Η ΒΕΡΟΙΑ ΕΚΑΝΕ ΠΑΛΙ ΤΟ «ΘΑΥΜΑ» ΤΗΣ
Νέο χώρo απέκτησε η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Βέροιας στον δεύτερο όροφο. Η ανακαίνισή του ολοκληρώθηκε με χορηγίες 800 πολιτών που ανταποκρίθηκαν στην εκστρατεία υποστήριξης. Τάμπλετ φορτωμένα με εφημερίδες στην αραβική γλώσσα για τους πρόσφυγες! Δεν παύει να μας εκπλήσσει η εφευρετικότητα και η ταχύτητα με την οποία οργανώνει...
τις υπηρεσίες της η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέροιας. Διεισδύει στην κοινωνία, αφουγκράζεται τις ανάγκες της, καινοτομεί, πειραματίζεται, οραματίζεται τη βιβλιοθήκη του μέλλοντος. Δεν είναι τυχαίο ότι το κτίριο, σχεδιασμένο αποκλειστικά για βιβλιοθήκη, αποτελεί εδώ και δεκαεπτά χρόνια τον τρίτο πιο πολυσύχναστο χώρο της πόλης, μετά το σπίτι και τη δουλειά.
Πρόσφατα η διάσημη βιβλιοθήκη «άναψε τα φώτα». Για την ακρίβεια, ανάβει κι άλλα φώτα, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αυτή τη φορά σε μια υπερσύγχρονη αίθουσα πολλαπλών χρήσεων υψηλής αισθητικής στον ανακαινισμένο δεύτερο όροφο. Κάποιες από τις πολύχρωμες καρέκλες φέρουν ονόματα δωρητών. Κι αυτό γιατί ολοκληρώθηκε χάρη στην καμπάνια crowdfunding. Το ποσό του ενός εκατομμυρίου δολαρίων από το βραβείο «Πρόσβαση στη Γνώση» του Ιδρύματος Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς, το 2010, αξιοποιήθηκε ώς το τελευταίο σεντ. Υπολείπονταν 100.000 ευρώ για τον εξοπλισμό της αίθουσας εκδηλώσεων. Οκτακόσιοι χορηγοί ανταποκρίθηκαν άμεσα προσφέροντας από ένα έως 10.000 ευρώ. «Το κοινό μάς εμπιστεύεται γιατί διαπιστώνει ότι τα χρήματα επενδύονται. Ελπίζουμε να παραμείνουν δίπλα μας. Τους έχουμε ανάγκη για να συνεχίσουμε», εξηγούσε η Ασπασία Τασιοπούλου, υπεύθυνη επικοινωνίας. Οι λέξεις είναι λίγες για να περιγράψουν τις εικόνες, το ετερόκλητο πλήθος, τις υπηρεσίες που συνυπάρχουν στους ορόφους της. Ανάμεσά τους και μια έξυπνα σχεδιασμένη κουζίνα. «Κουζίνα σε δημόσια βιβλιοθήκη;» αναρωτιούνται κάποιοι. «Γιατί όχι;» απαντά η αεικίνητη ομάδα που συνεχίζει το έργο του οραματιστή, πρώην διευθυντή της βιβλιοθήκης –νυν μέλος του Δ.Σ.– Γιάννη Τροχόπουλου. Σε μια βιβλιοθήκη που ανοίγει συνεχώς τη βεντάλια δράσεων και επισκεπτών (1.100 μέλη προστίθενται κάθε χρόνο) χωρίς διακρίσεις, όλοι και τα πάντα έχουν θέση. Ο άνεργος που αναζητεί εργασία, οι αναγνώστες που διαλέγουν βιβλία, ο μετανάστης που συμπληρώνει μια αίτηση, οι μαθητές που ανατρέχουν στα σχολικά βοηθήματα, μουσικοί που ηχογραφούν στο στούντιο, νοικοκυρές που παρακολουθούν σεμινάρια μαγειρικής. Δίπλα σ’ αυτούς και οι πρόσφυγες. Η βιβλιοθήκη βρέθηκε στο πλευρό τους από την πρώτη στιγμή της εγκατάστασής τους στο στρατόπεδο «Αρματολού Κόκκινου». Κατέγραψε τις ανάγκες τους, τους ενημέρωσε για τις παροχές, ενώ Κινητή Μονάδα με παιδικά βιβλία και εφημερίδες, φωτοτυπημένα και σε τάμπλετ, επισκέπτεται συχνά το κέντρο φιλοξενίας. Τι ζητούν οι πρόσφυγες από τη βιβλιοθήκη; Πρόσβαση στο pressreader –ηλεκτρονικό περίπτερο– με εφημερίδες και περιοδικά σε 60 γλώσσες, Skype για επικοινωνία, ταξιδιωτικούς οδηγούς και μαθήματα ξένων γλωσσών. Προετοιμάζονται για το μέλλον τους. «Για εμάς η δεξιότητα του “να μαθαίνεις πώς να μαθαίνεις” είναι βασικό συστατικό της βιβλιοθήκης, του καθηγητή, του μαθητή του μέλλοντος». Βάσει αυτής της αρχής, το δίκτυο Future Library σε συνεργασία με το ΚΙΚΠΕ (Κοινωφελές Ιδρυμα Κοινωνικού και Πολιτιστικού Εργου) οργάνωσε πρόγραμμα επιμορφωτικών σεμιναρίων «από την έρευνα στη διδασκαλία» σε οκτώ δημόσιες και δημοτικές βιβλιοθήκες της χώρας. Ο κύκλος έκλεισε στη Βέροια, στο εορταστικό διήμερο των εγκαινίων, που κορυφώθηκε με το ρεσιτάλ πιάνου (δωρεά Αθανασίου Λασκαρίδη και Εύης Λαζού) από τον πιανίστα Παναγιώτη Τροχόπουλο.
τις υπηρεσίες της η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέροιας. Διεισδύει στην κοινωνία, αφουγκράζεται τις ανάγκες της, καινοτομεί, πειραματίζεται, οραματίζεται τη βιβλιοθήκη του μέλλοντος. Δεν είναι τυχαίο ότι το κτίριο, σχεδιασμένο αποκλειστικά για βιβλιοθήκη, αποτελεί εδώ και δεκαεπτά χρόνια τον τρίτο πιο πολυσύχναστο χώρο της πόλης, μετά το σπίτι και τη δουλειά.
Πρόσφατα η διάσημη βιβλιοθήκη «άναψε τα φώτα». Για την ακρίβεια, ανάβει κι άλλα φώτα, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αυτή τη φορά σε μια υπερσύγχρονη αίθουσα πολλαπλών χρήσεων υψηλής αισθητικής στον ανακαινισμένο δεύτερο όροφο. Κάποιες από τις πολύχρωμες καρέκλες φέρουν ονόματα δωρητών. Κι αυτό γιατί ολοκληρώθηκε χάρη στην καμπάνια crowdfunding. Το ποσό του ενός εκατομμυρίου δολαρίων από το βραβείο «Πρόσβαση στη Γνώση» του Ιδρύματος Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς, το 2010, αξιοποιήθηκε ώς το τελευταίο σεντ. Υπολείπονταν 100.000 ευρώ για τον εξοπλισμό της αίθουσας εκδηλώσεων. Οκτακόσιοι χορηγοί ανταποκρίθηκαν άμεσα προσφέροντας από ένα έως 10.000 ευρώ. «Το κοινό μάς εμπιστεύεται γιατί διαπιστώνει ότι τα χρήματα επενδύονται. Ελπίζουμε να παραμείνουν δίπλα μας. Τους έχουμε ανάγκη για να συνεχίσουμε», εξηγούσε η Ασπασία Τασιοπούλου, υπεύθυνη επικοινωνίας. Οι λέξεις είναι λίγες για να περιγράψουν τις εικόνες, το ετερόκλητο πλήθος, τις υπηρεσίες που συνυπάρχουν στους ορόφους της. Ανάμεσά τους και μια έξυπνα σχεδιασμένη κουζίνα. «Κουζίνα σε δημόσια βιβλιοθήκη;» αναρωτιούνται κάποιοι. «Γιατί όχι;» απαντά η αεικίνητη ομάδα που συνεχίζει το έργο του οραματιστή, πρώην διευθυντή της βιβλιοθήκης –νυν μέλος του Δ.Σ.– Γιάννη Τροχόπουλου. Σε μια βιβλιοθήκη που ανοίγει συνεχώς τη βεντάλια δράσεων και επισκεπτών (1.100 μέλη προστίθενται κάθε χρόνο) χωρίς διακρίσεις, όλοι και τα πάντα έχουν θέση. Ο άνεργος που αναζητεί εργασία, οι αναγνώστες που διαλέγουν βιβλία, ο μετανάστης που συμπληρώνει μια αίτηση, οι μαθητές που ανατρέχουν στα σχολικά βοηθήματα, μουσικοί που ηχογραφούν στο στούντιο, νοικοκυρές που παρακολουθούν σεμινάρια μαγειρικής. Δίπλα σ’ αυτούς και οι πρόσφυγες. Η βιβλιοθήκη βρέθηκε στο πλευρό τους από την πρώτη στιγμή της εγκατάστασής τους στο στρατόπεδο «Αρματολού Κόκκινου». Κατέγραψε τις ανάγκες τους, τους ενημέρωσε για τις παροχές, ενώ Κινητή Μονάδα με παιδικά βιβλία και εφημερίδες, φωτοτυπημένα και σε τάμπλετ, επισκέπτεται συχνά το κέντρο φιλοξενίας. Τι ζητούν οι πρόσφυγες από τη βιβλιοθήκη; Πρόσβαση στο pressreader –ηλεκτρονικό περίπτερο– με εφημερίδες και περιοδικά σε 60 γλώσσες, Skype για επικοινωνία, ταξιδιωτικούς οδηγούς και μαθήματα ξένων γλωσσών. Προετοιμάζονται για το μέλλον τους. «Για εμάς η δεξιότητα του “να μαθαίνεις πώς να μαθαίνεις” είναι βασικό συστατικό της βιβλιοθήκης, του καθηγητή, του μαθητή του μέλλοντος». Βάσει αυτής της αρχής, το δίκτυο Future Library σε συνεργασία με το ΚΙΚΠΕ (Κοινωφελές Ιδρυμα Κοινωνικού και Πολιτιστικού Εργου) οργάνωσε πρόγραμμα επιμορφωτικών σεμιναρίων «από την έρευνα στη διδασκαλία» σε οκτώ δημόσιες και δημοτικές βιβλιοθήκες της χώρας. Ο κύκλος έκλεισε στη Βέροια, στο εορταστικό διήμερο των εγκαινίων, που κορυφώθηκε με το ρεσιτάλ πιάνου (δωρεά Αθανασίου Λασκαρίδη και Εύης Λαζού) από τον πιανίστα Παναγιώτη Τροχόπουλο.
Εντυπωσιακοί αριθμοί
Μολονότι η βιβλιοθήκη ως στρατηγικός εταίρος του προγράμματος Future Library (χρηματοδοτούμενο του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος) εδώ και πέντε χρόνια δείχνει τον δρόμο σε βιβλιοθήκες της χώρας, η Βέροια εξακολουθεί να κατέχει τα πρωτεία. Τα νούμερα είναι ασύλληπτα για τα ελληνικά δεδομένα: πεντακόσιοι έως 800 επισκέπτες ημερησίως δανείζονται περισσότερα από 170.000 τεκμήρια (βιβλία, περιοδικά, DVDs, CD-ROMs, Kindles, επιτραπέζια παιχνίδια, φωτογραφική μηχανή κ.ά.) ετησίως. Η πλειονότητα είναι παιδιά και γυναίκες που αγαπούν τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία. Αντιθέτως, οι άνδρες είναι φανατικοί αναγνώστες του ιστορικού μυθιστορήματος και της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. Πέρα από τους αριθμούς, ένα ερώτημα γεννάει πλέον το φαινόμενο της Βέροιας. Πώς επηρέασε την κοινωνία της επαρχιακής πόλης; Πόσο επωφελήθηκαν οι νεότερες γενιές από τις πρωτοπόρες στρατηγικές του; Η «Κ» συνάντησε δύο νέους που «μεγάλωσαν» μέσα στη βιβλιοθήκη.
Είναι ένα απειροελάχιστο δείγμα από το εντυπωσιακό νούμερο των 33.000 εγγεγραμμένων μελών της, δηλαδή το 62% του πληθυσμού της πόλης. Ωστόσο είναι ενδεικτικό. Για την Ασημίνα Σελάμι, μαθήτρια της Γ’ Λυκείου, η βιβλιοθήκη ήταν και είναι το δεύτερο σπίτι της, «βασικό στοιχείο της καθημερινότητάς μου», όπως λέει. Γεννημένη το 1998 στη Μυτιλήνη –σχεδόν ταυτόχρονα με τη λειτουργία της βιβλιοθήκης στο νέο κτίριο–, ήρθε σε επαφή με τις υπηρεσίες της σε ηλικία 7 χρόνων (2004), όταν οι γονείς της –οικονομικοί μετανάστες αλβανικής καταγωγής– εγκαταστάθηκαν στη Βέροια. Δανείστηκε τα πρώτα εξωσχολικά βιβλία από το παράρτημα της βιβλιοθήκης στο σχολείο της (11ο Δημοτικό). Ταυτόχρονα, άρχισε να συχνάζει και στη βιβλιοθήκη με τη μητέρα της. Εκείνη βελτίωνε τα ελληνικά της, συμμετείχε σε θεματικά σεμινάρια και η μικρή «καταβρόχθιζε» λογοτεχνία. «Τα περισσότερα βιβλία που έχω διαβάσει στη ζωή μου τα δανείστηκα από αυτήν τη βιβλιοθήκη. Ξεκίνησα με παιδικά, πέρασα στην εφηβική λογοτεχνία, αργότερα στην κλασική, ελληνική και ξένη, και τα τελευταία χρόνια στα ιστορικά. Εδώ αναζητούσα πληροφορίες για εργασίες και πρότζεκτ, στο στούντιο ηχογραφήσαμε τα τραγούδια της μουσικής ομάδας του σχολείου μας και της σχολικής μας παράστασης, στο αναγνωστήριο διαβάζω τώρα για τις πανελλαδικές εξετάσεις, μαζεύω δυνάμεις για τον στόχο μου». Αν δεν υπήρχε η βιβλιοθήκη, πώς φαντάζεται τον εαυτό της; «Πολύ λιγότερο διαβασμένο. Δεν θα είχα την οικονομική δυνατότητα να αγοράσω τόσα βιβλία, ούτε σχολικά βοηθήματα. Ηταν βασικό στοιχείο της καθημερινότητάς μου. Δανειζόμουν δύο και περισσότερα εξωσχολικά βιβλία την εβδομάδα». Πώς φαντάζεται μια κοινωνία χωρίς βιβλιοθήκη; «Βαρετή, στεγνή, αδιάφορη. Η βιβλιοθήκη είναι ένα κομμάτι του πολιτισμού και δεν θα έπρεπε να λείπει από καμιά κοινωνία, μικρή και μεγάλη». Για τον Γιώργο Σπυριδωνίδη, μαθητή της Β’ Γυμνασίου, η βιβλιοθήκη είναι ένας «χώρος δράσης». Είναι ένα παιδί που έπαιξε στα «μαγικά κουτιά», δανείστηκε και διάβασε παιδικά βιβλία και τώρα βοηθάει εθελοντικά στις δράσεις. Φωτογραφίζει και ανεβάζει τις εικόνες στον λογαριασμό της βιβλιοθήκης (Flickr). «Πολύ μικρός διάβαζα περισσότερο. Τώρα λόγω του σχολείου, έχω λιγότερο χρόνο. Ομως δεν ξεχνώ. Κάθε είκοσι ημέρες δανείζομαι ένα λογοτεχνικό βιβλίο». Διαβάζουν τα παιδιά της ηλικίας του; «Υπάρχουν παιδιά που διαβάζουν, αλλά νομίζω ότι το μεγαλύτερο ποσοστό δεν ασχολείται. Ξέρετε, οι φίλοι μου χρησιμοποιούν πιο πολύ τα κοινωνικά δίκτυα. Είναι το μέσον ενημέρωσης και επαφής, οπότε “αναγκάζομαι” και εγώ να συμμετέχω. Αυτό απορροφά ενεργητικότητα και χρόνο», λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Είναι ένα απειροελάχιστο δείγμα από το εντυπωσιακό νούμερο των 33.000 εγγεγραμμένων μελών της, δηλαδή το 62% του πληθυσμού της πόλης. Ωστόσο είναι ενδεικτικό. Για την Ασημίνα Σελάμι, μαθήτρια της Γ’ Λυκείου, η βιβλιοθήκη ήταν και είναι το δεύτερο σπίτι της, «βασικό στοιχείο της καθημερινότητάς μου», όπως λέει. Γεννημένη το 1998 στη Μυτιλήνη –σχεδόν ταυτόχρονα με τη λειτουργία της βιβλιοθήκης στο νέο κτίριο–, ήρθε σε επαφή με τις υπηρεσίες της σε ηλικία 7 χρόνων (2004), όταν οι γονείς της –οικονομικοί μετανάστες αλβανικής καταγωγής– εγκαταστάθηκαν στη Βέροια. Δανείστηκε τα πρώτα εξωσχολικά βιβλία από το παράρτημα της βιβλιοθήκης στο σχολείο της (11ο Δημοτικό). Ταυτόχρονα, άρχισε να συχνάζει και στη βιβλιοθήκη με τη μητέρα της. Εκείνη βελτίωνε τα ελληνικά της, συμμετείχε σε θεματικά σεμινάρια και η μικρή «καταβρόχθιζε» λογοτεχνία. «Τα περισσότερα βιβλία που έχω διαβάσει στη ζωή μου τα δανείστηκα από αυτήν τη βιβλιοθήκη. Ξεκίνησα με παιδικά, πέρασα στην εφηβική λογοτεχνία, αργότερα στην κλασική, ελληνική και ξένη, και τα τελευταία χρόνια στα ιστορικά. Εδώ αναζητούσα πληροφορίες για εργασίες και πρότζεκτ, στο στούντιο ηχογραφήσαμε τα τραγούδια της μουσικής ομάδας του σχολείου μας και της σχολικής μας παράστασης, στο αναγνωστήριο διαβάζω τώρα για τις πανελλαδικές εξετάσεις, μαζεύω δυνάμεις για τον στόχο μου». Αν δεν υπήρχε η βιβλιοθήκη, πώς φαντάζεται τον εαυτό της; «Πολύ λιγότερο διαβασμένο. Δεν θα είχα την οικονομική δυνατότητα να αγοράσω τόσα βιβλία, ούτε σχολικά βοηθήματα. Ηταν βασικό στοιχείο της καθημερινότητάς μου. Δανειζόμουν δύο και περισσότερα εξωσχολικά βιβλία την εβδομάδα». Πώς φαντάζεται μια κοινωνία χωρίς βιβλιοθήκη; «Βαρετή, στεγνή, αδιάφορη. Η βιβλιοθήκη είναι ένα κομμάτι του πολιτισμού και δεν θα έπρεπε να λείπει από καμιά κοινωνία, μικρή και μεγάλη». Για τον Γιώργο Σπυριδωνίδη, μαθητή της Β’ Γυμνασίου, η βιβλιοθήκη είναι ένας «χώρος δράσης». Είναι ένα παιδί που έπαιξε στα «μαγικά κουτιά», δανείστηκε και διάβασε παιδικά βιβλία και τώρα βοηθάει εθελοντικά στις δράσεις. Φωτογραφίζει και ανεβάζει τις εικόνες στον λογαριασμό της βιβλιοθήκης (Flickr). «Πολύ μικρός διάβαζα περισσότερο. Τώρα λόγω του σχολείου, έχω λιγότερο χρόνο. Ομως δεν ξεχνώ. Κάθε είκοσι ημέρες δανείζομαι ένα λογοτεχνικό βιβλίο». Διαβάζουν τα παιδιά της ηλικίας του; «Υπάρχουν παιδιά που διαβάζουν, αλλά νομίζω ότι το μεγαλύτερο ποσοστό δεν ασχολείται. Ξέρετε, οι φίλοι μου χρησιμοποιούν πιο πολύ τα κοινωνικά δίκτυα. Είναι το μέσον ενημέρωσης και επαφής, οπότε “αναγκάζομαι” και εγώ να συμμετέχω. Αυτό απορροφά ενεργητικότητα και χρόνο», λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια.