Είναι εγκληματίες! Κουβαλούν ασθένειες! Θα μας πάρουν τις δουλειές! Θα υποβαθμίσουν τις δημόσιες υπηρεσίες μας! Είναι μερικά από τα επιχειρήματα που συγκροτούν την ατμόσφαιρα του φόβου που δηλητηριάζει την ελληνική επικράτεια πείθοντας νηφάλιους πολίτες να προσδοκούν το χειρότερο από την συνάντησή τους με τους πρόσφυγες. Αλλά κόντρα σε αυτά τα δυσοίωνα αφηγήματα
που έχουν ορίσει ως αποστολή τους να προστατεύσουν την καθαρότητα του γηγενούς πληθυσμού, επιτρέψτε μου να προσφέρω ένα άλλο.
Πριν κάποιο καιρό, μια νεαρή γυναίκα από την Αλεξάνδρεια άφησε παράμερα την τσάντα της, καθώς φόρτωνε στο αυτοκίνητο τα πράγματά. Κάποιες ώρες αργότερα δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από το αστυνομικό τμήμα που την ενημέρωνε ότι ένας Σύριος πρόσφυγας την είχε βρει και την παρέδωσε προκειμένου να αναζητηθεί ο ιδιοκτήτης της. Ένας μύθος, ένα ολόκληρο νοηματικό σύστημα που στηρίχθηκε στην κατασκευή του κακού και εγκληματία πρόσφυγα, κλονίστηκε. Όταν οι πρόσφυγες που φιλοξενούνται στη Νέα Ραιδεστό, έμαθαν ότι στο γειτονικό εκκλησάκι της Αγίας Αικατερίνης έλειπε ο Σταυρός, αποφάσισαν να τον αντικαταστήσουν. Με τα λίγα τους χρήματα αγόρασαν καινούριο σταυρό, χρώματα, πινέλα κι αποκατέστησαν τη ζημιά. Φεύγοντας, άφησαν ένα μήνυμα: «Ελλάδα, συγγνώμη για ότι έγινε. Σε σεβόμαστε» Γιατί ο σεβασμός ενώνει όλους τους ανθρώπους και τις φυλές. Βέβαια η είδηση πέρασε στα ψιλά, καθώς δεν πουλάει τόσο όσο ένα ψεύτικο hoax που ισχυρίζεται ότι οι πρόσφυγες χτίζουνε τζαμιά και καταστρέφουν εκκλησίες.
Στον νομό μου, την Ημαθία, το προσφυγικό εξακολουθεί να προκαλεί συζητήσεις. Και ένα από τα πιο συνηθισμένα επιχειρήματα που ακούω ισχυρίζεται ότι αυτός ο τόπος δεν χωράει πρόσφυγες. Πρόκειται για ένα επιχείρημα που η αφειδώλευτη χρήση του το μετέτρεψε σε αποδεκτή κοινοτοπία. Και κανείς πια δεν αναρωτιέται: Μα ποιο είναι το κριτήριο με το οποίο μπορεί κάποιος να αποφασίσει πόσοι «χωράνε» σε έναν τόπο; Η επιστημονική βιβλιογραφία δεν δίνει απαντήσεις. Πουθενά δεν θα βρούμε κάποιο κριτήριο που καθορίζει την ιδανική δημογραφική αναλογία ανάμεσα σε πρόσφυγες και ντόπιους ή τον ιδανικό προσφυγικό πληθυσμό που μπορούν να «σηκώσουν» τα χθόνια τετραγωνικά χιλιόμετρά μας. Η κοινότοπη αυτή διαπίστωση δεν δίνει απαντήσεις. Αφήνει όμως υπόνοιες που δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα και τον νηφάλιο διάλογο. Μια από αυτές τις υπόνοιες είναι ότι οι γηγενείς και οι πρόσφυγες ανταγωνίζονται για περιορισμένους πόρους. Ρωτούν:
-Πώς θα νοσηλευτούν αυτοί οι άνθρωποι χωρίς να υποβαθμίσουν τις υπηρεσίες υγείας;
-Πώς θα πάνε στα σχολεία μας χωρίς να υποβαθμίσουν την παιδεία μας;
-Πώς θα τραφούν χωρίς να πάρουν το δικό μας φαγητό;
Μονάχα που το ίδιο το αξίωμα είναι σαθρό. Για την ακρίβεια ισχύει το αντίθετο. Η εμπειρία δείχνει πως η άφιξη προσφύγων αντί να σπαταλά τοπικούς πόρους, δημιουργεί νέους. Όπως δημιούργησε πόρους το πρόγραμμα REACT στην Θεσσαλονίκη. Όπως δημιούργησαν πόρους τα κονδύλια για τους εργαζόμενους στα κέντρα φιλοξενίας. Όπως δημιούργησε πόρους το κάλεσμα της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε στα ξενοδοχεία που επιθυμούν να φιλοξενήσουν πρόσφυγες. Η εγκατάσταση προσφύγων μπορεί να προσελκύσει πόρους από διεθνείς φορείς, που θα αναβαθμίσουν τα σχολεία που εκπαιδεύουν και τα νοσοκομεία που γιατρεύουν ΚΑΙ προσφυγόπουλα. Πόρους που θα βοηθήσουν στην πρόσληψη υπαλλήλων για τις ανάγκες των ανθρώπων και πόρους που θα διοχετευτούν στην τοπική αγορά.
Αλλά οι αντιδράσεις συνεχίζουν: Αυτοί οι άνθρωποι έχουν ασθένειες, είναι εγκληματίες. Οι ισχυρισμοί αυτοί θυμίζουν τα λόγια του ανεκδιήγητου ακροδεξιού Jaroslaw Kaczynski, που έλεγε πώς οι πρόσφυγες μεταφέρουν χολέρα και δυσεντερία. Μα όσο αυτονόητο και αν μοιάζει πρέπει να το επαναλαμβάνουμε: Οι πρόσφυγες αρρωσταίνουν επειδή ζουν υπό αντίξοες συνθήκες, όχι επειδή κουβαλούν ασθένειες. Μα και στο θέμα της δημόσιας ασφάλειας η εμπειρία μας δείχνει πως οι πρόσφυγες παρουσιάζουν μικρότερη εγκληματικότητα από αυτή των γηγενών αν δεν εξοβελιστούν στο κοινωνικό περιθώριο. Το πρόβλημα προκύπτει μόνο όταν οι άνθρωποι αυτοί περιθωριοποιούνται, γκετοποιούνται.
Αντί λοιπόν να προαναγγέλλουμε επαναστατικές αντιστάσεις ενάντια στους “εισβολείς”, να καλλιεργούμε μύθους και να θρέφουμε προκαταλήψεις, καλό θα ήταν να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Διότι όλη αυτή η αστήριχτη κινδυνολογία τροφοδοτεί μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η δυσπιστία οδηγεί στην περιθωριοποίηση των προσφύγων. Και η περιθωριοποίηση κάθε ανθρώπου μπορεί να τον οδηγήσει σε ξεσπάσματα. Και τότε οι ίδιοι άνθρωποι που δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα προφέρουν με αυτοϊκανοποίηση το εκνευριστικό: «Τα έλεγα εγώ».
Την είδηση του Σύριου πρόσφυγα από την Αλεξάνδρεια που έκανε αυτήν την αυτονόητη καλή πράξη, δεν θα την σχολίαζα. Αλλά την χάρηκα πολύ, όταν σκέφτηκα τον κλονισμό που θα προκαλούσε σε αυτά τα βέβαια χείλη που πάντα προβλέπουν το χειρότερο.
που έχουν ορίσει ως αποστολή τους να προστατεύσουν την καθαρότητα του γηγενούς πληθυσμού, επιτρέψτε μου να προσφέρω ένα άλλο.
Πριν κάποιο καιρό, μια νεαρή γυναίκα από την Αλεξάνδρεια άφησε παράμερα την τσάντα της, καθώς φόρτωνε στο αυτοκίνητο τα πράγματά. Κάποιες ώρες αργότερα δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από το αστυνομικό τμήμα που την ενημέρωνε ότι ένας Σύριος πρόσφυγας την είχε βρει και την παρέδωσε προκειμένου να αναζητηθεί ο ιδιοκτήτης της. Ένας μύθος, ένα ολόκληρο νοηματικό σύστημα που στηρίχθηκε στην κατασκευή του κακού και εγκληματία πρόσφυγα, κλονίστηκε. Όταν οι πρόσφυγες που φιλοξενούνται στη Νέα Ραιδεστό, έμαθαν ότι στο γειτονικό εκκλησάκι της Αγίας Αικατερίνης έλειπε ο Σταυρός, αποφάσισαν να τον αντικαταστήσουν. Με τα λίγα τους χρήματα αγόρασαν καινούριο σταυρό, χρώματα, πινέλα κι αποκατέστησαν τη ζημιά. Φεύγοντας, άφησαν ένα μήνυμα: «Ελλάδα, συγγνώμη για ότι έγινε. Σε σεβόμαστε» Γιατί ο σεβασμός ενώνει όλους τους ανθρώπους και τις φυλές. Βέβαια η είδηση πέρασε στα ψιλά, καθώς δεν πουλάει τόσο όσο ένα ψεύτικο hoax που ισχυρίζεται ότι οι πρόσφυγες χτίζουνε τζαμιά και καταστρέφουν εκκλησίες.
Στον νομό μου, την Ημαθία, το προσφυγικό εξακολουθεί να προκαλεί συζητήσεις. Και ένα από τα πιο συνηθισμένα επιχειρήματα που ακούω ισχυρίζεται ότι αυτός ο τόπος δεν χωράει πρόσφυγες. Πρόκειται για ένα επιχείρημα που η αφειδώλευτη χρήση του το μετέτρεψε σε αποδεκτή κοινοτοπία. Και κανείς πια δεν αναρωτιέται: Μα ποιο είναι το κριτήριο με το οποίο μπορεί κάποιος να αποφασίσει πόσοι «χωράνε» σε έναν τόπο; Η επιστημονική βιβλιογραφία δεν δίνει απαντήσεις. Πουθενά δεν θα βρούμε κάποιο κριτήριο που καθορίζει την ιδανική δημογραφική αναλογία ανάμεσα σε πρόσφυγες και ντόπιους ή τον ιδανικό προσφυγικό πληθυσμό που μπορούν να «σηκώσουν» τα χθόνια τετραγωνικά χιλιόμετρά μας. Η κοινότοπη αυτή διαπίστωση δεν δίνει απαντήσεις. Αφήνει όμως υπόνοιες που δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα και τον νηφάλιο διάλογο. Μια από αυτές τις υπόνοιες είναι ότι οι γηγενείς και οι πρόσφυγες ανταγωνίζονται για περιορισμένους πόρους. Ρωτούν:
-Πώς θα νοσηλευτούν αυτοί οι άνθρωποι χωρίς να υποβαθμίσουν τις υπηρεσίες υγείας;
-Πώς θα πάνε στα σχολεία μας χωρίς να υποβαθμίσουν την παιδεία μας;
-Πώς θα τραφούν χωρίς να πάρουν το δικό μας φαγητό;
Μονάχα που το ίδιο το αξίωμα είναι σαθρό. Για την ακρίβεια ισχύει το αντίθετο. Η εμπειρία δείχνει πως η άφιξη προσφύγων αντί να σπαταλά τοπικούς πόρους, δημιουργεί νέους. Όπως δημιούργησε πόρους το πρόγραμμα REACT στην Θεσσαλονίκη. Όπως δημιούργησαν πόρους τα κονδύλια για τους εργαζόμενους στα κέντρα φιλοξενίας. Όπως δημιούργησε πόρους το κάλεσμα της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε στα ξενοδοχεία που επιθυμούν να φιλοξενήσουν πρόσφυγες. Η εγκατάσταση προσφύγων μπορεί να προσελκύσει πόρους από διεθνείς φορείς, που θα αναβαθμίσουν τα σχολεία που εκπαιδεύουν και τα νοσοκομεία που γιατρεύουν ΚΑΙ προσφυγόπουλα. Πόρους που θα βοηθήσουν στην πρόσληψη υπαλλήλων για τις ανάγκες των ανθρώπων και πόρους που θα διοχετευτούν στην τοπική αγορά.
Αλλά οι αντιδράσεις συνεχίζουν: Αυτοί οι άνθρωποι έχουν ασθένειες, είναι εγκληματίες. Οι ισχυρισμοί αυτοί θυμίζουν τα λόγια του ανεκδιήγητου ακροδεξιού Jaroslaw Kaczynski, που έλεγε πώς οι πρόσφυγες μεταφέρουν χολέρα και δυσεντερία. Μα όσο αυτονόητο και αν μοιάζει πρέπει να το επαναλαμβάνουμε: Οι πρόσφυγες αρρωσταίνουν επειδή ζουν υπό αντίξοες συνθήκες, όχι επειδή κουβαλούν ασθένειες. Μα και στο θέμα της δημόσιας ασφάλειας η εμπειρία μας δείχνει πως οι πρόσφυγες παρουσιάζουν μικρότερη εγκληματικότητα από αυτή των γηγενών αν δεν εξοβελιστούν στο κοινωνικό περιθώριο. Το πρόβλημα προκύπτει μόνο όταν οι άνθρωποι αυτοί περιθωριοποιούνται, γκετοποιούνται.
Αντί λοιπόν να προαναγγέλλουμε επαναστατικές αντιστάσεις ενάντια στους “εισβολείς”, να καλλιεργούμε μύθους και να θρέφουμε προκαταλήψεις, καλό θα ήταν να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Διότι όλη αυτή η αστήριχτη κινδυνολογία τροφοδοτεί μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η δυσπιστία οδηγεί στην περιθωριοποίηση των προσφύγων. Και η περιθωριοποίηση κάθε ανθρώπου μπορεί να τον οδηγήσει σε ξεσπάσματα. Και τότε οι ίδιοι άνθρωποι που δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα προφέρουν με αυτοϊκανοποίηση το εκνευριστικό: «Τα έλεγα εγώ».
Την είδηση του Σύριου πρόσφυγα από την Αλεξάνδρεια που έκανε αυτήν την αυτονόητη καλή πράξη, δεν θα την σχολίαζα. Αλλά την χάρηκα πολύ, όταν σκέφτηκα τον κλονισμό που θα προκαλούσε σε αυτά τα βέβαια χείλη που πάντα προβλέπουν το χειρότερο.