Την Κυριακή της Τυρινής το εσπέρας, ο σεβασμιώτατος Μητροπολιτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό της συγχωρήσεως αρχικά στον μητροπολιτικό ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναούσης και στη συνέχεια στον ιερό Ναό αγίου Αντωνίου Πολιούχου Βεροίας. Στο τέλος των ιερών ακολουθιών ο σεβασμιώτατος ανέγνωσε την καθιερωμένη συγχωρητική ευχή επί τη ενάρξει της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής... και στη συνέχεια κήρυξε το θείο λόγο και αφού πρώτα ο ίδιος ζήτησε συγχώρηση από τον ιερό κλήρο και το λαό έδωσε τη συγχώρηση και τις ευχές του σε όλους. Δείτε τις φωτογραφίες από τη Νάουσα και τη Βέροια και τις αντίστοιχες ομιλίρες του σεβασμιώτατου:
ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΩΣ ΣΤΗ ΝΑΟΥΣΑ
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου στη Νάουσα:
«Μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν σου ἀπό τοῦ παιδός σου ὅτι θλίβομαι, ταχύ ἐπάκουσόν μου, πρόσχες τῇ ψυχῇ μου καί λύτρωσαι αὐτήν», ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο νά ψάλλουν ἀργά καί κατανυκτικά οἱ χοροί τῶν ἱεροψαλτῶν τό Μεγάλο Προκείμενο.
Καί παρακαλέσαμε ὅλοι μαζί τόν Θεό νά μήν ἀποστρέψει τό πρόσωπό του ἀπό ἐμᾶς πού εἴμαστε τέκνα του. Νά μήν ἀποστρέψει τό πρόσωπό του ἰδιαίτερα αὐτή τήν περίοδο πού θλίψεις πολλές συνέχουν τήν ψυχή μας.
Ποιός εἶναι ὅμως ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ὁ Θεός ἀποστρέφει τό πρόσωπό του ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀκόμη καί ἀπό τά πιό προσφιλῆ του τέκνα, ὅπως ἦταν ὁ προφητάναξ καί ψαλμωδός Δαβίδ;
Ὁ λόγος εἶναι, ἀδελφοί μου, ἡ ἀνομία, ἡ ἁμαρτία καί ἡ παρακοή. Τίποτε δέν ἐνοχλεῖ τόν Θεό τόσο πολύ ὅσο ἡ ἁμαρτία. Διότι ἡ ἁμαρτία εἶναι ρύπος, εἶναι ἀκαθαρσία, εἶναι δυσωδία. Καί ὅπως κανείς ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους δέν θέλει νά βλέπει σκουπίδια καί ἀκαθαρσίες, καί ὅταν τά δεῖ ἀποστρέφει τό πρόσωπό του, τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν Θεό.
Ἐάν μάλιστα συνυπολογίσουμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ πλέον καθαρός, εἶναι ὁ πάσης ἐπέκεινα καθαρότητος, μποροῦμε νά κατανοήσουμε γιατί τοῦ εἶναι τόσο ἀπεχθής καί τόσο δυσάρεστη ἡ ἁμαρτία ὥστε νά ἀποστρέφει ἀπό αὐτήν τό πρόσωπό του.
Καί καθώς ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι ἀνεξάρτητη στόν κόσμο ἀλλά ἐκφράζεται καί ἐκπροσωπεῖται ἀπό τούς ἀνθρώπους πού τήν κάνουν, ἡ ἀποστροφή τοῦ Θεοῦ πρός τήν ἁμαρτία μεταφράζεται καί σέ ἀποστροφή του πρός τόν ἄνθρωπο πού ἁμαρτάνει.
Βεβαίως, ὁ Θεός δέν ταυτίζει τόν ἁμαρτωλό μέ τήν ἁμαρτία, καί θέλει πάντοτε νά σώσει τόν ἄνθρωπο, ὅσο ἁμαρτωλός καί ἄν εἶναι, ἀλλά παρ᾽ ὅλα αὐτά ἀναγκάζεται νά ἀποστρέψει τό πρόσωπό του καί ἀπό τόν ἄνθρωπο, γιατί δέν ἀντέχει νά βλέπει τήν ἁμαρτία.
Καί τί συμβαίνει ὅταν ὁ Θεός ἀποστρέφει τό πρόσωπό του; Τό ἀκούσαμε, ἀδελφοί μου, στήν ἀρχή τοῦ ἑσπερινοῦ, στόν προοιμιακό ψαλμό. «Ἀποστρέψαντός δέ σου τό πρόσωπον ταραχθήσονται», λέει ὁ προφήτης Δαβίδ.
Ὅταν ὁ Θεός ἀποστρέφει τό πρόσωπό του τά πάντα ταράσσονται, καί δημιουργεῖται ἀναστάτωση καί χάος. Ὁ Δαβίδ τό γράφει ἀπό προσωπική του ἐμπειρία, ἀλλά τήν ἴδια ἐμπειρία ἔχουμε καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ζώντας εἴτε ὡς ἄτομα εἴτε ὡς κοινωνία αὐτή τήν ἀναταραχή καί τή σύγχυση πού προκαλεῖ ἡ ἀποστροφή τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ ὡς συνέπεια τῆς ἁμαρτίας μας.
Ὑπάρχει ὅμως καί μία ἀκόμη συνέπεια. Καί τήν ἀναφέρει καί αὐτή ὁ ψαλμωδός Δαβίδ. Εἶναι ἡ θλίψη. «Μή ἀποστρέψῃς» λέει «τό πρόσωπόν σου, ὅτι θλίβομαι».
Ἡ αἰτία τῆς θλίψεως εἶναι διπλή. Εἶναι ἡ θλίψη πού προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία, ἀλλά εἶναι καί ἡ θλίψη ἐξαιτίας τῆς ἐγκαταλείψεως τοῦ Θεοῦ.
Ἡ θλίψη αὐτή ὅμως δέν ὁδηγεῖ τόν Δαβίδ στήν ἀπογοήτευση, στήν κατάθλιψη, στήν ἀπομόνωση. Σπεύδει καί ζητᾶ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Σπεύδει καί ζητᾶ ἀπό Ἐκεῖνον τή λύτρωση. Σπεύδει καί τόν παρακαλεῖ νά ἀκούσει τήν προσευχή του καί νά στρέψει καί πάλι τό βλέμμα του στήν ψυχή του πού ταλανίζεται καί συνθλίβεται ἀπό τήν ἀπουσία του.
Ἄν καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, αἰσθανόμαστε αὐτή τή θλίψη στήν ψυχή μας, ἄν αἰσθανόμαστε ὅτι οἱ ἁμαρτίες μας, οἱ παραλείψεις μας, οἱ ἀδυναμίες μας, τά σφάλματά μας ἔχουν κάνει τόν Θεό νά ἀποστρέφει τό πρόσωπό του ἀπό ἐμᾶς· ἄν αἰσθανόμαστε ὅτι μᾶς λείπει ἡ χάρη καί ἡ βοήθειά του στή ζωή μας, ἄς μετασχηματίσουμε αὐτή τή θλίψη σέ κατάνυξη. Ἄς τήν μεταποιήσουμε σέ δάκρυα μετανοίας καί ἄς στραφοῦμε πρός τόν Θεό. Ἄς τοῦ ζητήσουμε νά μᾶς συγχωρήσει, ὅπως τό ἔκανε ὁ προφητάναξ Δαβίδ. Ἄς τοῦ ζητήσουμε νά μᾶς δώσει τή λύτρωση, ἀπαλλάσσοντάς μας ἀπό τή θλίψη τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀπουσίας του, καί νά χαρίσει τήν ἀγαλλίαση τῆς παρουσίας του καί τῆς χάριτός του στήν ψυχή μας.
Ἀδελφοί μου, ἡ περίοδος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού ἀρχίζει ἀπό αὔριο μᾶς προσφέρει αὐτή τή μεγάλη εὐκαιρία. Νά ἐξετάσουμε τόν ἑαυτό μας, νά διαπιστώσουμε τίς αἰτίες πού μᾶς ἀπομάκρυναν ἀπό τόν Θεό, νά μετανοήσουμε καί νά στραφοῦμε πρός Αὐτόν ζητῶντας του νά μᾶς συγχωρήσει καί νά μᾶς ἀποκαταστήσει στήν ἀγάπη του. Ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προσφέρει πολλές εὐκαιρίες μέ τίς ἀκολουθίες καί τά ἱερά μυστήριά της γιά νά φθάσουμε στή μετάνοια καί νά ἐπιτύχουμε τήν ἀποκατάσταση τῆς σχέσεώς μας μέ τόν Θεό. Ἄς μήν τίς ἀφήσουμε νά χαθοῦν. Ἄς μήν ἀφήσουμε νά διέλθει ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή χωρίς νά ἐπιτύχουμε τήν ἀλλαγή τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῆς σχέσεώς μέ τόν Θεό, γιατί μόνο ἔτσι θά μπορέσουμε νά ζήσουμε καί νά ἑορτάσουμε οὐσιαστικά τό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου στη Βέροια:
«Ἰδού καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού καιρός μετανοίας», ἀκούσαμε τόν ἱερό ὑμνογράφο νά μᾶς ὑπενθυμίζει πρό ὀλίγου μέ τούς στίχους αὐτούς τό νόημα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τό νόημα τῆς περιόδου στήν ὁποία εἰσερχόμεθα ἀπό αὔριο, ἀδελφοί μου.
«Ἰδού καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού καιρός μετανοίας». Καί τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι γιατί εἶναι εὐπρόσδεκτος αὐτός ὁ καιρός; Γιατί εἶναι εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό αὐτή ἡ περίοδος στήν ὁποία εἰσερχόμεθα;
Εἶναι εὐπρόσδεκτη, διότι εἶναι περίοδος μετανοίας καί συγχωρήσεως, καί ὁ Θεός ὡς φιλόστοργος πατέρας μας, ὡς φιλάνθρωπος καί ἐλεήμων πού εἶναι, ἀγαπᾶ τούς μετανοοῦντες καί δέχεται τούς αἰτοῦντες συγχώρηση.
Καί δέν θά ἦταν δυνατό νά συμβαίνει διαφορετικά, ἐφόσον ἡ μετάνοια καί ἡ συγχώρηση εἶναι αὐτή πού ἀποκαθιστᾶ τή σχέση μας μέ τόν Θεό, εἶναι αὐτή πού μᾶς ἐπαναφέρει καί πάλι κοντά του.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου στη Νάουσα:
«Μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν σου ἀπό τοῦ παιδός σου ὅτι θλίβομαι, ταχύ ἐπάκουσόν μου, πρόσχες τῇ ψυχῇ μου καί λύτρωσαι αὐτήν», ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο νά ψάλλουν ἀργά καί κατανυκτικά οἱ χοροί τῶν ἱεροψαλτῶν τό Μεγάλο Προκείμενο.
Καί παρακαλέσαμε ὅλοι μαζί τόν Θεό νά μήν ἀποστρέψει τό πρόσωπό του ἀπό ἐμᾶς πού εἴμαστε τέκνα του. Νά μήν ἀποστρέψει τό πρόσωπό του ἰδιαίτερα αὐτή τήν περίοδο πού θλίψεις πολλές συνέχουν τήν ψυχή μας.
Ποιός εἶναι ὅμως ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ὁ Θεός ἀποστρέφει τό πρόσωπό του ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀκόμη καί ἀπό τά πιό προσφιλῆ του τέκνα, ὅπως ἦταν ὁ προφητάναξ καί ψαλμωδός Δαβίδ;
Ὁ λόγος εἶναι, ἀδελφοί μου, ἡ ἀνομία, ἡ ἁμαρτία καί ἡ παρακοή. Τίποτε δέν ἐνοχλεῖ τόν Θεό τόσο πολύ ὅσο ἡ ἁμαρτία. Διότι ἡ ἁμαρτία εἶναι ρύπος, εἶναι ἀκαθαρσία, εἶναι δυσωδία. Καί ὅπως κανείς ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους δέν θέλει νά βλέπει σκουπίδια καί ἀκαθαρσίες, καί ὅταν τά δεῖ ἀποστρέφει τό πρόσωπό του, τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν Θεό.
Ἐάν μάλιστα συνυπολογίσουμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ πλέον καθαρός, εἶναι ὁ πάσης ἐπέκεινα καθαρότητος, μποροῦμε νά κατανοήσουμε γιατί τοῦ εἶναι τόσο ἀπεχθής καί τόσο δυσάρεστη ἡ ἁμαρτία ὥστε νά ἀποστρέφει ἀπό αὐτήν τό πρόσωπό του.
Καί καθώς ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι ἀνεξάρτητη στόν κόσμο ἀλλά ἐκφράζεται καί ἐκπροσωπεῖται ἀπό τούς ἀνθρώπους πού τήν κάνουν, ἡ ἀποστροφή τοῦ Θεοῦ πρός τήν ἁμαρτία μεταφράζεται καί σέ ἀποστροφή του πρός τόν ἄνθρωπο πού ἁμαρτάνει.
Βεβαίως, ὁ Θεός δέν ταυτίζει τόν ἁμαρτωλό μέ τήν ἁμαρτία, καί θέλει πάντοτε νά σώσει τόν ἄνθρωπο, ὅσο ἁμαρτωλός καί ἄν εἶναι, ἀλλά παρ᾽ ὅλα αὐτά ἀναγκάζεται νά ἀποστρέψει τό πρόσωπό του καί ἀπό τόν ἄνθρωπο, γιατί δέν ἀντέχει νά βλέπει τήν ἁμαρτία.
Καί τί συμβαίνει ὅταν ὁ Θεός ἀποστρέφει τό πρόσωπό του; Τό ἀκούσαμε, ἀδελφοί μου, στήν ἀρχή τοῦ ἑσπερινοῦ, στόν προοιμιακό ψαλμό. «Ἀποστρέψαντός δέ σου τό πρόσωπον ταραχθήσονται», λέει ὁ προφήτης Δαβίδ.
Ὅταν ὁ Θεός ἀποστρέφει τό πρόσωπό του τά πάντα ταράσσονται, καί δημιουργεῖται ἀναστάτωση καί χάος. Ὁ Δαβίδ τό γράφει ἀπό προσωπική του ἐμπειρία, ἀλλά τήν ἴδια ἐμπειρία ἔχουμε καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ζώντας εἴτε ὡς ἄτομα εἴτε ὡς κοινωνία αὐτή τήν ἀναταραχή καί τή σύγχυση πού προκαλεῖ ἡ ἀποστροφή τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ ὡς συνέπεια τῆς ἁμαρτίας μας.
Ὑπάρχει ὅμως καί μία ἀκόμη συνέπεια. Καί τήν ἀναφέρει καί αὐτή ὁ ψαλμωδός Δαβίδ. Εἶναι ἡ θλίψη. «Μή ἀποστρέψῃς» λέει «τό πρόσωπόν σου, ὅτι θλίβομαι».
Ἡ αἰτία τῆς θλίψεως εἶναι διπλή. Εἶναι ἡ θλίψη πού προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία, ἀλλά εἶναι καί ἡ θλίψη ἐξαιτίας τῆς ἐγκαταλείψεως τοῦ Θεοῦ.
Ἡ θλίψη αὐτή ὅμως δέν ὁδηγεῖ τόν Δαβίδ στήν ἀπογοήτευση, στήν κατάθλιψη, στήν ἀπομόνωση. Σπεύδει καί ζητᾶ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Σπεύδει καί ζητᾶ ἀπό Ἐκεῖνον τή λύτρωση. Σπεύδει καί τόν παρακαλεῖ νά ἀκούσει τήν προσευχή του καί νά στρέψει καί πάλι τό βλέμμα του στήν ψυχή του πού ταλανίζεται καί συνθλίβεται ἀπό τήν ἀπουσία του.
Ἄν καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, αἰσθανόμαστε αὐτή τή θλίψη στήν ψυχή μας, ἄν αἰσθανόμαστε ὅτι οἱ ἁμαρτίες μας, οἱ παραλείψεις μας, οἱ ἀδυναμίες μας, τά σφάλματά μας ἔχουν κάνει τόν Θεό νά ἀποστρέφει τό πρόσωπό του ἀπό ἐμᾶς· ἄν αἰσθανόμαστε ὅτι μᾶς λείπει ἡ χάρη καί ἡ βοήθειά του στή ζωή μας, ἄς μετασχηματίσουμε αὐτή τή θλίψη σέ κατάνυξη. Ἄς τήν μεταποιήσουμε σέ δάκρυα μετανοίας καί ἄς στραφοῦμε πρός τόν Θεό. Ἄς τοῦ ζητήσουμε νά μᾶς συγχωρήσει, ὅπως τό ἔκανε ὁ προφητάναξ Δαβίδ. Ἄς τοῦ ζητήσουμε νά μᾶς δώσει τή λύτρωση, ἀπαλλάσσοντάς μας ἀπό τή θλίψη τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀπουσίας του, καί νά χαρίσει τήν ἀγαλλίαση τῆς παρουσίας του καί τῆς χάριτός του στήν ψυχή μας.
Ἀδελφοί μου, ἡ περίοδος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού ἀρχίζει ἀπό αὔριο μᾶς προσφέρει αὐτή τή μεγάλη εὐκαιρία. Νά ἐξετάσουμε τόν ἑαυτό μας, νά διαπιστώσουμε τίς αἰτίες πού μᾶς ἀπομάκρυναν ἀπό τόν Θεό, νά μετανοήσουμε καί νά στραφοῦμε πρός Αὐτόν ζητῶντας του νά μᾶς συγχωρήσει καί νά μᾶς ἀποκαταστήσει στήν ἀγάπη του. Ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προσφέρει πολλές εὐκαιρίες μέ τίς ἀκολουθίες καί τά ἱερά μυστήριά της γιά νά φθάσουμε στή μετάνοια καί νά ἐπιτύχουμε τήν ἀποκατάσταση τῆς σχέσεώς μας μέ τόν Θεό. Ἄς μήν τίς ἀφήσουμε νά χαθοῦν. Ἄς μήν ἀφήσουμε νά διέλθει ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή χωρίς νά ἐπιτύχουμε τήν ἀλλαγή τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῆς σχέσεώς μέ τόν Θεό, γιατί μόνο ἔτσι θά μπορέσουμε νά ζήσουμε καί νά ἑορτάσουμε οὐσιαστικά τό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΣΕΩΣ ΣΤΗ ΒΕΡΟΙΑ
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου στη Βέροια:
«Ἰδού καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού καιρός μετανοίας», ἀκούσαμε τόν ἱερό ὑμνογράφο νά μᾶς ὑπενθυμίζει πρό ὀλίγου μέ τούς στίχους αὐτούς τό νόημα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τό νόημα τῆς περιόδου στήν ὁποία εἰσερχόμεθα ἀπό αὔριο, ἀδελφοί μου.
«Ἰδού καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού καιρός μετανοίας». Καί τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι γιατί εἶναι εὐπρόσδεκτος αὐτός ὁ καιρός; Γιατί εἶναι εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό αὐτή ἡ περίοδος στήν ὁποία εἰσερχόμεθα;
Εἶναι εὐπρόσδεκτη, διότι εἶναι περίοδος μετανοίας καί συγχωρήσεως, καί ὁ Θεός ὡς φιλόστοργος πατέρας μας, ὡς φιλάνθρωπος καί ἐλεήμων πού εἶναι, ἀγαπᾶ τούς μετανοοῦντες καί δέχεται τούς αἰτοῦντες συγχώρηση.
Καί δέν θά ἦταν δυνατό νά συμβαίνει διαφορετικά, ἐφόσον ἡ μετάνοια καί ἡ συγχώρηση εἶναι αὐτή πού ἀποκαθιστᾶ τή σχέση μας μέ τόν Θεό, εἶναι αὐτή πού μᾶς ἐπαναφέρει καί πάλι κοντά του.
Διότι δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος νά μήν ἔχει ἁμαρτήσει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος νά μήν ἔχει παρακούσει μέ κάποιο τρόπο τίς ἐντολές του. Δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος νά μήν ἔχει στενοχωρήσει τόν Θεό μέ τήν παραβίαση τοῦ θελήματός του καί τήν ἀνυπακοή του.
Ὅλοι σφάλλουμε καί ὅλοι ἁμαρτάνουμε, γι᾽ αὐτό καί ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη τῆς μετανοίας καί τῆς συγχωρήσεως γιά νά πλησιάσουμε τόν Θεό. Διότι, ἐάν δέν μετανοήσουμε καί ἐάν δέν ζητήσουμε συγχώρηση γιά τά σφάλματα καί τά παραπτώματά μας, ὅ,τι καλό καί ἄν κάνουμε, ὅποια ἀρετή καί ἐάν ἀποκτήσουμε, ὅσο συνεπεῖς καί ἐάν εἴμαστε στή νηστεία, ὑπάρχει κάτι πού θά μᾶς κρατᾶ μακριά ἀπό τόν Θεό.
Μᾶς τό ὑποδεικνύει, ἄλλωστε, καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία του λέγοντας ὅτι «ἐάν προσφέρῃς τό δῶρον σου ἐπί τό θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατά σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τό δῶρον σου … καί ὕπαγε διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καί τότε ἐλθών πρόσφερε τό δῶρον σου». Ἄν, λοιπόν, γιά μία παρεξήγηση μέ τόν ἀδελφό μας, ὁ Θεός δέν δέχεται τήν προσφορά μας καί μᾶς ζητᾶ νά τήν ἀφήσουμε στό θυσιαστήριο καί νά πᾶμε νά συμφιλιωθοῦμε μέ τόν ἀδελφό μας καί ὕστερα νά ἐπιστρέψουμε γιά νά τοῦ προσφέρουμε τό δῶρο μας, κατανοοῦμε, ἀδελφοί μου, πόσο σπουδαιότερο εἶναι νά ἔχουμε ἀποκαταστήσει τή σχέση μας μέ τόν Θεό γιά νά εἶναι εὐπρόσδεκτο ὁτιδήποτε θέλουμε νά τοῦ προσφέρουμε.
Καί δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος ἀποκαταστάσεως αὐτῆς τῆς σχέσεως ἀπό τή μετάνοια καί τή συγχώρηση. Ἡ μετάνοια εἶναι τό πρῶτο βῆμα. Εἶναι ἡ συναίσθηση ὅτι σφάλαμε, ὅτι ἁμαρτήσαμε, ὅτι λυπήσαμε τόν Θεό, διότι παραβιάσαμε τήν ἐντολή του, διότι ἀστοχήσαμε στήν προσπάθειά μας νά τόν πλησιάσουμε. Δέν ἀρκεῖ ὅμως νά τό αἰσθανθοῦμε αὐτό. Χρειάζεται νά ὁλοκληρώσουμε αὐτή τή συνειδητοποίησή μας μέ τήν ἀπόφαση νά προσπαθήσουμε νά μήν ἐπαναλάβουμε τό ἴδιο σφάλμα, νά μήν πικράνουμε τόν Θεό μέ τόν ἴδιο τρόπο.
Αὐτό σημαίνει, ἀδελφοί μου, μετάνοια. Σημαίνει ἀλλαγή τοῦ νοῦ καί τῆς διαθέσεώς μας. Σημαίνει μεταβολή τῆς γραμμῆς πλεύσεώς μας γιά νά μήν μᾶς ὁδηγεῖ σέ σύγκρουση μέ τόν Θεό.
Ἐάν ἔχουμε κάνει αὐτά τά δύο, τότε εἴμαστε ἕτοιμοι γιά τό δεύτερο βῆμα. Εἴμαστε ἕτοιμοι νά προσέλθουμε στόν Θεό καί νά ζητήσουμε συγχώρηση. Νά προσέλθουμε στό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως καί νά λάβουμε τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Νά ἀποκαταστήσουμε τή σχέση μας μέ τόν Θεό καί συγχρόνως νά λάβουμε τή χάρη του πού θά μᾶς ἐνισχύει στήν προσπάθειά μας νά μήν ἐπαναλάβουμε τίς ἴδιες ἁμαρτίες καί τίς ἴδιες πτώσεις.
Αὐτή τή μετάνοια περιμένει, ἀδελφοί μου, ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς αὐτή τήν περίοδο πού προετοιμαζόμαστε γιά τή μεγάλη ἑορτή τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Καί τήν περιμένει, γιατί χωρίς αὐτή δέν θά μπορέσουμε νά ἑορτάσουμε «πνευματικῶς» τήν Ἀνάσταση. Καί τήν περιμένει, προσφέροντάς μας τά μέσα γιά νά φθάσουμε σ᾽ αὐτήν. Διότι, στήν προσπάθειά μας νά μετανοήσουμε, μᾶς βοηθᾶ ἡ νηστεία, τήν ὁποία ἔχει ὁρίσει ἡ Ἐκκλησία μας τήν περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς· μᾶς βοηθοῦν οἱ κατανυκτικές ἱερές ἀκολουθίες, ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, τά Ἀπόδειπνα, οἱ Χαιρετισμοί, οἱ Κατανυκτικοί ἑσπερινοί· μᾶς βοηθοῦν τά ἱερά ἀναγνώσματα καί τά παραδείγματα τῶν ἁγίων πού προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας· μᾶς βοηθοῦν οἱ ὕμνοι καί οἱ ὁμιλίες τῶν Ἁγιορειτῶν πατέρων πού ἔχει καθιερώσει ἀπό ἐτῶν ἡ Ἱερά μας Μητρόπολη.
Ὅλα αὐτά, ἀδελφοί μου, μᾶς βοηθοῦν νά φθάσουμε στήν ἀληθινή μετάνοια, χωρίς τήν ὁποία, ὅπως εἴπαμε, καμία προσπάθεια καί κανένας ἀγώνας δέν ἔχει ἀποτέλεσμα καί δέν εἶναι εὐπρόσδεκτος στόν Θεό.
Ἄς μήν ἀκοῦμε ὁρισμένους πού λέγουν ὅτι ἡ μετάνοια καί ἡ αἴτηση συγχωρήσεως ταπεινώνει τόν ἄνθρωπο καί συνθλίβει τήν προσωπικότητα καί τήν ἀξιοπρέπειά του. Ἄς κλείσουμε τά αὐτιά μας σέ τέτοια σχόλια, διότι δέν μᾶς ὠφελοῦν, καί διότι, ἐάν γυρίσουμε καί ρίξουμε μιά ματιά γύρω μας, καί δοῦμε τί συμβαίνει στήν πατρίδα μας καί τί συμβαίνει γενικότερα στόν κόσμο, τότε θά κατανοήσουμε πόση σημασία ἔχει ἡ μετάνοια, πόση ἀξία ἔχει νά μάθουμε νά ζητοῦμε συγχώρηση ἀπό τούς ἀδελφούς μας καί ἀπό τόν Θεό.
«Ἰδού καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού καιρός μετανοίας». Ἄς ἀξιοποιήσουμε καί ἐμεῖς αὐτή τήν εὐκαιρία τῆς μετανοίας πού μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας. Ἄς ἀξιοποιήσουμε τίς εὐκαιρίες πού μᾶς προσφέρει ὁ Θεός μέ τήν κατάσταση τήν ὁποία βιώνουμε· τήν κατάσταση τῆς κρίσεως πού ταλανίζει τήν πατρίδα μας, ὄχι μόνο τήν οἰκονομική πού ζούσαμε τά τελευταῖα χρόνια ἀλλά καί τή θλιβερή καί ἀδιέξοδη κατάσταση πού ἔχει δημιουργηθεῖ μέ τούς πρόσφυγες πού φθάνουν στή χώρα μας κατατρεγμένοι ἀπό τά δεινά τοῦ πολέμου στή δική τους πατρίδα, καί βρίσκονται καί αὐτοί ἀντιμέτωποι μέ τίς ἐξαιρετικά δύσκολες συνθῆκες πού ὅλοι γνωρίζουμε.
Ἄς ἀξιοποιήσουμε τίς πνευματικές εὐκαιρίες ἀλλά καί ὅλες αὐτές τίς εὐκαιρίες καί ἄς προσεγγίσουμε τόν Θεό μέ τή μετάνοια, ἀλλά καί μέ τήν ἀγάπη καί τή συμπαράσταση στούς συνανθρώπους μας καί ἰδίως στά μικρά παιδιά πού ὑποφέρουν τόσο πολύ, γιά νά μπορέσουμε καί ἐμεῖς νά πλησιάσουμε καί μέ αὐτό τόν τρόπο τόν Θεό καί νά ἀξιωθοῦμε νά ἑορτάσουμε ἑνωμένοι μαζί του τή χαρά τῆς Ἀναστάσεώς του.
Ὅλοι σφάλλουμε καί ὅλοι ἁμαρτάνουμε, γι᾽ αὐτό καί ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη τῆς μετανοίας καί τῆς συγχωρήσεως γιά νά πλησιάσουμε τόν Θεό. Διότι, ἐάν δέν μετανοήσουμε καί ἐάν δέν ζητήσουμε συγχώρηση γιά τά σφάλματα καί τά παραπτώματά μας, ὅ,τι καλό καί ἄν κάνουμε, ὅποια ἀρετή καί ἐάν ἀποκτήσουμε, ὅσο συνεπεῖς καί ἐάν εἴμαστε στή νηστεία, ὑπάρχει κάτι πού θά μᾶς κρατᾶ μακριά ἀπό τόν Θεό.
Μᾶς τό ὑποδεικνύει, ἄλλωστε, καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία του λέγοντας ὅτι «ἐάν προσφέρῃς τό δῶρον σου ἐπί τό θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατά σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τό δῶρον σου … καί ὕπαγε διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καί τότε ἐλθών πρόσφερε τό δῶρον σου». Ἄν, λοιπόν, γιά μία παρεξήγηση μέ τόν ἀδελφό μας, ὁ Θεός δέν δέχεται τήν προσφορά μας καί μᾶς ζητᾶ νά τήν ἀφήσουμε στό θυσιαστήριο καί νά πᾶμε νά συμφιλιωθοῦμε μέ τόν ἀδελφό μας καί ὕστερα νά ἐπιστρέψουμε γιά νά τοῦ προσφέρουμε τό δῶρο μας, κατανοοῦμε, ἀδελφοί μου, πόσο σπουδαιότερο εἶναι νά ἔχουμε ἀποκαταστήσει τή σχέση μας μέ τόν Θεό γιά νά εἶναι εὐπρόσδεκτο ὁτιδήποτε θέλουμε νά τοῦ προσφέρουμε.
Καί δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος ἀποκαταστάσεως αὐτῆς τῆς σχέσεως ἀπό τή μετάνοια καί τή συγχώρηση. Ἡ μετάνοια εἶναι τό πρῶτο βῆμα. Εἶναι ἡ συναίσθηση ὅτι σφάλαμε, ὅτι ἁμαρτήσαμε, ὅτι λυπήσαμε τόν Θεό, διότι παραβιάσαμε τήν ἐντολή του, διότι ἀστοχήσαμε στήν προσπάθειά μας νά τόν πλησιάσουμε. Δέν ἀρκεῖ ὅμως νά τό αἰσθανθοῦμε αὐτό. Χρειάζεται νά ὁλοκληρώσουμε αὐτή τή συνειδητοποίησή μας μέ τήν ἀπόφαση νά προσπαθήσουμε νά μήν ἐπαναλάβουμε τό ἴδιο σφάλμα, νά μήν πικράνουμε τόν Θεό μέ τόν ἴδιο τρόπο.
Αὐτό σημαίνει, ἀδελφοί μου, μετάνοια. Σημαίνει ἀλλαγή τοῦ νοῦ καί τῆς διαθέσεώς μας. Σημαίνει μεταβολή τῆς γραμμῆς πλεύσεώς μας γιά νά μήν μᾶς ὁδηγεῖ σέ σύγκρουση μέ τόν Θεό.
Ἐάν ἔχουμε κάνει αὐτά τά δύο, τότε εἴμαστε ἕτοιμοι γιά τό δεύτερο βῆμα. Εἴμαστε ἕτοιμοι νά προσέλθουμε στόν Θεό καί νά ζητήσουμε συγχώρηση. Νά προσέλθουμε στό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως καί νά λάβουμε τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Νά ἀποκαταστήσουμε τή σχέση μας μέ τόν Θεό καί συγχρόνως νά λάβουμε τή χάρη του πού θά μᾶς ἐνισχύει στήν προσπάθειά μας νά μήν ἐπαναλάβουμε τίς ἴδιες ἁμαρτίες καί τίς ἴδιες πτώσεις.
Αὐτή τή μετάνοια περιμένει, ἀδελφοί μου, ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς αὐτή τήν περίοδο πού προετοιμαζόμαστε γιά τή μεγάλη ἑορτή τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Καί τήν περιμένει, γιατί χωρίς αὐτή δέν θά μπορέσουμε νά ἑορτάσουμε «πνευματικῶς» τήν Ἀνάσταση. Καί τήν περιμένει, προσφέροντάς μας τά μέσα γιά νά φθάσουμε σ᾽ αὐτήν. Διότι, στήν προσπάθειά μας νά μετανοήσουμε, μᾶς βοηθᾶ ἡ νηστεία, τήν ὁποία ἔχει ὁρίσει ἡ Ἐκκλησία μας τήν περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς· μᾶς βοηθοῦν οἱ κατανυκτικές ἱερές ἀκολουθίες, ἡ θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, τά Ἀπόδειπνα, οἱ Χαιρετισμοί, οἱ Κατανυκτικοί ἑσπερινοί· μᾶς βοηθοῦν τά ἱερά ἀναγνώσματα καί τά παραδείγματα τῶν ἁγίων πού προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας· μᾶς βοηθοῦν οἱ ὕμνοι καί οἱ ὁμιλίες τῶν Ἁγιορειτῶν πατέρων πού ἔχει καθιερώσει ἀπό ἐτῶν ἡ Ἱερά μας Μητρόπολη.
Ὅλα αὐτά, ἀδελφοί μου, μᾶς βοηθοῦν νά φθάσουμε στήν ἀληθινή μετάνοια, χωρίς τήν ὁποία, ὅπως εἴπαμε, καμία προσπάθεια καί κανένας ἀγώνας δέν ἔχει ἀποτέλεσμα καί δέν εἶναι εὐπρόσδεκτος στόν Θεό.
Ἄς μήν ἀκοῦμε ὁρισμένους πού λέγουν ὅτι ἡ μετάνοια καί ἡ αἴτηση συγχωρήσεως ταπεινώνει τόν ἄνθρωπο καί συνθλίβει τήν προσωπικότητα καί τήν ἀξιοπρέπειά του. Ἄς κλείσουμε τά αὐτιά μας σέ τέτοια σχόλια, διότι δέν μᾶς ὠφελοῦν, καί διότι, ἐάν γυρίσουμε καί ρίξουμε μιά ματιά γύρω μας, καί δοῦμε τί συμβαίνει στήν πατρίδα μας καί τί συμβαίνει γενικότερα στόν κόσμο, τότε θά κατανοήσουμε πόση σημασία ἔχει ἡ μετάνοια, πόση ἀξία ἔχει νά μάθουμε νά ζητοῦμε συγχώρηση ἀπό τούς ἀδελφούς μας καί ἀπό τόν Θεό.
«Ἰδού καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού καιρός μετανοίας». Ἄς ἀξιοποιήσουμε καί ἐμεῖς αὐτή τήν εὐκαιρία τῆς μετανοίας πού μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας. Ἄς ἀξιοποιήσουμε τίς εὐκαιρίες πού μᾶς προσφέρει ὁ Θεός μέ τήν κατάσταση τήν ὁποία βιώνουμε· τήν κατάσταση τῆς κρίσεως πού ταλανίζει τήν πατρίδα μας, ὄχι μόνο τήν οἰκονομική πού ζούσαμε τά τελευταῖα χρόνια ἀλλά καί τή θλιβερή καί ἀδιέξοδη κατάσταση πού ἔχει δημιουργηθεῖ μέ τούς πρόσφυγες πού φθάνουν στή χώρα μας κατατρεγμένοι ἀπό τά δεινά τοῦ πολέμου στή δική τους πατρίδα, καί βρίσκονται καί αὐτοί ἀντιμέτωποι μέ τίς ἐξαιρετικά δύσκολες συνθῆκες πού ὅλοι γνωρίζουμε.
Ἄς ἀξιοποιήσουμε τίς πνευματικές εὐκαιρίες ἀλλά καί ὅλες αὐτές τίς εὐκαιρίες καί ἄς προσεγγίσουμε τόν Θεό μέ τή μετάνοια, ἀλλά καί μέ τήν ἀγάπη καί τή συμπαράσταση στούς συνανθρώπους μας καί ἰδίως στά μικρά παιδιά πού ὑποφέρουν τόσο πολύ, γιά νά μπορέσουμε καί ἐμεῖς νά πλησιάσουμε καί μέ αὐτό τόν τρόπο τόν Θεό καί νά ἀξιωθοῦμε νά ἑορτάσουμε ἑνωμένοι μαζί του τή χαρά τῆς Ἀναστάσεώς του.