Την Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου το βράδυ ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων τέλεσε όπως κάθε χρόνο αρχιερατική αγρυπνία στον μητροπολιτικό ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναούσης με την ευκαιρία της αποδόσεως της εορτής της Υπαπαντής, τιμώντας την επέτειο της παραδόσεως της ιατορικής Εικόνος που φυλάσσεται στον ιερό Ναό. Στο τέλος της θείας Λειτουργίας ο σεβασμιώτατος προχείρισε σε Πρωτοπρεσβυτέρους...
τους π. Κωνσταντίνο, π. Νικόλαο, π. Ιωάννη και π. Αγάπιο. Δείτε φωτογραφίες και την ομιλία του σεβασμιωτάτου:
τους π. Κωνσταντίνο, π. Νικόλαο, π. Ιωάννη και π. Αγάπιο. Δείτε φωτογραφίες και την ομιλία του σεβασμιωτάτου:
«Ὅνπερ οἱ ἄνω λειτουργοί τρόμῳ λιτανεύουσι, κάτω νῦν ὁ Συμεών, ὑλικαῖς ἀγκάλαις δεχόμενος τό θεῖον τοῖς ἀνθρώποις ἑνοῦσθαι ἐκήρυττε».
Ἑορτάζουμε, ἀδελφοί μου, αὔριο τήν ἀπόδοση τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς καί ἐμεῖς ἀγρυπνοῦμε καί φέτος, ὅπως κάθε χρόνο, αὐτή τήν ἡμέρα γιά νά τιμήσουμε τήν ἐπέτειο τῆς παραδόσεως τῆς ἱστορικῆς εἰκόνος πού φυλάσσεται στόν ναό μας.
Καί ὁ νοῦς μας, ἀσφαλῶς, στρέφεται στό μεγάλο γεγονός τῆς ἑορτῆς, τή σημασία τοῦ ὁποίου ἐπισημαίνει ὁ ἱερός ὑμνογράφος στό τροπάριο πού προανέφερα.
«Ὅνπερ οἱ ἄνω λειτουργοί τρόμῳ λιτανεύουσι, κάτω νῦν ὁ Συμεών, ὑλικαῖς ἀγκάλαις δεχόμενος τό θεῖον τοῖς ἀνθρώποις ἑνοῦσθαι ἐκήρυττε». Αὐτόν, δηλαδή, τόν ὁποῖο μέ τρόμο καί ἀπέραντο σεβασμό λιτανεύουν οἱ ἀγγελικές δυνάμεις στόν οὐρανό, αὐτόν κάτω στή γῆ ὑποδέχεται στίς ἀγκάλες του ὁ πρεσβύτης Συμεών.
Εἶναι μεγάλη καί συγκλονιστική ἡ τιμή πού κάνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο δίνοντάς του τό δικαίωμα νά τόν πιάσει στά χέρια του, νά τόν κρατήσει στήν ἀγκαλιά του. Καί ἐπιφυλάσσει αὐτή τήν τιμή στόν πρεσβύτη Συμεών, γιατί γνωρίζει ὅτι εἶναι ἕτοιμος νά τόν ἀναγνωρίσει καί νά μήν θεωρήσει τό βρέφος πού παίρνει στά χέρια του σάν ἕνα ὁποιοδήποτε βρέφος, ἀλλά σάν τόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν σωτήρα τοῦ κόσμου.
Πόσοι ἄνθρωποι εἶδαν τόν Χριστό μέσα στόν ναό, ἀλλά δέν τόν ἀναγνώρισαν. Δέν κατάλαβαν ὅτι αὐτό τό βρέφος δέν εἶναι ἕνα συνηθισμένο βρέφος, ἀλλά εἶναι ὁ Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Καί ἔτσι στερήθηκαν τήν εὐκαιρία νά τόν δοῦν, νά τόν πλησιάσουν, νά αἰσθανθοῦν αὐτό πού αἰσθάνθηκε ὁ πρεσβύτης Συμεών.
Αὐτό ὅμως δέν συνέβη μόνο μέ τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Συμβαίνει, δυστυχῶς, καί μέ μᾶς, ἀδελφοί μου, πού μέσα στήν καθημερινότητά μας, μέσα στόν ὄγκο καί τό βάρος τῶν προβλημάτων πού μᾶς ἀπασχολοῦν, δέν ἀναγνωρίζουμε τόν Χριστό, δέν διακρίνουμε τήν παρουσία του στή ζωή μας, ἤ καί δέν δίνουμε σημασία σ᾽ αὐτήν. Μέ ἀποτέλεσμα νά μήν τόν βλέπουμε καί νά μήν αἰσθανόμαστε τήν εὐεργετική καί σωτήρια παρουσία του.
Καί ὅμως ὁ Χριστός εἶναι παρών στόν κόσμο. Εἶναι παρών στή ζωή καί τήν καθημερινότητά μας, καί ἐπιδιώκει νά ἀντιληφθοῦμε τήν παρουσία του. Εἶναι παρών μέσα στήν Ἐκκλησία, μέσα στή θεία Λειτουργία, μέσα στά μυστήρια καί τίς ἁγιαστικές πράξεις τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀλλά εἶναι παρών καί ἐκτός Ἐκκλησίας, στά πρόσωπα τῶν ἀδελφῶν μας πού ἔχουν ἀνάγκη, πού θλίβονται, πού ἀσθενοῦν, πού πεινοῦν καί διψοῦν, ὅπως ὁ ἴδιος μᾶς τό εἶπε.
Εἶναι ὅμως παρών καί μέσα στίς δοκιμασίες πού συναντοῦμε στή ζωή μας, μέσα στίς ἀσθένειες ἤ τίς θλίψεις, τίς ὁποῖες στέλνει πολλές φορές γιά νά μᾶς ξυπνήσει ἀπό τόν λήθαργο καί τήν ἀδράνεια στήν ὁποία ἔχουμε περιπέσει καί δέν ἀντιλαμβανόμαστε τήν παρουσία του, δέν αἰσθανόμαστε τήν ἀνάγκη νά εἴμαστε κοντά του, νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐντολές του.
Διότι, ἀδελφοί μου, πολλές φορές ἰσχύει καί γιά μᾶς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πρός τόν προφήτη Ἡσαΐα πού ἀκούεται στά ἀναγνώσματα τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς, «ἐπαχύνθη ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καί τοῖς ὠσί βαρέως ἤκουσαν, καί τούς ὀφθαλμούς ἐκάμμυσαν, μή ποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς, καί τοῖς ὠσίν ἀκούσωσι, καί τῇ καρδίᾳ συνῶσι καί ἐπιστρέψωσι, καί ἰάσομαι αὐτούς».
Τί συμβαίνει δηλαδή; Οἱ βιοτικές μέριμνες, οἱ ἀδυναμίες, ἡ ἁμαρτία καί ἡ νωθρότητά μας κλείνουν τά μάτια καί τά αὐτιά μας καί μᾶς κάνουν νά μήν ἀκοῦμε καί νά μήν βλέπουμε τόν Θεό. Μᾶς κάνουν νά μήν κατανοοῦμε ὅτι ἔχουμε ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν Θεό καί ὅτι ὅλα τά ὀδυνηρά καί δυσάρεστα τά ὁποῖα συναντοῦμε καί τά ὁποῖα μᾶς ταλαιπωροῦν εἶναι συνέπεια αὐτῆς μας τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπό τόν Θεό· εἶναι συνέπεια τοῦ γεγονότος ὅτι μέ τή συμπεριφορά μας καί μέ τόν τρόπο μας εἴπαμε στόν Θεό ὅτι δέν θέλουμε νά ἀναμιγνύεται στή ζωή μας, ὅτι δέν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τήν προστασία του καί τή χάρη του, ὅτι μποροῦμε νά ἐπιτύχουμε καί μόνοι μας στή ζωή μας καί δέν θέλουμε νά μᾶς περιορίζει μέ τίς ἐντολές του.
Καί ὁ Θεός, πού σέβεται τήν ἐλευθερία μας, μᾶς ἀφήνει νά κάνουμε αὐτό πού θέλουμε, νά δοκιμάσουμε τίς δυνάμεις μας, νά ἀπολαύσουμε τήν δῆθεν ἐλευθερία μας ἀπό ἐκεῖνον καί νά ὑποστοῦμε τίς συνέπειές της. Ὄχι γιατί εἶναι σκληρός καί θέλει νά μᾶς τιμωρήσει, ἀλλά γιατί μᾶς ἀγαπᾶ καί θέλει νά μᾶς βοηθήσει. Ἀλλά γιά νά μᾶς βοηθήσει, πρέπει νά δεχθοῦμε καί ἐμεῖς· πρέπει νά θελήσουμε καί νά ἐπιδιώξουμε τήν παρουσία του στή ζωή μας, πρέπει νά τήν ἀντιληφθοῦμε ὅπως τήν ἀντελήφθη καί ὁ πρεσβύτης Συμεών.
Καί ἐάν τήν ἀντιληφθοῦμε, καί ἐάν τοῦ ζητήσουμε νά μᾶς ἀποκαλύψει τόν ἑαυτό του, τότε θά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς, ὅπως καί Συμεών, ὄχι νά κρατήσουμε στήν ἀγκάλη μας τόν Θεό, ἀλλά νά τόν ἔχουμε στήν ψυχή μας σωτήρα καί λυτρωτή μας.