Την Μ. Πέμπτη το βράδυ ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην Ακολουθία των Παθών στον μητροπολιτικό ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναούσης. Την Μ. Παρασκευή το πρωί ο σεβασμιώτατος χοροστάτησε στην Ακολουθία των Μ. Ωρών και στον Εσπερινό της Αποκαθηλώσεως στον μητροπολιτικό ιερό Ναό Κοιμήσεως...
Θεοτόκου Αλεξανδρείας. Ποιμαντορική εγκύκλιος Μεγάλης Παρασκευής: «Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων». Ὀκτώ αἰῶνες πρίν ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου τό προφητικό ὄμμα τοῦ Ἡσαΐου βλέπει τόν Χριστό ἐπί τοῦ Σταυροῦ, καί ἡ θεοκίνητη γλῶσσα του περιγράφει μέ συγκλονιστικό τρόπο αὐτό πού τά μάτια τῆς ψυχῆς του βλέπουν. «Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων». Τόν εἴδαμε καί ἡ μορφή του δέν εἶχε κάλλος, ἀλλά εἶχε ἐμφανῆ τά σημάδια τῆς ἀτιμώσεως καί τῆς περιφρονήσεως τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων.
Καί ὄντως ἔτσι συνέβη. Ὁ Χριστός ἦλθε στή γῆ γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Ἦλθε ἀπό ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία καί ἀντιμετώπισε τήν ἄρνηση καί τό μίσος. Ἐκεῖνος εὐεργέτησε τούς ἀνθρώπους, καί ἐκεῖνοι τοῦ προσέφεραν «ἀντί τοῦ μάνα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος». Προτίμησαν νά ὁδηγήσουν τόν Χριστό στόν Σταυρό, στόν πιό ἐπώδυνο καί ἀτιμωτικό θάνατο, ἀντί τοῦ Βαραββᾶ. Προτίμησαν νά δοῦν ἐξουθενωμένο νά σηκώνει τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου Ἐκεῖνον πού θεράπευσε τίς ἀσθένειες καί ἀνέστησε τούς νεκρούς τους. Προτίμησαν νά δοῦν μέ ἀλλοιωμένη τή μορφή του ἀπό τόν πόνο Ἐκεῖνον πού ἤθελε νά ἀποκαταστήσει τήν ἀλλοιωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία δική τους μορφή καί ψυχή. Καί ὅμως Αὐτός πού δέν ἔχει «εἶδος», πού δέν ἔχει «κάλλος», Αὐτός πού σήκωσε χθές τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου καί ἀνέβηκε καρτερικά στόν λόφο τοῦ Γολγοθᾶ, Αὐτός πού ὑπέμεινε τήν ὀδύνη καί τήν ταπείνωση τῆς Σταυρώσεως καί πρόλαβε ἐπάνω στόν Σταυρό νά ἀνοίξει μέ ἕνα «μνήσθητι» τήν πύλη τοῦ Παραδείσου στόν εὐγνώμονα ληστή, Αὐτός τοῦ ὁποίου τό νεκρό σῶμα θά δοῦμε σέ λίγο νά κατεβάζει ἀπό τόν Σταυρό ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας, γιά νά προσφέρει τήν ὀφειλόμενη τιμή στόν ἀτιμασθένα ἀπό τήν κακία τῶν ἀνθρώπων Θεάνθρωπο, δέν θά παραμείνει ἐπί πολύ χωρίς «εἶδος» καί χωρίς «κάλλος». Θά ἀναστεῖ «καί αὖθις ἐκ τοῦ τάφου ὡραῖος» καί θά συναναστήσει μαζί του ὅσους δέν πίστευσαν ὅτι ὁ Σταυρός καί ὁ θάνατος θά τόν νικήσει καί θά τόν ἐξαφανίσει. Θά συναναστήσει μαζί του ὅσους θά πιστεύσουν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί δέν θά ἐπηρεασθοῦν ἀπό τήν προσωρινή ἀλλοίωση τῆς μορφῆς του καί τήν ἀτιμωτική συμπεριφορά τῶν ἐχθρῶν του. «Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων». Οἱ λόγοι τοῦ προφήτου Ἡσαΐα θά μποροῦσαν νά ἐπαναληφθοῦν, ἀδελφοί μου, καί σήμερα. Γιατί εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού κακοποιοῦν τή μορφή τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού ἐπιχειροῦν νά τήν παραμορφώσουν, νά τήν ἐξευτελίσουν, νά τήν ἀτιμάσουν, εἴτε ἐπιτιθέμενοι ἐναντίον του εἴτε ἐπιτιθέμενοι ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ὁ Χριστός ὀνόμασε ἀδελφούς του. Καί εἶναι πολλοί οἱ τρόποι πού χρησιμοποιοῦν. Εἶναι ἡ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεώς του καί τῆς θυσίας του ὑπέρ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀληθείας τῆς διδασκαλίας του μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι εἶναι ξεπερασμένη καί δέν ἰσχύει πλέον. Εἶναι ἡ προσβολή καί ἡ βεβήλωση τῆς παναγίας μορφῆς του μέ λόγους καί πράξεις, μέ συκοφαντίες καί βλασφημίες. Συγχρόνως ὅμως εἶναι καί ἡ προσβολή καί ἡ βεβήλωση τῶν εἰκόνων του, τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀδιαφορία γι᾽ αὐτούς καί γιά τή ζωή τους. Οἱ πόλεμοι πού τούς καταστρέφουν, οἱ ταλαιπωρίες καί τά μαρτύρια ἐξαιτίας τῆς πίστεώς τους, ἡ ἐξαθλίωση πού τούς δημιουργεῖ ἡ ἀνέχεια καί ἡ προσφυγιά, ὅλα ὅσα προσβάλλουν καί παραμορφώνουν τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, στερώντας του τήν ἐλευθερία καί τή δυνατότητα νά ἔχει μέλλον καί προοπτική. Ὅλοι ὅμως αὐτοί, οἱ ὁποῖοι σάν τούς Ἰουδαίους τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ νομίζουν πώς μποροῦν καί πάλι νά τόν θανατώσουν καί νά τόν ἐξαφανίσουν γιά νά μήν εἶναι ἐμπόδιο στά ἄνομα σχέδιά τους, πλανῶνται, ἀδελφοί μου. Γιατί μπορεῖ ὁ Χριστός ἤ οἱ ἀδελφοί του νά βρίσκονται προσωρινά χωρίς «εἶδος» καί χωρίς «κάλλος», νά δοκιμάζονται καί νά ἀτιμάζονται, νά ὑποφέρουν καί νά διασύρονται, νά ταλαιπωροῦνται καί νά συκοφαντοῦνται, ἀλλά αὐτό δέν εἶναι μόνιμο· γιατί ὁ Χριστός σταυρώθηκε καί γι᾽ αὐτούς. Σταυρώθηκε καί γιά ὅσους ὑποφέρουν. Σταυρώθηκε καί γιά ὅσους διώκονται καί πονοῦν, γιά ὅσους ὁ πόνος καί ἡ ὀδύνη τούς ἔχουν ἀλλοιώσει τό «εἶδος» καί ἐξαφανίσει τό «κάλλος». Σταυρώθηκε γιά νά ἄρει καί τόν δικό τους πόνο καί τόν δικό μας πόνο. Γιά νά τόν νεκρώσει καί νά τόν θανατώσει γιά πάντα, ἀναγεννώντας τή μορφή μας καί τήν ὕπαρξή μας μέ τόν θάνατο καί τήν Ἀνάστασή του. Μία προϋπόθεση μόνο ὑπάρχει, ἀδελφοί μου. Νά τόν ἀναγνωρίσουμε ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή μας. Νά σταθοῦμε κάτω ἀπό τόν Σταυρό του ὄχι σάν τούς στρατιῶτες, ἀλλά εὐλαβικά σάν τόν ἠγαπημένο μαθητή του, τόν Ἰωάννη, σάν τόν Ἰωσήφ καί τόν Νικόδημο, σάν τίς Μυροφόρες, σάν τόν εὐγνώμονα ληστή καί νά τόν παρακαλέσουμε νά ἀξιώσει καί ἐμᾶς τῆς Ἀναστάσεώς του καί τῆς βασιλείας του. Διάπυρος πρός τόν δι᾽ ἡμᾶς Σταυρωθέντα Κύριον εὐχέτης.
Θεοτόκου Αλεξανδρείας. Ποιμαντορική εγκύκλιος Μεγάλης Παρασκευής: «Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων». Ὀκτώ αἰῶνες πρίν ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου τό προφητικό ὄμμα τοῦ Ἡσαΐου βλέπει τόν Χριστό ἐπί τοῦ Σταυροῦ, καί ἡ θεοκίνητη γλῶσσα του περιγράφει μέ συγκλονιστικό τρόπο αὐτό πού τά μάτια τῆς ψυχῆς του βλέπουν. «Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων». Τόν εἴδαμε καί ἡ μορφή του δέν εἶχε κάλλος, ἀλλά εἶχε ἐμφανῆ τά σημάδια τῆς ἀτιμώσεως καί τῆς περιφρονήσεως τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων.
Καί ὄντως ἔτσι συνέβη. Ὁ Χριστός ἦλθε στή γῆ γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Ἦλθε ἀπό ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία καί ἀντιμετώπισε τήν ἄρνηση καί τό μίσος. Ἐκεῖνος εὐεργέτησε τούς ἀνθρώπους, καί ἐκεῖνοι τοῦ προσέφεραν «ἀντί τοῦ μάνα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος». Προτίμησαν νά ὁδηγήσουν τόν Χριστό στόν Σταυρό, στόν πιό ἐπώδυνο καί ἀτιμωτικό θάνατο, ἀντί τοῦ Βαραββᾶ. Προτίμησαν νά δοῦν ἐξουθενωμένο νά σηκώνει τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου Ἐκεῖνον πού θεράπευσε τίς ἀσθένειες καί ἀνέστησε τούς νεκρούς τους. Προτίμησαν νά δοῦν μέ ἀλλοιωμένη τή μορφή του ἀπό τόν πόνο Ἐκεῖνον πού ἤθελε νά ἀποκαταστήσει τήν ἀλλοιωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία δική τους μορφή καί ψυχή. Καί ὅμως Αὐτός πού δέν ἔχει «εἶδος», πού δέν ἔχει «κάλλος», Αὐτός πού σήκωσε χθές τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου καί ἀνέβηκε καρτερικά στόν λόφο τοῦ Γολγοθᾶ, Αὐτός πού ὑπέμεινε τήν ὀδύνη καί τήν ταπείνωση τῆς Σταυρώσεως καί πρόλαβε ἐπάνω στόν Σταυρό νά ἀνοίξει μέ ἕνα «μνήσθητι» τήν πύλη τοῦ Παραδείσου στόν εὐγνώμονα ληστή, Αὐτός τοῦ ὁποίου τό νεκρό σῶμα θά δοῦμε σέ λίγο νά κατεβάζει ἀπό τόν Σταυρό ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας, γιά νά προσφέρει τήν ὀφειλόμενη τιμή στόν ἀτιμασθένα ἀπό τήν κακία τῶν ἀνθρώπων Θεάνθρωπο, δέν θά παραμείνει ἐπί πολύ χωρίς «εἶδος» καί χωρίς «κάλλος». Θά ἀναστεῖ «καί αὖθις ἐκ τοῦ τάφου ὡραῖος» καί θά συναναστήσει μαζί του ὅσους δέν πίστευσαν ὅτι ὁ Σταυρός καί ὁ θάνατος θά τόν νικήσει καί θά τόν ἐξαφανίσει. Θά συναναστήσει μαζί του ὅσους θά πιστεύσουν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί δέν θά ἐπηρεασθοῦν ἀπό τήν προσωρινή ἀλλοίωση τῆς μορφῆς του καί τήν ἀτιμωτική συμπεριφορά τῶν ἐχθρῶν του. «Καί εἴδομεν αὐτόν, καί οὐκ εἶχεν εἶδος, οὐδέ κάλλος, ἀλλά τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων». Οἱ λόγοι τοῦ προφήτου Ἡσαΐα θά μποροῦσαν νά ἐπαναληφθοῦν, ἀδελφοί μου, καί σήμερα. Γιατί εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού κακοποιοῦν τή μορφή τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού ἐπιχειροῦν νά τήν παραμορφώσουν, νά τήν ἐξευτελίσουν, νά τήν ἀτιμάσουν, εἴτε ἐπιτιθέμενοι ἐναντίον του εἴτε ἐπιτιθέμενοι ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ὁ Χριστός ὀνόμασε ἀδελφούς του. Καί εἶναι πολλοί οἱ τρόποι πού χρησιμοποιοῦν. Εἶναι ἡ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεώς του καί τῆς θυσίας του ὑπέρ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀληθείας τῆς διδασκαλίας του μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι εἶναι ξεπερασμένη καί δέν ἰσχύει πλέον. Εἶναι ἡ προσβολή καί ἡ βεβήλωση τῆς παναγίας μορφῆς του μέ λόγους καί πράξεις, μέ συκοφαντίες καί βλασφημίες. Συγχρόνως ὅμως εἶναι καί ἡ προσβολή καί ἡ βεβήλωση τῶν εἰκόνων του, τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀδιαφορία γι᾽ αὐτούς καί γιά τή ζωή τους. Οἱ πόλεμοι πού τούς καταστρέφουν, οἱ ταλαιπωρίες καί τά μαρτύρια ἐξαιτίας τῆς πίστεώς τους, ἡ ἐξαθλίωση πού τούς δημιουργεῖ ἡ ἀνέχεια καί ἡ προσφυγιά, ὅλα ὅσα προσβάλλουν καί παραμορφώνουν τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, στερώντας του τήν ἐλευθερία καί τή δυνατότητα νά ἔχει μέλλον καί προοπτική. Ὅλοι ὅμως αὐτοί, οἱ ὁποῖοι σάν τούς Ἰουδαίους τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ νομίζουν πώς μποροῦν καί πάλι νά τόν θανατώσουν καί νά τόν ἐξαφανίσουν γιά νά μήν εἶναι ἐμπόδιο στά ἄνομα σχέδιά τους, πλανῶνται, ἀδελφοί μου. Γιατί μπορεῖ ὁ Χριστός ἤ οἱ ἀδελφοί του νά βρίσκονται προσωρινά χωρίς «εἶδος» καί χωρίς «κάλλος», νά δοκιμάζονται καί νά ἀτιμάζονται, νά ὑποφέρουν καί νά διασύρονται, νά ταλαιπωροῦνται καί νά συκοφαντοῦνται, ἀλλά αὐτό δέν εἶναι μόνιμο· γιατί ὁ Χριστός σταυρώθηκε καί γι᾽ αὐτούς. Σταυρώθηκε καί γιά ὅσους ὑποφέρουν. Σταυρώθηκε καί γιά ὅσους διώκονται καί πονοῦν, γιά ὅσους ὁ πόνος καί ἡ ὀδύνη τούς ἔχουν ἀλλοιώσει τό «εἶδος» καί ἐξαφανίσει τό «κάλλος». Σταυρώθηκε γιά νά ἄρει καί τόν δικό τους πόνο καί τόν δικό μας πόνο. Γιά νά τόν νεκρώσει καί νά τόν θανατώσει γιά πάντα, ἀναγεννώντας τή μορφή μας καί τήν ὕπαρξή μας μέ τόν θάνατο καί τήν Ἀνάστασή του. Μία προϋπόθεση μόνο ὑπάρχει, ἀδελφοί μου. Νά τόν ἀναγνωρίσουμε ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή μας. Νά σταθοῦμε κάτω ἀπό τόν Σταυρό του ὄχι σάν τούς στρατιῶτες, ἀλλά εὐλαβικά σάν τόν ἠγαπημένο μαθητή του, τόν Ἰωάννη, σάν τόν Ἰωσήφ καί τόν Νικόδημο, σάν τίς Μυροφόρες, σάν τόν εὐγνώμονα ληστή καί νά τόν παρακαλέσουμε νά ἀξιώσει καί ἐμᾶς τῆς Ἀναστάσεώς του καί τῆς βασιλείας του. Διάπυρος πρός τόν δι᾽ ἡμᾶς Σταυρωθέντα Κύριον εὐχέτης.