Την Τετάρτη 9 Αυγούστου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας ιερούργησε στον Ιερό Ναό Αγίου Αθανασίου στο χωριό Πολυδένδρι επί τη μνήμη του περάσματος του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού από το χωριό αλλά και την μνήμη του Αγίου Νικολάου Κοκοβίτη ο οποίος μαρτύρησε το 1822 στον Χαλασμό της Νάουσας και καταγόταν από το Πολυδένδρι. Δίπλα στο Ναό βρίσκεται το δένδρο κάτω από το οποίο ο Άγιος Κοσμάς κήρυξε προς τον πιστό λάο και τοποθέτησε σιδερένιο σταυρό ο οποίος βρέθηκε πριν μερικά χρόνια. Πλήθος πιστών προσήλθε για να ασπαστεί τον σταυρό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού καθώς και του Ιερού Λειψάνου για να λάβει την ευλογία του Σεβασμιωτάτου.
Ἀνάμεσα στά στοιχεῖα γιά τά ὁποῖα ἐγκωμιάζεται ἕνας τόπος, σύμφωνα μέ τούς διδασκάλους τῆς ρητορικῆς, εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού γεννήθηκαν σέ αὐτόν τόν τόπο ἤ ἄφησαν ἐκεῖ τό ἴχνος τῆς παρουσίας τους. Καί αὐτοί εἶναι πού ἀναδεικνύουν μικρούς καί ἄσημους τόπους σέ σπουδαίους καί σεβαστούς σέ ὅλο τόν κόσμο· εἶναι αὐτοί πού γράφουν τό ὄνομά τους στό βιβλίο τῆς Ἱστορίας καί σέ ὁρισμένες περιπτώσεις καί στή βίβλο τοῦ οὐρανοῦ.
Καί αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει, ἀδελφοί μου, καί μέ τό Πολυδένδρι, μέ τόν εὐλογημένο αὐτό τόπο πού ἔχει συνδέσει τό ὄνομά του μέ δύο ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ἅγιο ἱερομάρτυρα καί ἰσαπόστολο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, ὁ ὁποῖος ἦρθε ἐδῶ σέ χρόνια δύσκολα καί κήρυξε τό Εὐαγγέλιο γιά νά ἐνισχύσει καί νά στηρίξει τούς πατέρες μας στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί στήν ἐλπίδα γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Γένους, καί ἔκανε πολλά θαύματα, μερικά ἀπό τά ὁποῖα καί ἐδῶ στό χωριό σας, ἀλλά καί τόν νεομάρτυρα ἅγιο Νικόλαο τόν Κοκοβίτη, πού θυσίασε τή ζωή του γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ στή Νάουσα καί ἀξιώθηκε νά δοξασθεῖ ἀπό τόν Θεό μέ θαυμαστά σημεῖα καί γεγονότα.
Δέν ἀρκεῖ ὅμως νά καυχώμεθα γιά τούς ἁγίους, νά καυχώμεθα γιατί ἦταν συμπολίτες μας ἤ γιατί ἁγίασαν τόν τόπο μας μέ τήν παρουσία τους. Θά πρέπει καί νά διδασκόμεθα ἀπό αὐτούς, ἀπό τήν ἁγία ζωή καί τό μαρτύριό τους. Καί τί μᾶς διδάσκουν οἱ δύο ἅγιοι, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί ὁ ἅγιος νεομάρτυς Νικόλαος;
Μᾶς διδάσκουν, ἀδελφοί μου, ὅτι γιά νά ἐπιτύχει κανείς τήν ἁγιότητα ἀλλά καί κάθε στόχο στή ζωή του δέν ἀπαιτεῖται νά εἶναι σπουδαῖος καί ἐπιφανής καί διάσημος. Δέν χρειάζεται ὁπωσδήποτε ὑλικά μέσα, ἰσχυροί προστάτες καί διασυνδέσεις. Χρειάζεται νά ἔχει κανείς πίστη, νά ἔχει ζῆλο καί νά ἔχει ἀγάπη γιά αὐτό τό ὁποῖο ἐπιδιώκει καί θέτει ὡς σκοπό τῆς ζωῆς του.
Ἕνας ἁπλός καί ταπεινός ἄνθρωπος ἦταν ὁ ἅγιος νεομάρτυς Νικόλαος. Δέν ἦταν οὔτε θεολόγος, οὔτε κληρικός, οὔτε μοναχός. Καί ὅμως ὅταν βρέθηκε μπροστά στό βῆμα τοῦ δικαστοῦ, στό Κιόσκι τῆς Ναούσης, ἤξερε τί ἤθελε νά πεῖ καί τί ἤθελε νά κάνει: νά ὁμολογήσει τήν πίστη του στόν Χριστό, νά μήν ὑπολογίσει τή ζωή του παρασυρόμενος ἀπό τίς ψεύτικες ὑποσχέσεις τοῦ Τούρκου πασᾶ καί ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. Καί ἔτσι προστέθηκε στή χορεία τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας καί συγκαταριθμήθηκε στούς ἐκλεκτούς τοῦ Χριστοῦ, αὐτούς, πού ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὑποσχέθηκε, θά τούς ὁμολογήσει ἐνώπιον τοῦ Πατρός του τοῦ ἐν οὐρανοῖς.
Ἀλλά καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, καί αὐτός ἦταν ἕνας ἁπλός ἱερομόναχος, πού μπορεῖ νά εἶχε σπουδάσει στήν τότε Ἐκκλησιαστική Σχολή τῆς Ἀθωνιάδος στό Ἅγιο Ὄρος, ἀλλά δέν διέθετε οὔτε τά πρακτικά μέσα οὔτε τήν ὑποστήριξη οὔτε τά χρήματα γι᾽ αὐτόν τόν μεγάλο ἄθλο πού ξεκίνησε, τίς περιοδεῖες του σέ ὅλο τόν τουρκοκρατούμενο ἑλλαδικό χῶρο μέ σκοπό νά διδάξει τούς ὑποδούλους Ἕλληνες τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, νά τούς ἐνισχύσει τήν πίστη καί νά τούς τονώσει τήν ἐθνική συνείδηση, ἐπιτυγχάνοντας πολύ περισσότερα ἀπό ὅσα ἐπέτυχαν ἴσως οἱ περίφημες σχολές τῆς ἐποχῆς του καί ὅλοι οἱ ἄλλοι μεγάλοι διδάσκαλοι τοῦ Γένους. Ἐπέτυχε νά ἀφυπνίσει τόν Ἑλληνισμό καί νά τόν στηρίξει στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί στήν Ἐκκλησία, ὥστε σύντομα νά μπορέσει νά διεκδικήσει τήν ἀπαλλαγή του ἀπό τόν δυσβάστακτο τουρκικό ζυγό. Ἐπέτυχε, γιατί εἶχε ζῆλο καί ἀγάπη γι᾽αὐτό πού εἶχε θέσει ὡς σκοπό τῆς ζωῆς του. Ἐπέτυχε, γιατί ἐργάσθηκε μέ αὐτοθυσία, χωρίς νά ὑπολογίσει τόν κόπο, χωρίς νά ὑπολογίσει τόν ἑαυτό του, καί ἀξιώθηκε νά μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό καί νά τιμᾶται καί ὡς ἱερομάρτυς καί ὡς ἰσαπόστολος.
Ἀδελφοί μου, ἀντίθετα ἀπό ὅ,τι νομίζουμε συνήθως, τά μεγάλα ἔργα δέν εἶναι μόνο γιά τούς λίγους καί τούς μεγάλους, εἶναι γιά ὅλους μας. Αὐτό μᾶς διδάσκουν οἱ δύο ἅγιοι πού τιμοῦμε σήμερα, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Κοκοβίτης μέ τήν ἁγία ζωή τους καί τό μαρτύριό τους. Καί ἐπειδή τό μεγαλύτερο καί σπουδαιότερο ἔργο πού ἔχουμε ὅλοι μας νά ἐπιτελέσουμε στή ζωή μας εἶναι νά φθάσουμε στήν ἁγιότητα καί νά ἐπιτύχουμε τή σωτηρία μας, ἄς ἐργαζόμαστε γι᾽αὐτήν μέ ζῆλο, μέ ἐπιμονή, μέ πίστη καί μέ ἀγάπη στόν Θεό, χωρίς νά ὑπολογίζουμε τόν κόπο καί τίς θυσίες πού ἀπαιτοῦνται, ὅπως ἔκαναν οἱ δύο ἅγιοι γιά τούς ὁποίους καυχώμεθα, διότι ὁ ἕνας ἀπό αὐτούς, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, πέρασε ἀπό αὐτόν τόν τόπο, ἔμεινε στή Μονή τοῦ Προδρόμου, ξεσήκωσε, θά ἔλεγα, ὅλους τούς πιστούς καί ἰδιαίτερα τούς μοναχούς στά μοναστήρια τῆς περιοχῆς μας, μέχρι πού ἦρθε ὁ χρόνος ἐκεῖνος πού ἀπετίναξαν τόν βαρύ τουρκικό ζυγό, ὁ ὁποῖος τούς ταλαιπωροῦσε ἐπί αἰῶνες· καί ὁ ἄλλος, ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Κοκοβίτης, εἶναι ἕνα τέκνο αὐτοῦ τοῦ κηρύγματος τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ· ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα ὁμολόγησε τήν ἀγάπη του καί γιά τόν Χριστό καί γιά τήν πατρίδα.
Ἄς κάνουμε καί ἐμεῖς τό καθῆκον μας, «ἕκαστος ἐφ᾽ ᾧ ἐτάχθη», ὁμολογώντας πάντοτε τόν Χριστό καί ἔχοντας πάντοτε κατά νοῦ αὐτό πού λέει ὁ Κύριος· «τούς δοξάζοντάς με ἀντιδοξάσω», οὕτως ὥστε νά φανοῦμε καί ἐμεῖς ἀντάξιοι αὐτῶν τῶν ἁγίων οἱ ὁποῖοι ἐτίμησαν καί τόν Χριστό ἀλλά καί τήν Ἑλλάδα.
Εἴθε νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός τῶν πρεσβειῶν τους, ἐφόσον καί ἐμεῖς ἀποδειχθοῦμε γνήσια τέκνα αὐτῶν τῶν μεγάλων ἁγίων καί νεομαρτύρων.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία:
Ἀνάμεσα στά στοιχεῖα γιά τά ὁποῖα ἐγκωμιάζεται ἕνας τόπος, σύμφωνα μέ τούς διδασκάλους τῆς ρητορικῆς, εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού γεννήθηκαν σέ αὐτόν τόν τόπο ἤ ἄφησαν ἐκεῖ τό ἴχνος τῆς παρουσίας τους. Καί αὐτοί εἶναι πού ἀναδεικνύουν μικρούς καί ἄσημους τόπους σέ σπουδαίους καί σεβαστούς σέ ὅλο τόν κόσμο· εἶναι αὐτοί πού γράφουν τό ὄνομά τους στό βιβλίο τῆς Ἱστορίας καί σέ ὁρισμένες περιπτώσεις καί στή βίβλο τοῦ οὐρανοῦ.
Καί αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει, ἀδελφοί μου, καί μέ τό Πολυδένδρι, μέ τόν εὐλογημένο αὐτό τόπο πού ἔχει συνδέσει τό ὄνομά του μέ δύο ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ἅγιο ἱερομάρτυρα καί ἰσαπόστολο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, ὁ ὁποῖος ἦρθε ἐδῶ σέ χρόνια δύσκολα καί κήρυξε τό Εὐαγγέλιο γιά νά ἐνισχύσει καί νά στηρίξει τούς πατέρες μας στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί στήν ἐλπίδα γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Γένους, καί ἔκανε πολλά θαύματα, μερικά ἀπό τά ὁποῖα καί ἐδῶ στό χωριό σας, ἀλλά καί τόν νεομάρτυρα ἅγιο Νικόλαο τόν Κοκοβίτη, πού θυσίασε τή ζωή του γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ στή Νάουσα καί ἀξιώθηκε νά δοξασθεῖ ἀπό τόν Θεό μέ θαυμαστά σημεῖα καί γεγονότα.
Δέν ἀρκεῖ ὅμως νά καυχώμεθα γιά τούς ἁγίους, νά καυχώμεθα γιατί ἦταν συμπολίτες μας ἤ γιατί ἁγίασαν τόν τόπο μας μέ τήν παρουσία τους. Θά πρέπει καί νά διδασκόμεθα ἀπό αὐτούς, ἀπό τήν ἁγία ζωή καί τό μαρτύριό τους. Καί τί μᾶς διδάσκουν οἱ δύο ἅγιοι, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί ὁ ἅγιος νεομάρτυς Νικόλαος;
Μᾶς διδάσκουν, ἀδελφοί μου, ὅτι γιά νά ἐπιτύχει κανείς τήν ἁγιότητα ἀλλά καί κάθε στόχο στή ζωή του δέν ἀπαιτεῖται νά εἶναι σπουδαῖος καί ἐπιφανής καί διάσημος. Δέν χρειάζεται ὁπωσδήποτε ὑλικά μέσα, ἰσχυροί προστάτες καί διασυνδέσεις. Χρειάζεται νά ἔχει κανείς πίστη, νά ἔχει ζῆλο καί νά ἔχει ἀγάπη γιά αὐτό τό ὁποῖο ἐπιδιώκει καί θέτει ὡς σκοπό τῆς ζωῆς του.
Ἕνας ἁπλός καί ταπεινός ἄνθρωπος ἦταν ὁ ἅγιος νεομάρτυς Νικόλαος. Δέν ἦταν οὔτε θεολόγος, οὔτε κληρικός, οὔτε μοναχός. Καί ὅμως ὅταν βρέθηκε μπροστά στό βῆμα τοῦ δικαστοῦ, στό Κιόσκι τῆς Ναούσης, ἤξερε τί ἤθελε νά πεῖ καί τί ἤθελε νά κάνει: νά ὁμολογήσει τήν πίστη του στόν Χριστό, νά μήν ὑπολογίσει τή ζωή του παρασυρόμενος ἀπό τίς ψεύτικες ὑποσχέσεις τοῦ Τούρκου πασᾶ καί ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. Καί ἔτσι προστέθηκε στή χορεία τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας καί συγκαταριθμήθηκε στούς ἐκλεκτούς τοῦ Χριστοῦ, αὐτούς, πού ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὑποσχέθηκε, θά τούς ὁμολογήσει ἐνώπιον τοῦ Πατρός του τοῦ ἐν οὐρανοῖς.
Ἀλλά καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, καί αὐτός ἦταν ἕνας ἁπλός ἱερομόναχος, πού μπορεῖ νά εἶχε σπουδάσει στήν τότε Ἐκκλησιαστική Σχολή τῆς Ἀθωνιάδος στό Ἅγιο Ὄρος, ἀλλά δέν διέθετε οὔτε τά πρακτικά μέσα οὔτε τήν ὑποστήριξη οὔτε τά χρήματα γι᾽ αὐτόν τόν μεγάλο ἄθλο πού ξεκίνησε, τίς περιοδεῖες του σέ ὅλο τόν τουρκοκρατούμενο ἑλλαδικό χῶρο μέ σκοπό νά διδάξει τούς ὑποδούλους Ἕλληνες τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, νά τούς ἐνισχύσει τήν πίστη καί νά τούς τονώσει τήν ἐθνική συνείδηση, ἐπιτυγχάνοντας πολύ περισσότερα ἀπό ὅσα ἐπέτυχαν ἴσως οἱ περίφημες σχολές τῆς ἐποχῆς του καί ὅλοι οἱ ἄλλοι μεγάλοι διδάσκαλοι τοῦ Γένους. Ἐπέτυχε νά ἀφυπνίσει τόν Ἑλληνισμό καί νά τόν στηρίξει στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί στήν Ἐκκλησία, ὥστε σύντομα νά μπορέσει νά διεκδικήσει τήν ἀπαλλαγή του ἀπό τόν δυσβάστακτο τουρκικό ζυγό. Ἐπέτυχε, γιατί εἶχε ζῆλο καί ἀγάπη γι᾽αὐτό πού εἶχε θέσει ὡς σκοπό τῆς ζωῆς του. Ἐπέτυχε, γιατί ἐργάσθηκε μέ αὐτοθυσία, χωρίς νά ὑπολογίσει τόν κόπο, χωρίς νά ὑπολογίσει τόν ἑαυτό του, καί ἀξιώθηκε νά μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό καί νά τιμᾶται καί ὡς ἱερομάρτυς καί ὡς ἰσαπόστολος.
Ἀδελφοί μου, ἀντίθετα ἀπό ὅ,τι νομίζουμε συνήθως, τά μεγάλα ἔργα δέν εἶναι μόνο γιά τούς λίγους καί τούς μεγάλους, εἶναι γιά ὅλους μας. Αὐτό μᾶς διδάσκουν οἱ δύο ἅγιοι πού τιμοῦμε σήμερα, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Κοκοβίτης μέ τήν ἁγία ζωή τους καί τό μαρτύριό τους. Καί ἐπειδή τό μεγαλύτερο καί σπουδαιότερο ἔργο πού ἔχουμε ὅλοι μας νά ἐπιτελέσουμε στή ζωή μας εἶναι νά φθάσουμε στήν ἁγιότητα καί νά ἐπιτύχουμε τή σωτηρία μας, ἄς ἐργαζόμαστε γι᾽αὐτήν μέ ζῆλο, μέ ἐπιμονή, μέ πίστη καί μέ ἀγάπη στόν Θεό, χωρίς νά ὑπολογίζουμε τόν κόπο καί τίς θυσίες πού ἀπαιτοῦνται, ὅπως ἔκαναν οἱ δύο ἅγιοι γιά τούς ὁποίους καυχώμεθα, διότι ὁ ἕνας ἀπό αὐτούς, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, πέρασε ἀπό αὐτόν τόν τόπο, ἔμεινε στή Μονή τοῦ Προδρόμου, ξεσήκωσε, θά ἔλεγα, ὅλους τούς πιστούς καί ἰδιαίτερα τούς μοναχούς στά μοναστήρια τῆς περιοχῆς μας, μέχρι πού ἦρθε ὁ χρόνος ἐκεῖνος πού ἀπετίναξαν τόν βαρύ τουρκικό ζυγό, ὁ ὁποῖος τούς ταλαιπωροῦσε ἐπί αἰῶνες· καί ὁ ἄλλος, ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Κοκοβίτης, εἶναι ἕνα τέκνο αὐτοῦ τοῦ κηρύγματος τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ· ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα ὁμολόγησε τήν ἀγάπη του καί γιά τόν Χριστό καί γιά τήν πατρίδα.
Ἄς κάνουμε καί ἐμεῖς τό καθῆκον μας, «ἕκαστος ἐφ᾽ ᾧ ἐτάχθη», ὁμολογώντας πάντοτε τόν Χριστό καί ἔχοντας πάντοτε κατά νοῦ αὐτό πού λέει ὁ Κύριος· «τούς δοξάζοντάς με ἀντιδοξάσω», οὕτως ὥστε νά φανοῦμε καί ἐμεῖς ἀντάξιοι αὐτῶν τῶν ἁγίων οἱ ὁποῖοι ἐτίμησαν καί τόν Χριστό ἀλλά καί τήν Ἑλλάδα.
Εἴθε νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός τῶν πρεσβειῶν τους, ἐφόσον καί ἐμεῖς ἀποδειχθοῦμε γνήσια τέκνα αὐτῶν τῶν μεγάλων ἁγίων καί νεομαρτύρων.