Την Τετάρτη 28 Οκτωβρίου με την ευκαιρία της εορτής της Αγίας Σκέπης και της εθνικής επετείου του «ΟΧΙ» ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον ιερό ναό αγίου Αντωνίου Πολιούχου Βεροίας. Στη συνέχεια τέλεσε Δοξολογία με την παρουσία των τοπικών στρατιωτικών και πολιτικών αρχών, ενώ την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο κ. Τόσκας , αν. υπουργός Προστασίας του Πολίτη...
την βουλή ο βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Ημαθίας κ. Ουρσουζίδης. Μετά τη Δοξολογία ακολούθησε τρισάγιο πεσόντων στο ηρώο της πόλης, κατάθεση στεφάνων και τέλος μαθητική και στρατιωτική παρέλαση στην οδό Μητροπόλεως.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου.
«Χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα νεφέλης». Αὐτόν τόν στίχο τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου μποροῦμε νά ἐπαναλάβουμε καί ἐμεῖς σήμερα, ἀδελφοί μου, καθώς ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση «τῆς φωτοφόρου Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας», ὅπως σημειώνει τό συναξάριο τῆς ἡμέρας.
Καί μποροῦμε νά τόν ἐπαναλάβουμε, γιατί αὐτό γιά τό ὁποῖο οἱ κάτοικοι τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔψαλαν ὄρθιοι ὁλόκληρη τή νύχτα τόν Ἀκάθιστο Ὕμνο, γιά νά ἐκφράσουν τήν εὐγνωμοσύνη τους πρός τήν Παναγία πού τούς εἶχε σώσει μέ θαυμαστό τρόπο ἀπό βέβαιη καταστροφή, συντρίβοντας τόν στρατό τῶν βαρβάρων, τό ἔζησαν καί οἱ πατέρες μας· τό ἔζησαν καί οἱ στρατιῶτες μας προασπίζοντας τήν πατρίδα μας ἀπό τήν ὠμή καί ἀδικαιολόγητη παραβίαση τῶν συνόρων της ἀπό τά στρατεύματα τοῦ Ἄξονα τό 1940.
Ποιός θά μποροῦσε νά διανοηθεῖ ὅτι ἡ μικρή Ἑλλάδα θά ἄντεχε τήν ἐπίθεση τῶν δύο μεγάλων χωρῶν πού εἶχαν συνασπισθεῖ ἐναντίον της; Ποιός θά μποροῦσε νά πιστεύσει ὅτι στρατιῶτες μέ ἐλλιπῆ ἐξοπλισμό καί ἐλάχιστα τεχνικά θά μποροῦσαν νά ἀντιμετωπίσουν τήν ὑπεροπλία τῶν πανίσχυρων ἀντιπάλων τους; Ποιός θά μποροῦσε νά διανοηθεῖ ὅτι τό θαῦμα τῆς νίκης τοῦ ἁγίου Νέστορος ἔναντι τοῦ Λυαίου ἦταν δυνατόν νά ἐπαναληφθεῖ;
Καί ὅμως αὐτό πού φαινόταν ἀνέφικτο ἀποδείχθηκε δυνατό. Γιατί ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, ἡ φιλεύσπλαγχνη καί στοργική μητέρα τῶν χριστιανῶν ἦταν παροῦσα στά πεδία τῶν μαχῶν καί κάλυπτε μέ τό ἱερό μαφόριό της τούς στρατιῶτες πού πολεμοῦσαν. Ἦταν ἐκεῖ γιά νά καλύπτει τούς στόχους καί νά ἐμποδίσει τούς ἐχθρούς νά τούς πλήξουν. Ἦταν ἐκεῖ γιά νά ἁπλώνει τό χέρι της καί νά τούς προστατεύει ἀπό τά ἐχθρικά πυρά. Ἦταν ἐκεῖ γιά νά τούς καθοδηγεῖ, ὅταν προχωροῦσαν μέσα στό σκοτάδι τῆς νύχτας στά δύσβατα μονοπάτια.
Ἦταν ἐκεῖ γιά νά τούς ἐμψυχώνει, ὅταν οἱ δυνάμεις τούς ἐγκατέλειπαν. Ἀλλά ἦταν καί στά μετόπισθεν, ἐκεῖ πού γυναῖκες καί παιδιά ἐργαζόταν γιά νά ὑποστηρίξουν τούς στρατιῶτες, γιά νά μεταφέρουν ὑλικά καί τρόφιμα καί ὅ,τι ἄλλο χρειαζόταν. Ἦταν κοντά τους, γιά νά τούς συνοδεύει καί νά τούς ἐνισχύει, γιά νά τούς σκεπάζει καί νά τούς προστατεύει ὡς «σκέπη πλατυτέρα νεφέλης». Καί ἐάν ἡ γενναιότητα τῶν Ἑλλήνων εἶναι αὐτή πού τούς ἔκανε νά ἀντέξουν καί νά καθυστερήσουν γιά μῆνες τόν ἐχθρό, ἀλλά
ζοντας τά σχέδιά του, ἡ προστασία τῆς Παναγίας μας ἦταν, ἀδελφοί μου, αὐτή πού ἐνίσχυσε τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους, πού τούς προστάτευσε καί τούς ἐνδυνάμωσε, πού τούς σκέπασε καί τούς διέσωσε γιά νά ἐπιτύχουν τό θαῦμα. Χωρίς τή θαυμαστή ἐπέμβαση τῆς Παναγίας μας οἱ πατέρες μας θά εἶχαν ἐπιτύχει μία σημαντική νίκη, ἀλλά δέν θά εἶχαν κατορθώσει αὐτό τό θαῦμα γιά τό ὁποῖο μιλοῦσε καί μιλᾶ ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Δέν θά εἶχαν κατορθώσει νά συντρίψουν τούς ἰσχυρούς τοῦ κόσμου πού πίστευαν καί πιστεύουν ὅτι οἱ νίκες ἐπιτυγχάνονται μόνο μέ τή δύναμη τῶν ὅπλων, μόνο μέ τή δύναμη τῶν ἀριθμῶν, μόνο μέ τή δύναμη τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τεχνολογίας.
Καί αὐτή τή νίκη τήν ὀφείλουμε στήν Παναγία μας. Τήν ὀφείλουμε στή δική της κραταιά προστασία, στή δική της μητρική ἀγάπη πού τήν κάνει νά ὑποστηρίζει καί νά προστατεύει πάντοτε ὅσους τήν εὐλαβοῦνται καί τήν ἐπικαλοῦνται. Τήν ὀφείλουμε στήν προστασία τῆς Παναγίας μας πού ὡς νεφέλη σκέπασε τούς πατέρες μας, ἀποδεικνύοντας ὅτι σπεύδει εἰς βοήθεια τῶν ἀδικουμένων καί τῶν ἀδυνάτων πού ζητοῦν τή χάρη καί τή μεσιτεία της· ἀποδεικνύοντας ὅτι δέν ἐγκαταλείπει τά τέκνα της, ἐφόσον καί αὐτά δέν τήν ἐγκαταλείπουν. Αὐτό τό θαῦμα, λοιπόν, τῆς Παναγίας μας πού ἑορτάζουμε σήμερα, ἄς γίνει, ἀδελφοί μου, ἀφορμή γιά νά ἐπανεξετάσουμε τή σχέση μας μέ τήν Παναγία μας· γιά νά δοῦμε ἐάν καί κατά πόσον μένουμε κοντά της, πιστά τέκνα της· ἐάν ἡ ζωή μας εἶναι ἐναρμονισμένη μέ τίς ἐντολές τοῦ Υἱοῦ της· ἐάν εἴμαστε πρόθυμοι νά ἀκολουθοῦμε ὡς ἄτομα καί ὡς Ἔθνος τίς μητρικές ὁδηγίες καί ὑποδείξεις της· ἐάν ἐμπιστευόμαστε τήν ἐπιτυχία τῶν προσπαθειῶν μας στή δύναμη καί τήν προστασία της. Γιατί ἡ ὑπακοή, ὁ σεβασμός, ἡ ἐμπιστοσύνη καί ἡ ἀγάπη μας στήν Παναγία, εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς εὐγνωμοσύνης πού τῆς ὀφείλουμε γιά τήν κραταιά της σκέπη καί τή σωστική ἐπέμβασή της στόν πόλεμο τοῦ 1940, καί εἶναι τό καλύτερο ἐχέγγυο ὅτι ἡ Παναγία μας θά εἶναι πάντοτε ἡ φωτοφόρος σκέπη πού θά μᾶς συνοδεύει καί θά μᾶς προστατεύει σέ ὅλη μας τή ζωή.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου.
«Χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα νεφέλης». Αὐτόν τόν στίχο τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου μποροῦμε νά ἐπαναλάβουμε καί ἐμεῖς σήμερα, ἀδελφοί μου, καθώς ἐπιτελοῦμε ἀνάμνηση «τῆς φωτοφόρου Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας», ὅπως σημειώνει τό συναξάριο τῆς ἡμέρας.
Καί μποροῦμε νά τόν ἐπαναλάβουμε, γιατί αὐτό γιά τό ὁποῖο οἱ κάτοικοι τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔψαλαν ὄρθιοι ὁλόκληρη τή νύχτα τόν Ἀκάθιστο Ὕμνο, γιά νά ἐκφράσουν τήν εὐγνωμοσύνη τους πρός τήν Παναγία πού τούς εἶχε σώσει μέ θαυμαστό τρόπο ἀπό βέβαιη καταστροφή, συντρίβοντας τόν στρατό τῶν βαρβάρων, τό ἔζησαν καί οἱ πατέρες μας· τό ἔζησαν καί οἱ στρατιῶτες μας προασπίζοντας τήν πατρίδα μας ἀπό τήν ὠμή καί ἀδικαιολόγητη παραβίαση τῶν συνόρων της ἀπό τά στρατεύματα τοῦ Ἄξονα τό 1940.
Ποιός θά μποροῦσε νά διανοηθεῖ ὅτι ἡ μικρή Ἑλλάδα θά ἄντεχε τήν ἐπίθεση τῶν δύο μεγάλων χωρῶν πού εἶχαν συνασπισθεῖ ἐναντίον της; Ποιός θά μποροῦσε νά πιστεύσει ὅτι στρατιῶτες μέ ἐλλιπῆ ἐξοπλισμό καί ἐλάχιστα τεχνικά θά μποροῦσαν νά ἀντιμετωπίσουν τήν ὑπεροπλία τῶν πανίσχυρων ἀντιπάλων τους; Ποιός θά μποροῦσε νά διανοηθεῖ ὅτι τό θαῦμα τῆς νίκης τοῦ ἁγίου Νέστορος ἔναντι τοῦ Λυαίου ἦταν δυνατόν νά ἐπαναληφθεῖ;
Καί ὅμως αὐτό πού φαινόταν ἀνέφικτο ἀποδείχθηκε δυνατό. Γιατί ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, ἡ φιλεύσπλαγχνη καί στοργική μητέρα τῶν χριστιανῶν ἦταν παροῦσα στά πεδία τῶν μαχῶν καί κάλυπτε μέ τό ἱερό μαφόριό της τούς στρατιῶτες πού πολεμοῦσαν. Ἦταν ἐκεῖ γιά νά καλύπτει τούς στόχους καί νά ἐμποδίσει τούς ἐχθρούς νά τούς πλήξουν. Ἦταν ἐκεῖ γιά νά ἁπλώνει τό χέρι της καί νά τούς προστατεύει ἀπό τά ἐχθρικά πυρά. Ἦταν ἐκεῖ γιά νά τούς καθοδηγεῖ, ὅταν προχωροῦσαν μέσα στό σκοτάδι τῆς νύχτας στά δύσβατα μονοπάτια.
Ἦταν ἐκεῖ γιά νά τούς ἐμψυχώνει, ὅταν οἱ δυνάμεις τούς ἐγκατέλειπαν. Ἀλλά ἦταν καί στά μετόπισθεν, ἐκεῖ πού γυναῖκες καί παιδιά ἐργαζόταν γιά νά ὑποστηρίξουν τούς στρατιῶτες, γιά νά μεταφέρουν ὑλικά καί τρόφιμα καί ὅ,τι ἄλλο χρειαζόταν. Ἦταν κοντά τους, γιά νά τούς συνοδεύει καί νά τούς ἐνισχύει, γιά νά τούς σκεπάζει καί νά τούς προστατεύει ὡς «σκέπη πλατυτέρα νεφέλης». Καί ἐάν ἡ γενναιότητα τῶν Ἑλλήνων εἶναι αὐτή πού τούς ἔκανε νά ἀντέξουν καί νά καθυστερήσουν γιά μῆνες τόν ἐχθρό, ἀλλά
ζοντας τά σχέδιά του, ἡ προστασία τῆς Παναγίας μας ἦταν, ἀδελφοί μου, αὐτή πού ἐνίσχυσε τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους, πού τούς προστάτευσε καί τούς ἐνδυνάμωσε, πού τούς σκέπασε καί τούς διέσωσε γιά νά ἐπιτύχουν τό θαῦμα. Χωρίς τή θαυμαστή ἐπέμβαση τῆς Παναγίας μας οἱ πατέρες μας θά εἶχαν ἐπιτύχει μία σημαντική νίκη, ἀλλά δέν θά εἶχαν κατορθώσει αὐτό τό θαῦμα γιά τό ὁποῖο μιλοῦσε καί μιλᾶ ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Δέν θά εἶχαν κατορθώσει νά συντρίψουν τούς ἰσχυρούς τοῦ κόσμου πού πίστευαν καί πιστεύουν ὅτι οἱ νίκες ἐπιτυγχάνονται μόνο μέ τή δύναμη τῶν ὅπλων, μόνο μέ τή δύναμη τῶν ἀριθμῶν, μόνο μέ τή δύναμη τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τεχνολογίας.
Καί αὐτή τή νίκη τήν ὀφείλουμε στήν Παναγία μας. Τήν ὀφείλουμε στή δική της κραταιά προστασία, στή δική της μητρική ἀγάπη πού τήν κάνει νά ὑποστηρίζει καί νά προστατεύει πάντοτε ὅσους τήν εὐλαβοῦνται καί τήν ἐπικαλοῦνται. Τήν ὀφείλουμε στήν προστασία τῆς Παναγίας μας πού ὡς νεφέλη σκέπασε τούς πατέρες μας, ἀποδεικνύοντας ὅτι σπεύδει εἰς βοήθεια τῶν ἀδικουμένων καί τῶν ἀδυνάτων πού ζητοῦν τή χάρη καί τή μεσιτεία της· ἀποδεικνύοντας ὅτι δέν ἐγκαταλείπει τά τέκνα της, ἐφόσον καί αὐτά δέν τήν ἐγκαταλείπουν. Αὐτό τό θαῦμα, λοιπόν, τῆς Παναγίας μας πού ἑορτάζουμε σήμερα, ἄς γίνει, ἀδελφοί μου, ἀφορμή γιά νά ἐπανεξετάσουμε τή σχέση μας μέ τήν Παναγία μας· γιά νά δοῦμε ἐάν καί κατά πόσον μένουμε κοντά της, πιστά τέκνα της· ἐάν ἡ ζωή μας εἶναι ἐναρμονισμένη μέ τίς ἐντολές τοῦ Υἱοῦ της· ἐάν εἴμαστε πρόθυμοι νά ἀκολουθοῦμε ὡς ἄτομα καί ὡς Ἔθνος τίς μητρικές ὁδηγίες καί ὑποδείξεις της· ἐάν ἐμπιστευόμαστε τήν ἐπιτυχία τῶν προσπαθειῶν μας στή δύναμη καί τήν προστασία της. Γιατί ἡ ὑπακοή, ὁ σεβασμός, ἡ ἐμπιστοσύνη καί ἡ ἀγάπη μας στήν Παναγία, εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς εὐγνωμοσύνης πού τῆς ὀφείλουμε γιά τήν κραταιά της σκέπη καί τή σωστική ἐπέμβασή της στόν πόλεμο τοῦ 1940, καί εἶναι τό καλύτερο ἐχέγγυο ὅτι ἡ Παναγία μας θά εἶναι πάντοτε ἡ φωτοφόρος σκέπη πού θά μᾶς συνοδεύει καί θά μᾶς προστατεύει σέ ὅλη μας τή ζωή.