας. Δηλαδή, η αναγέννηση της τρομοκρατίας δεν οφείλεται σε κάποιο μαγικό ιδεολογικό φίλτρο που παράγει διαρκώς νέους εκτελεστές, αλλά στην κάμψη της αποτελεσματικότητας του κράτους. Από την άλλη πλευρά, πράγματι τον προκαλεί το γεγονός ότι τρομοκράτες της 17Ν αντιμετωπίζονται τα τελευταία χρόνια με τη μέγιστη γενναιοδωρία από την οργανωμένη πολιτεία, από μια κυβέρνηση που μέσα από ανεπαίσθητες τροποποιήσεις του νομοθετικού πλαισίου τούς εξασφαλίζει άδειες και διακριτική μεταχείριση, σε βαθμό που πολλοί να μιλούν ακόμα και για μια μυστική προετοιμασία «τιμητικών αποφυλακίσεων». Ο Χρυσοχοΐδης, παρά το γεγονός ότι παραμένει ενεργός πολιτικά, δεν θέλει να προβεί σε χαρακτηρισμούς για τη σημερινή κυβέρνηση, ιδίως στο πεδίο αυτό. Λέει όμως ότι ανάλογα μέτρα και αποφάσεις δεν παρατηρούνται σε καμία δημοκρατική και ευρωπαϊκή χώρα. Εξίσου λιτά απαντά και όταν τον καλώ να εξηγήσει το μυστήριο: Πώς είναι δυνατόν η Αθήνα να έχει μετατραπεί μετά το 2015 σε μια ήσυχη πόλη, χωρίς διαδηλώσεις και επεισόδια; «Σημεία των καιρών», λέει. Και ο νοών νοείτω.
Αυτή τη ρεαλιστική, σκληρά γήινη προσέγγιση στα πράγματα την αποδίδει στους γονείς του. Ο πατέρας του ήταν από ένα χωριό κοντά στη Σαμψούντα του Πόντου και η μητέρα του από τη Μαγνησία της Σμύρνης. «Καθημερινά άκουγα να λένε τη λέξη “πατρίδα”, που για εκείνους αφορούσε την πατρίδα στη Μικρά Ασία. Και η δεύτερη κουβέντα που άκουγα συνέχεια ήταν “η αλήθεια”. Η αλήθεια για τα πράγματα. Η αλήθεια για τα γεγονότα του 1922. Η αλήθεια για όλα. Βρέθηκαν ως πρόσφυγες και ως παιδιά προσφύγων στη Βέροια, όπου έπρεπε να μετατρέψουν τα έλη σε χωράφια, σε γόνιμες εκτάσεις. Αυτό προϋποθέτει σκληρή δουλειά και σου επιβάλλει να σκέφτεσαι ίσια και ορθά. Με πονηριές το έλος δεν γίνεται χωράφι. Έτσι λοιπόν κι εγώ, που επίσης εργάστηκα στα χωράφια μέχρι τα 22 που τελείωσα τη Νομική, πιστεύω σε όλη μου τη ζωή ότι το αποτέλεσμα έρχεται μόνο από σκληρή δουλειά. Δεν έχεις περιθώριο για πονηριές. Δεν θα λύσεις κανένα πρόβλημα με θεωρίες συνωμοσίας».
Ο «εμμονικός» Χρυσοχοΐδης
Τον έχουν αποκαλέσει εμμονικό, ακόμα και ψυχωτικό με ό,τι αναλαμβάνει. Δεν το αποδέχεται. «Δεν είναι ψύχωση. Απλώς, όταν αναλαμβάνεις μια αποστολή, ιδίως στο πεδίο της δημόσιας ασφάλειας και της πολιτικής προστασίας, δεν μπορεί να είσαι ανέμελος και ελαφρύς. Πρέπει να αξιολογείς διαρκώς τους κινδύνους, τις αδυναμίες, τις τρωτότητες και να βρίσκεσαι σε επαγρύπνηση και σε εγρήγορση, για να πάρεις τις σωστές αποφάσεις μέσα στον λιγότερο δυνατό χρόνο, έχοντας φυσικά φροντίσει να έχεις πάντοτε δίπλα σου τους καλύτερους και τους αρίστους πέρα και πάνω από κομματικά κριτήρια». Πράγματι, ήταν από τους υπουργούς του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’90 που έδωσαν το παράδειγμα στελέχωσης νευραλγικών κρατικών υπηρεσιών με στελέχη προσκείμενα στη ΝΔ, η οποία τότε βρισκόταν στην αντιπολίτευση. «Όταν γνωρίζεις ότι επικρατεί απόλυτη αξιοκρατία στην υπηρεσία σου, τότε παύεις να είσαι κυνικός και αδιάφορος και πιστεύεις στην αξία της εργασίας σου, γιατί ξέρεις ότι θα ανταμειφθεί. Πιστεύεις στην αποστολή που αναλαμβάνεις και αποκτάς ένα ισχυρό κίνητρο για να δώσεις τον καλύτερο εαυτό σου», λέει. «Η αξιοκρατία μπορεί να μεταμορφώσει ένα κράτος».
«Το Μάτι βγάζει μάτι»
Δεν μπορούσα να μην τον ρωτήσω για την τραγωδία στο Μάτι. «Το Μάτι βγάζει μάτι», λέει αμέσως. «Διεξάγονται έρευνες για τα αίτια της καταστροφής και για την απόδοση ευθυνών. Γι’ αυτό θα πω μόνο το εξής: Η αιτία της τραγωδίας ήταν η απουσία της ηγεσίας. Δηλαδή, δεν βρέθηκε κάποιος που θα έπαιρνε στα χέρια του την κρίση. Από τη στιγμή που χάθηκε η πρώτη μάχη και η φωτιά κατευθυνόταν ανεξέλεγκτη στον οικισμό, κάποιοι έπρεπε να πάρουν αποφάσεις. Ένας από την ηγεσία έπρεπε να ανέβει σε ένα ελικόπτερο της Πυροσβεστικής, σε ένα από εκείνα τα ελικόπτερα με την ενσωματωμένη κάμερα και τα μεγάφωνα, και με τη φωνή του και μόνο να κατευθύνει τον κόσμο προς τη θάλασσα. Και να κατευθύνει αντίστοιχα την Αστυνομία και την Πυροσβεστική. Δεν υπήρξε ηγεσία. Παρέλυσαν όλοι μπροστά στο κακό που ερχόταν». Μου θυμίζει ότι η άμεση επιθεώρηση μιας πληγείσας περιοχής με ελικόπτερο ήταν η μέθοδος που εξασφάλισε τη μέγιστη κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού στον σεισμό του 1999 στην Αθήνα. Προκειμένου να έχει σαφή εικόνα για το μέγεθος της καταστροφής και τις περιοχές του Λεκανοπεδίου Αττικής που κυρίως έπληξε η ισχυρή δόνηση, ο Χρυσοχοΐδης, αμέσως μετά την εκδήλωση του σεισμού, πέταξε πάνω από το Λεκανοπέδιο. Με τις πληροφορίες αυτές, «πληροφορίες από πρώτο χέρι», συμμετείχε στην έκτακτη διυπουργική σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον Κώστα Σημίτη και αμέσως αποφασίστηκε η λειτουργία ενιαίου κέντρου διαχείρισης της κρίσης (όπου συμμετείχαν η Πυροσβεστική, η Αστυνομία και η ΕΜΑΚ) στον σταθμό της Πυροσβεστικής στο Μενίδι. Από εκεί μέσα σε λίγες ώρες συντονίστηκαν και εκτελέστηκαν όλες οι κρίσιμες επιχειρήσεις απεγκλωβισμού ανθρώπων από πεσμένα σπίτια και άλλα κτίρια. Εξηγεί, δηλαδή, ότι οι φυσικές καταστροφές είναι αναπόφευκτες στατιστικά, αλλά οι τραγωδίες μπορούν να αποτραπούν με επεξεργασία και προετοιμασία σεναρίων αντίδρασης, με εγρήγορση και επαγρύπνηση.
Η περίπτωση της Μάνδρας
Ένα άλλο παράδειγμα είναι πολύ πρόσφατο, η φονική πλημμύρα στη Μάνδρα. «Το πρωτοποριακό σύστημα πρόβλεψης καιρικών συνθηκών Skyron του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο έχει πρόσβαση η Πολιτική Προστασία, μετέδιδε τέσσερις ώρες νωρίτερα το σήμα ότι θα σημειωθούν ριπές βροχής στην περιοχή της Μάνδρας, αλλά η πληροφορία δεν αξιοποιήθηκε, με αποτέλεσμα η θεομηνία να εξελιχθεί σε ανθρώπινη τραγωδία», λέει. «Αλλά όταν δεν υπάρχει εγρήγορση και επαγρύπνηση και σε βρίσκει η καταστροφή, τότε ανθούν η συνωμοσιολογία και η μοιρολατρία ως μέθοδος απόσεισης και μετάθεσης των ευθυνών. Δεν πιστεύω στη μεταφυσική. Πιστεύω στη στατιστική και στην αλληλουχία των γεγονότων. Σε μια πολύ ζεστή μέρα το καλοκαίρι, με ελάχιστη υγρασία και ισχυρούς ανέμους, είναι βέβαιο 100% ότι θα έχουμε φωτιές. Θα σημειωθεί αυτανάφλεξη από την αλληλεπίδραση του ήλιου με ένα σπασμένο γυαλί στο δάσος ή από ένα καλώδιο της ΔΕΗ. Μια σπίθα δεν θα σβήσει λόγω της έλλειψης υγρασίας και αντίθετα θα επεκταθεί παντού λόγω του ανέμου. Πρέπει να είσαι έτοιμος γι’ αυτή τη μέρα».
Οι καταστροφικές φωτιές στα δάση ήταν και παραμένουν μόνιμο χαρακτηριστικό του καλοκαιριού, εκτός από την περίοδο που ήταν υπουργός Δημόσιας Τάξης ο Χρυσοχοΐδης. Πώς εξηγείται αυτό; «Εξηγείται πολύ απλά», λέει. «Μαζί με τον αρχηγό της Πυροσβεστικής, έναν σπουδαίο αξιωματικό και ηγέτη, τον Παναγιώτη Φούρλα, είχαμε καταρτίσει τη λίστα με τις πυρόπληκτες περιοχές, αυτές που είχαν πληγεί πολλές φορές από φωτιές και είχαν τον μέγιστο κίνδυνο. Σκιάθος, Σκόπελος, Χίος, Σάμος, Ηλεία, Εύβοια και άλλες, συνολικά 25. Κοντά στον Φεβρουάριο ή Μάρτιο επιστρατεύαμε τους 25 καλύτερους αξιωματικούς και τους προτρέπαμε να αναλάβουν για μια περίοδο έξι μηνών τη διοίκηση των αντίστοιχων περιοχών έναντι ευνοϊκής τοποθέτησής τους την επόμενη χρονιά. Έτσι ενισχύαμε τις τοπικές διοικήσεις με ικανούς διοικητές. Πήγαινε ο διοικητής μετά το Πάσχα στην περιοχή που είχε αναλάβει. Έκανε ασκήσεις, συνεννοήσεις, καθαρισμούς, περιπολίες και τις κρίσιμες ώρες του καλοκαιριού αυτός και η ομάδα του προλάβαιναν τις φωτιές προτού καν συμβούν. Δεν χρειάζονται ξόρκια. Δεν χρειάζονται ιδιαίτερα κεφάλαια και πολύπλοκοι μηχανισμοί. Χρειάζεται ηγεσία και δουλειά από φιλότιμους, υπεύθυνους και σοβαρούς ανθρώπους. Το συμπέρασμα είναι ότι το κράτος έχει τις δυνατότητες να κάνει το καλύτερο. Το ελληνικό κράτος μπορεί να οδηγήσει τα πράγματα σε τέτοιο σημείο, ώστε οι πολίτες να αισθάνονται ασφάλεια και σιγουριά. Όταν οι άνθρωποι αισθάνονται ότι δεν τους προστατεύει κανείς, τότε γίνονται ανασφαλείς και οι ανασφαλείς άνθρωποι είναι ευάλωτοι στον ρατσισμό, στον φασισμό, στον αυταρχισμό, στους δικτάτορες και στις θεωρίες συνωμοσίας. Μέσα στην ανασφάλεια χάνεται η ανθρώπινη ψυχή, γίνεται αυτό που λέμε άβυσσος. Χάνεται η ψυχή μέσα στους δρόμους του φόβου. Και ο φόβος είναι ό,τι χειρότερο για την ανθρώπινη υπόσταση».
από τον αρχηγό της Αστυνομίας, Φώτη Νασιάκο. «Βρισκόμουν στη Βέροια. Μπήκα στο αυτοκίνητο κι έφτασα τα ξημερώματα στην Αθήνα», λέει σήμερα αναφερόμενος στη νύχτα που συνελήφθη ο Σάββας Ξηρός και ξεκίνησε η επιχείρηση που μέσα σε λίγες ημέρες οδήγησε στην εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη», της τρομοκρατικής οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1975 και έως το 2002 είχε αναλάβει την ευθύνη για τη δολοφονία 23 Ελλήνων και ξένων πολιτικών, επιχειρηματιών, στρατιωτικών, διπλωματών και απλών πολιτών.
Η συνέντευξη με τον πολιτικό έγινε με αφορμή τις συζητήσεις για τη «διάλυση του κράτους» στο πεδίο της διαχείρισης κρίσεων, οι οποίες άρχισαν να γίνονται ξανά μετά την τραγωδία στο Μάτι. Τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει το ίδιο κράτος άλλοτε να εντυπωσιάζει με την αποτελεσματικότητά του και άλλοτε να σοκάρει με την ανυπαρξία του; Αυτό το θέμα ήθελα να εξερευνήσω, αλλά φυσικά από μια συζήτηση με τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη δεν μπορούν να λείπουν η τρομοκρατία και η σύλληψη της «17 Νοέμβρη». «Πήγαινα πάντα σε όλα τα συμβάντα», λέει αναφερόμενος στις τρομοκρατικές επιθέσεις και προσπαθώντας να εξηγήσει τη δική του εμπλοκή με την πρόκληση της τρομοκρατίας. «Ήμουν παρών όταν έφεραν τον Σόντερς [τον στρατιωτικό ακόλουθο της βρετανικής πρεσβείας Στίβεν Σόντερς, που δολοφονήθηκε στις 8 Ιουνίου 2000] με το ασθενοφόρο στον Ερυθρό Σταυρό και είδα έναν άνθρωπο κομματιασμένο από τις σφαίρες. Συγκλονίστηκα όταν είδα τη γυναίκα του να σπαράζει στο πάτωμα. Είναι άλλο να μιλάς για τον θάνατο και άλλο να το βλέπεις».
Η «μέθοδος Χρυσοχοΐδη»
Μου μιλάει με θερμά λόγια για τον τότε αρχηγό της Αστυνομίας, Φώτη Νασιάκο. «Είναι ορεινός και οι ορεινοί ξέρουν να τα βγάζουν πέρα στα δύσκολα, και έχει αντίστροφη σκέψη. Από τον Νασιάκο έμαθα την αντίστροφη σκέψη». Ο Χρυσοχοΐδης απορρίπτει κατηγορηματικά όλες τις θεωρίες συνωμοσίας για τη 17Ν. «Δεν ήταν η CIA, δεν ήταν εξωγήινοι, δεν ήταν η ΚΥΠ. Αυτές οι θεωρίες που επικράτησαν για χρόνια ήταν τελικά εμπόδιο στην έρευνα». Η «μέθοδος Χρυσοχοΐδη» έδωσε έμφαση στη συστηματικότητα, στον ορθολογισμό και στον ρεαλισμό και περιφρόνησε εντελώς τη μαγική σκέψη, το υποκριτικό «χάρισμα», τα συνθήματα και τις «μεγάλες κινήσεις» που συχνά βλέπουμε στην ελληνική πολιτική.
«Το κλειδί βρίσκεται πάντα στα στοιχεία», λέει. «Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανα στην περίπτωση της 17Ν ήταν να ζητήσω από τον αρχηγό της Αστυνομίας μια ανάλυση της οργάνωσης, στηριγμένη στους φακέλους που υπήρχαν για την κάθε επίθεση. Ήθελα να δείξω ακόμα και στην ίδια τη 17Ν ότι δεν ψάχνουμε στον ουρανό, αλλά στη γη, εκεί όπου πράγματι βρισκόταν κρυμμένη». Με αυτόν τον τρόπο ήθελε να αυξήσει τη νευρικότητα των μελών της οργάνωσης και να τους παρασύρει στο «κρίσιμο λάθος». Κάποιοι λένε ότι οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί έδωσαν αρκετά στοιχεία αποφασιστικής σημασίας. «Και όμως, όχι», απαντά. «Όταν ανέλαβα υπουργός Δημόσιας Τάξης το 1999, με επισκέφτηκε ο τότε πρέσβης των ΗΠΑ, Νίκολας Μπερνς, και μου είπε: “Θα κάνεις κάτι για να συλλάβετε τους δολοφόνους που έχουν δολοφονήσει και πολλούς δικούς μας;”. Του απάντησα: “Έχετε στοιχεία να μας δώσετε;”. Μου ανταπάντησε: “Μα είναι δική μας δουλειά να έχουμε στοιχεία; Δική σας δεν είναι η υποχρέωση;”. Κι εκεί πράγματι προβληματίστηκα, αντιλαμβανόμενος ότι ακόμα κι εγώ είχα την αντίληψη ότι οι Αμερικανοί είχαν τα κρίσιμα στοιχεία. Αλλά η αλήθεια είναι ότι η Αστυνομία είχε τα κρίσιμα στοιχεία, πάρα πολλά στοιχεία, ήδη από το 1975 ακόμα. Είχαμε όλα τα στοιχεία στα χέρια μας, αλλά κανείς δεν τα συγκέντρωνε σε μια σειρά για να τα αξιοποιήσει, να τα αναλύσει και να διατυπώσει ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα».
Περιμένοντας το επόμενο λάθος
Η αξιολόγηση, η ανάλυση, το «ζωντάνεμα» των στοιχείων που ήδη υπήρχαν ήταν μια καταλυτική απόφαση, η οποία υλοποιήθηκε αθόρυβα. Για πολλούς μήνες πριν από τη σύλληψη της οργάνωσης, ο Χρυσοχοΐδης κάθε βράδυ μετά τις 8 συγκαλούσε στο υπουργείο άτυπες συσκέψεις με αξιωματικούς της Αστυνομίας και της Αντιτρομοκρατικής, όπου εργάζονταν πάνω στα στοιχεία. Οι συσκέψεις κρατούσαν έως τις πρώτες πρωινές ώρες. Η ενοποίηση των στοιχείων μιας 25ετίας και η ανάλυση που έγινε στην ουσία αποκάλυψε ποια είναι η 17Ν. Έδειξε τι πιστεύουν τα μέλη της, ποιες είναι οι αφετηρίες τους, πώς σκέφτονται και δρουν, ποια είναι τα ισχυρά και τα ασθενή σημεία τους. Με τη δουλειά αυτή ανακάλυψαν, π.χ., ότι σχεδόν σε κάθε δολοφονία ή άλλη επιχείρηση οι εκτελεστές της 17Ν είχαν κάνει λάθη που θα μπορούσαν να τους είχαν οδηγήσει σε σύλληψη. Δεν ήταν αλάθητοι. Κατά συνέπεια, εκτός από τη συνέχιση των ερευνών, αυτό που έπρεπε να κάνει η Αστυνομία ήταν να είναι έτοιμη για το επόμενο λάθος. Εάν τα στοιχεία που ήδη βρίσκονταν στην κατοχή της Αστυνομίας ήταν επεξεργασμένα, πλήρη και συνεκτικά, τότε ακόμα και μια τυχαία σύλληψη μετά από ένα λάθος (όπως ήταν τελικά η σύλληψη του Σάββα Ξηρού) όχι μόνο θα συνέδεε αμέσως τον συλληφθέντα με προηγούμενες επιχειρήσεις στις οποίες συμμετείχε (όπου, π.χ., μπορεί να είχε αφήσει κατά λάθος ένα δακτυλικό αποτύπωμα), αλλά και θα οδηγούσε στην αυτόματη αποκάλυψη των σχέσεων που τον συνέδεαν με τα υπόλοιπα μέλη, προκαλώντας ένα ντόμινο συλλήψεων «δεμένων» με αδιάσειστα στοιχεία.
Με άλλα λόγια, μόλις ένα από τα μέλη αποκτούσε πρόσωπο και ταυτότητα πάνω στον «χάρτη των στοιχείων», αμέσως θα αποκαλύπτονταν και όλοι οι άλλοι. Κι αυτό ακριβώς έγινε το καλοκαίρι του 2002, με την ταχύτατη αλληλουχία συλλήψεων και την εξάρθρωση της οργάνωσης. Δεν ήταν «θαύμα». Ήταν το αποτέλεσμα εφαρμογής στοιχειωδών αρχών αξιολόγησης δεδομένων και συστηματικής δουλειάς, κάτι που πλην των άλλων αποτέλεσε εγγύηση για τη θεσμική αρτιότητα, τη δημοκρατικότητα των διαδικασιών και της δίκης που ακολούθησε. Τα αποδεικτικά στοιχεία ήταν τόσο πυκνά και τόσο αυστηρά δομημένα, ώστε το κατηγορητήριο δεν κατέστη δυνατό να αμφισβητηθεί. Η ελληνική τρομοκρατία, ένα ευέλικτο δίκτυο από καθοδηγητές, νεαρούς εκτελεστές, αρκετούς συμπαθούντες και κάθε λογής καλοθελητές, που εύκολα γελοιοποιούσαν τη δημοκρατία πνίγοντας ανθρώπους και οικογένειες στο αίμα, στριμώχτηκε πάρα πολύ από αυτή τη μεθοδολογία, η οποία σε συνδυασμό με την πολιτική βούληση που επικράτησε δεν είχε προηγούμενο στη Μεταπολίτευση.
Η αναγέννηση της τρομοκρατίας
Η μεθοδολογία αυτή, για παράδειγμα, οδήγησε στην εξάρθρωση του «Επαναστατικού Αγώνα» σχεδόν αμέσως μόλις ο Χρυσοχοΐδης επέστρεψε στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης στην κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου, το φθινόπωρο του 2009. Η απάντηση του «φαινομένου» που ονομάζουμε «τρομοκρατία» –που δεν εξαφανίζεται φυσικά όταν συλλαμβάνονται κάποιοι εκφραστές του, διότι πάντα υπάρχουν διάδοχοι– ήταν οι δύο βόμβες, η μία στο γραφείο του στο Περιστέρι τον Ιανουάριο του 2010, ευτυχώς χωρίς θύματα, και η άλλη στο γραφείο του στο υπουργείο, τον Ιούνιο του 2010, όταν σκοτώθηκε ο επικεφαλής του γραφείου, αξιωματικός Γεώργιος Βασιλάκης. Το μένος του «χώρου» της ένοπλης πάλης εναντίον του αποδεικνύει ότι η τρομοκρατία αναγεννιέται διαρκώς.
Γιατί το φαινόμενο της τρομοκρατίας αναγεννιέται διαρκώς; Ίσως η απάντηση βρίσκεται στους ιδρυτικούς μύθους για τη θεμελιώδη κοινωνική πάλη που προσδιορίζουν την ελληνική πολιτική και έχουν τις ρίζες τους στον εμφύλιο διχασμό. Για τον ίδιο, όμως, η απάντηση δεν βρίσκεται μόνο στην «Παλαιά Διαθήκη» των εμφυλιακών μύθων, όπου το στοιχείο της σύγκρουσης με το αστικό καθεστώς μπορεί να ανάγεται σε ιδανικό και να τροφοδοτεί εθελοντές από κάθε γενιά με το κίνητρο της ιεράς εκδίκησης. Ακόμα μεγαλύτερη έμφαση δίνει σε κάτι φαινομενικά πεζό, στην ασυνέχεια των πολιτικών της Αστυνομίας, όπως και στη μερική εγκατάλειψη των μεθόδων επιβολής της τάξης. Για τον κ. Χρυσοχοΐδη όλα τα προβλήματα μπορεί να έχουν μια θεωρητική υπόσταση, μια ιδεολογική αφετηρία ή να σχετίζονται με ένα «ζωτικό ψεύδος», αλλά τελικά η επίλυσή τους απαιτεί πρακτικές αποφάσεις και συστηματική εργασία. Πράξεις και όχι ξόρκια. Αυτό πιστεύει ότι είναι το «κλειδί» της επιτυχίας. Δηλαδή, η αναγέννηση της τρομοκρατίας δεν οφείλεται σε κάποιο μαγικό ιδεολογικό φίλτρο που παράγει διαρκώς νέους εκτελεστές, αλλά στην κάμψη της αποτελεσματικότητας του κράτους. Από την άλλη πλευρά, πράγματι τον προκαλεί το γεγονός ότι τρομοκράτες της 17Ν αντιμετωπίζονται τα τελευταία χρόνια με τη μέγιστη γενναιοδωρία από την οργανωμένη πολιτεία, από μια κυβέρνηση που μέσα από ανεπαίσθητες τροποποιήσεις του νομοθετικού πλαισίου τούς εξασφαλίζει άδειες και διακριτική μεταχείριση, σε βαθμό που πολλοί να μιλούν ακόμα και για μια μυστική προετοιμασία «τιμητικών αποφυλακίσεων». Ο Χρυσοχοΐδης, παρά το γεγονός ότι παραμένει ενεργός πολιτικά, δεν θέλει να προβεί σε χαρακτηρισμούς για τη σημερινή κυβέρνηση, ιδίως στο πεδίο αυτό. Λέει όμως ότι ανάλογα μέτρα και αποφάσεις δεν παρατηρούνται σε καμία δημοκρατική και ευρωπαϊκή χώρα. Εξίσου λιτά απαντά και όταν τον καλώ να εξηγήσει το μυστήριο: Πώς είναι δυνατόν η Αθήνα να έχει μετατραπεί μετά το 2015 σε μια ήσυχη πόλη, χωρίς διαδηλώσεις και επεισόδια; «Σημεία των καιρών», λέει. Και ο νοών νοείτω.
Αυτή τη ρεαλιστική, σκληρά γήινη προσέγγιση στα πράγματα την αποδίδει στους γονείς του. Ο πατέρας του ήταν από ένα χωριό κοντά στη Σαμψούντα του Πόντου και η μητέρα του από τη Μαγνησία της Σμύρνης. «Καθημερινά άκουγα να λένε τη λέξη “πατρίδα”, που για εκείνους αφορούσε την πατρίδα στη Μικρά Ασία. Και η δεύτερη κουβέντα που άκουγα συνέχεια ήταν “η αλήθεια”. Η αλήθεια για τα πράγματα. Η αλήθεια για τα γεγονότα του 1922. Η αλήθεια για όλα. Βρέθηκαν ως πρόσφυγες και ως παιδιά προσφύγων στη Βέροια, όπου έπρεπε να μετατρέψουν τα έλη σε χωράφια, σε γόνιμες εκτάσεις. Αυτό προϋποθέτει σκληρή δουλειά και σου επιβάλλει να σκέφτεσαι ίσια και ορθά. Με πονηριές το έλος δεν γίνεται χωράφι. Έτσι λοιπόν κι εγώ, που επίσης εργάστηκα στα χωράφια μέχρι τα 22 που τελείωσα τη Νομική, πιστεύω σε όλη μου τη ζωή ότι το αποτέλεσμα έρχεται μόνο από σκληρή δουλειά. Δεν έχεις περιθώριο για πονηριές. Δεν θα λύσεις κανένα πρόβλημα με θεωρίες συνωμοσίας».
Ο «εμμονικός» Χρυσοχοΐδης
Τον έχουν αποκαλέσει εμμονικό, ακόμα και ψυχωτικό με ό,τι αναλαμβάνει. Δεν το αποδέχεται. «Δεν είναι ψύχωση. Απλώς, όταν αναλαμβάνεις μια αποστολή, ιδίως στο πεδίο της δημόσιας ασφάλειας και της πολιτικής προστασίας, δεν μπορεί να είσαι ανέμελος και ελαφρύς. Πρέπει να αξιολογείς διαρκώς τους κινδύνους, τις αδυναμίες, τις τρωτότητες και να βρίσκεσαι σε επαγρύπνηση και σε εγρήγορση, για να πάρεις τις σωστές αποφάσεις μέσα στον λιγότερο δυνατό χρόνο, έχοντας φυσικά φροντίσει να έχεις πάντοτε δίπλα σου τους καλύτερους και τους αρίστους πέρα και πάνω από κομματικά κριτήρια». Πράγματι, ήταν από τους υπουργούς του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’90 που έδωσαν το παράδειγμα στελέχωσης νευραλγικών κρατικών υπηρεσιών με στελέχη προσκείμενα στη ΝΔ, η οποία τότε βρισκόταν στην αντιπολίτευση. «Όταν γνωρίζεις ότι επικρατεί απόλυτη αξιοκρατία στην υπηρεσία σου, τότε παύεις να είσαι κυνικός και αδιάφορος και πιστεύεις στην αξία της εργασίας σου, γιατί ξέρεις ότι θα ανταμειφθεί. Πιστεύεις στην αποστολή που αναλαμβάνεις και αποκτάς ένα ισχυρό κίνητρο για να δώσεις τον καλύτερο εαυτό σου», λέει. «Η αξιοκρατία μπορεί να μεταμορφώσει ένα κράτος».
«Το Μάτι βγάζει μάτι»
Δεν μπορούσα να μην τον ρωτήσω για την τραγωδία στο Μάτι. «Το Μάτι βγάζει μάτι», λέει αμέσως. «Διεξάγονται έρευνες για τα αίτια της καταστροφής και για την απόδοση ευθυνών. Γι’ αυτό θα πω μόνο το εξής: Η αιτία της τραγωδίας ήταν η απουσία της ηγεσίας. Δηλαδή, δεν βρέθηκε κάποιος που θα έπαιρνε στα χέρια του την κρίση. Από τη στιγμή που χάθηκε η πρώτη μάχη και η φωτιά κατευθυνόταν ανεξέλεγκτη στον οικισμό, κάποιοι έπρεπε να πάρουν αποφάσεις. Ένας από την ηγεσία έπρεπε να ανέβει σε ένα ελικόπτερο της Πυροσβεστικής, σε ένα από εκείνα τα ελικόπτερα με την ενσωματωμένη κάμερα και τα μεγάφωνα, και με τη φωνή του και μόνο να κατευθύνει τον κόσμο προς τη θάλασσα. Και να κατευθύνει αντίστοιχα την Αστυνομία και την Πυροσβεστική. Δεν υπήρξε ηγεσία. Παρέλυσαν όλοι μπροστά στο κακό που ερχόταν». Μου θυμίζει ότι η άμεση επιθεώρηση μιας πληγείσας περιοχής με ελικόπτερο ήταν η μέθοδος που εξασφάλισε τη μέγιστη κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού στον σεισμό του 1999 στην Αθήνα. Προκειμένου να έχει σαφή εικόνα για το μέγεθος της καταστροφής και τις περιοχές του Λεκανοπεδίου Αττικής που κυρίως έπληξε η ισχυρή δόνηση, ο Χρυσοχοΐδης, αμέσως μετά την εκδήλωση του σεισμού, πέταξε πάνω από το Λεκανοπέδιο. Με τις πληροφορίες αυτές, «πληροφορίες από πρώτο χέρι», συμμετείχε στην έκτακτη διυπουργική σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον Κώστα Σημίτη και αμέσως αποφασίστηκε η λειτουργία ενιαίου κέντρου διαχείρισης της κρίσης (όπου συμμετείχαν η Πυροσβεστική, η Αστυνομία και η ΕΜΑΚ) στον σταθμό της Πυροσβεστικής στο Μενίδι. Από εκεί μέσα σε λίγες ώρες συντονίστηκαν και εκτελέστηκαν όλες οι κρίσιμες επιχειρήσεις απεγκλωβισμού ανθρώπων από πεσμένα σπίτια και άλλα κτίρια. Εξηγεί, δηλαδή, ότι οι φυσικές καταστροφές είναι αναπόφευκτες στατιστικά, αλλά οι τραγωδίες μπορούν να αποτραπούν με επεξεργασία και προετοιμασία σεναρίων αντίδρασης, με εγρήγορση και επαγρύπνηση.
Η περίπτωση της Μάνδρας
Ένα άλλο παράδειγμα είναι πολύ πρόσφατο, η φονική πλημμύρα στη Μάνδρα. «Το πρωτοποριακό σύστημα πρόβλεψης καιρικών συνθηκών Skyron του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο έχει πρόσβαση η Πολιτική Προστασία, μετέδιδε τέσσερις ώρες νωρίτερα το σήμα ότι θα σημειωθούν ριπές βροχής στην περιοχή της Μάνδρας, αλλά η πληροφορία δεν αξιοποιήθηκε, με αποτέλεσμα η θεομηνία να εξελιχθεί σε ανθρώπινη τραγωδία», λέει. «Αλλά όταν δεν υπάρχει εγρήγορση και επαγρύπνηση και σε βρίσκει η καταστροφή, τότε ανθούν η συνωμοσιολογία και η μοιρολατρία ως μέθοδος απόσεισης και μετάθεσης των ευθυνών. Δεν πιστεύω στη μεταφυσική. Πιστεύω στη στατιστική και στην αλληλουχία των γεγονότων. Σε μια πολύ ζεστή μέρα το καλοκαίρι, με ελάχιστη υγρασία και ισχυρούς ανέμους, είναι βέβαιο 100% ότι θα έχουμε φωτιές. Θα σημειωθεί αυτανάφλεξη από την αλληλεπίδραση του ήλιου με ένα σπασμένο γυαλί στο δάσος ή από ένα καλώδιο της ΔΕΗ. Μια σπίθα δεν θα σβήσει λόγω της έλλειψης υγρασίας και αντίθετα θα επεκταθεί παντού λόγω του ανέμου. Πρέπει να είσαι έτοιμος γι’ αυτή τη μέρα».
Οι καταστροφικές φωτιές στα δάση ήταν και παραμένουν μόνιμο χαρακτηριστικό του καλοκαιριού, εκτός από την περίοδο που ήταν υπουργός Δημόσιας Τάξης ο Χρυσοχοΐδης. Πώς εξηγείται αυτό; «Εξηγείται πολύ απλά», λέει. «Μαζί με τον αρχηγό της Πυροσβεστικής, έναν σπουδαίο αξιωματικό και ηγέτη, τον Παναγιώτη Φούρλα, είχαμε καταρτίσει τη λίστα με τις πυρόπληκτες περιοχές, αυτές που είχαν πληγεί πολλές φορές από φωτιές και είχαν τον μέγιστο κίνδυνο. Σκιάθος, Σκόπελος, Χίος, Σάμος, Ηλεία, Εύβοια και άλλες, συνολικά 25. Κοντά στον Φεβρουάριο ή Μάρτιο επιστρατεύαμε τους 25 καλύτερους αξιωματικούς και τους προτρέπαμε να αναλάβουν για μια περίοδο έξι μηνών τη διοίκηση των αντίστοιχων περιοχών έναντι ευνοϊκής τοποθέτησής τους την επόμενη χρονιά. Έτσι ενισχύαμε τις τοπικές διοικήσεις με ικανούς διοικητές. Πήγαινε ο διοικητής μετά το Πάσχα στην περιοχή που είχε αναλάβει. Έκανε ασκήσεις, συνεννοήσεις, καθαρισμούς, περιπολίες και τις κρίσιμες ώρες του καλοκαιριού αυτός και η ομάδα του προλάβαιναν τις φωτιές προτού καν συμβούν. Δεν χρειάζονται ξόρκια. Δεν χρειάζονται ιδιαίτερα κεφάλαια και πολύπλοκοι μηχανισμοί. Χρειάζεται ηγεσία και δουλειά από φιλότιμους, υπεύθυνους και σοβαρούς ανθρώπους. Το συμπέρασμα είναι ότι το κράτος έχει τις δυνατότητες να κάνει το καλύτερο. Το ελληνικό κράτος μπορεί να οδηγήσει τα πράγματα σε τέτοιο σημείο, ώστε οι πολίτες να αισθάνονται ασφάλεια και σιγουριά. Όταν οι άνθρωποι αισθάνονται ότι δεν τους προστατεύει κανείς, τότε γίνονται ανασφαλείς και οι ανασφαλείς άνθρωποι είναι ευάλωτοι στον ρατσισμό, στον φασισμό, στον αυταρχισμό, στους δικτάτορες και στις θεωρίες συνωμοσίας. Μέσα στην ανασφάλεια χάνεται η ανθρώπινη ψυχή, γίνεται αυτό που λέμε άβυσσος. Χάνεται η ψυχή μέσα στους δρόμους του φόβου. Και ο φόβος είναι ό,τι χειρότερο για την ανθρώπινη υπόσταση».
Πηγή: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να είναι σύντομα και να χρησιμοποιείτε nickname για τη διευκόλυνση του διαλόγου. Ο «Βεροιώτης» δεν υιοθετεί τις απόψεις των σχολιαστών, οι οποίοι και είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για αυτές.