Ως «οπισθοδρομικά έθιμα» και περιττές δαπάνες χαρακτηρίζουν τη μεταφορά του Αγίου Φωτός και των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας, οκτώ βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και ζητούν από την κυβέρνηση την κατάργησή τους. Οι Γεράσιμος Μπαλαούρας, Ιωάννα Γαϊτάνη, Φωτεινή Βάκη, Αννέτα Καββαδία, Φρόσω Καρασαρλίδου, Αγλαΐα Κυρίτση, Στέφανος Σαμοΐλης και Μερόπη Τσούφη σε ερώτησή τους προς τους υπουργούς Εθνικής Αμυνας, Εξωτερικών, Παιδείας, Πολιτισμού και Θρησκευμάτων...
επικαλούνται την οικονομική κρίση για να υποστηρίξουν πως «η μεταφορά του Αγίου Φωτός από τα Ιεροσόλυμα κάθε χρόνο λίγο πριν από το Ορθόδοξο Πάσχα, καθώς και η πρόσφατη μεταφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας, με τιμές αρχηγού κράτους, αφενός απαντώνται μόνο σε θεοκρατικά κράτη και αφετέρου μπορούν να λογιστούν ως περιττές δαπάνες που δεν αρμόζουν στις δύσκολες οικονομικές περιστάσεις στις οποίες βρίσκεται η χώρα».
Υποστηρίζουν μάλιστα πως «η μεταφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας στα νοσοκομεία για προσκύνημα των πιστών, δημιουργεί πρόβλημα στη λειτουργία τους και συνιστά ενόχληση σε ανθρώπους που είναι πιστοί άλλων δογμάτων ή άθεοι».
«Πέρα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του καθενός, η αεροπορική μεταφορά του Αγίου Φωτός και η μεταφορά του ιερού σκηνώματος της Αγίας Βαρβάρας με έξοδα του ελληνικού κράτους, δεν συνιστούν ούτε θρησκευτική υποχρέωση, ούτε καν μια μακραίωνη παράδοση» αναφέρουν στο κείμενό τους και προσθέτουν: «Ειδικότερα, για την περίπτωση του Αγίου Φωτός πρόκειται για ένα πολύ σύγχρονο «έθιμο», που εγκαινίασε πρωτοβουλιακά ένας ιδιώτης το 1988. Μέχρι το 2000, ο ίδιος ιδιώτης κάλυπτε εξ ολοκλήρου και το ανάλογο κόστος. Από το 2002 όμως και εντεύθεν η ευθύνη και η δαπάνη της μεταφοράς του Αγίου Φωτός πέρασε στο ελληνικό κράτος. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα δαπανηρή διαδικασία, που συνίσταται σε ειδική πτήση και μεταφορά με τιμές αρχηγού κράτους από τα Ιεροσόλυμα στην Αθήνα και, στη συνέχεια, σε ειδικές πτήσεις της πολιτικής και πολεμικής αεροπορίας με τις οποίες το Άγιο Φως μεταφέρεται στις μεγαλύτερες μητροπόλεις της Ελλάδας. Πέρα από το δυσανάλογα και πιθανόν ανάρμοστο στις περιστάσεις που ζει η χώρα μας κόστος, ας αναλογιστούμε επίσης ότι κανένα από τα κράτη με μεγάλο ποσοστό ορθόδοξων πιστών δεν ναυλώνουν αεροσκάφος για τη μεταφορά του Αγίου Φωτός ούτε το υποδέχονται ως αρχηγό κράτους. Πρόκειται επομένως για μια όψιμη και αποκλειστικά ελληνική και προκλητικά δαπανηρή ιδιοτυπία που δύσκολα απαντάται ακόμη και σε θεοκρατικά κράτη. Επιπλέον η μεταφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας στα νοσοκομεία για προσκύνημα των πιστών, δημιουργεί πρόβλημα στη λειτουργία τους και συνιστά ενόχληση σε ανθρώπους που είναι πιστοί άλλων δογμάτων ή άθεοι».
Ρωτούν, τέλος, τους υπουργούς: «Πόσο κόστισε την τελευταία χρονιά συνολικά (κόστος πτήσης, κόστος διαμονής, κόστος αγημάτων και άλλων τελετών και εκδηλώσεων, κόστος ειδικών πτήσεων για τη διανομή στις μητροπόλεις της χώρας) η μεταφορά του Αγίου Φωτός για τον κρατικό προϋπολογισμό; Πόσο κόστισε η μεταφορά του ιερού σκηνώματος της Αγίας Βαρβάρας για τον κρατικό προϋπολογισμό; Βρίσκεται στις προθέσεις της κυβέρνησης η κατάργηση αυτών των οπισθοδρομικών «εθίμων» του κράτους, καθώς και των δαπανών για την εκτέλεσή τους από τις υποχρεώσεις του ελληνικού κράτους;».
επικαλούνται την οικονομική κρίση για να υποστηρίξουν πως «η μεταφορά του Αγίου Φωτός από τα Ιεροσόλυμα κάθε χρόνο λίγο πριν από το Ορθόδοξο Πάσχα, καθώς και η πρόσφατη μεταφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας, με τιμές αρχηγού κράτους, αφενός απαντώνται μόνο σε θεοκρατικά κράτη και αφετέρου μπορούν να λογιστούν ως περιττές δαπάνες που δεν αρμόζουν στις δύσκολες οικονομικές περιστάσεις στις οποίες βρίσκεται η χώρα».
Υποστηρίζουν μάλιστα πως «η μεταφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας στα νοσοκομεία για προσκύνημα των πιστών, δημιουργεί πρόβλημα στη λειτουργία τους και συνιστά ενόχληση σε ανθρώπους που είναι πιστοί άλλων δογμάτων ή άθεοι».
«Πέρα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του καθενός, η αεροπορική μεταφορά του Αγίου Φωτός και η μεταφορά του ιερού σκηνώματος της Αγίας Βαρβάρας με έξοδα του ελληνικού κράτους, δεν συνιστούν ούτε θρησκευτική υποχρέωση, ούτε καν μια μακραίωνη παράδοση» αναφέρουν στο κείμενό τους και προσθέτουν: «Ειδικότερα, για την περίπτωση του Αγίου Φωτός πρόκειται για ένα πολύ σύγχρονο «έθιμο», που εγκαινίασε πρωτοβουλιακά ένας ιδιώτης το 1988. Μέχρι το 2000, ο ίδιος ιδιώτης κάλυπτε εξ ολοκλήρου και το ανάλογο κόστος. Από το 2002 όμως και εντεύθεν η ευθύνη και η δαπάνη της μεταφοράς του Αγίου Φωτός πέρασε στο ελληνικό κράτος. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα δαπανηρή διαδικασία, που συνίσταται σε ειδική πτήση και μεταφορά με τιμές αρχηγού κράτους από τα Ιεροσόλυμα στην Αθήνα και, στη συνέχεια, σε ειδικές πτήσεις της πολιτικής και πολεμικής αεροπορίας με τις οποίες το Άγιο Φως μεταφέρεται στις μεγαλύτερες μητροπόλεις της Ελλάδας. Πέρα από το δυσανάλογα και πιθανόν ανάρμοστο στις περιστάσεις που ζει η χώρα μας κόστος, ας αναλογιστούμε επίσης ότι κανένα από τα κράτη με μεγάλο ποσοστό ορθόδοξων πιστών δεν ναυλώνουν αεροσκάφος για τη μεταφορά του Αγίου Φωτός ούτε το υποδέχονται ως αρχηγό κράτους. Πρόκειται επομένως για μια όψιμη και αποκλειστικά ελληνική και προκλητικά δαπανηρή ιδιοτυπία που δύσκολα απαντάται ακόμη και σε θεοκρατικά κράτη. Επιπλέον η μεταφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας στα νοσοκομεία για προσκύνημα των πιστών, δημιουργεί πρόβλημα στη λειτουργία τους και συνιστά ενόχληση σε ανθρώπους που είναι πιστοί άλλων δογμάτων ή άθεοι».
Ρωτούν, τέλος, τους υπουργούς: «Πόσο κόστισε την τελευταία χρονιά συνολικά (κόστος πτήσης, κόστος διαμονής, κόστος αγημάτων και άλλων τελετών και εκδηλώσεων, κόστος ειδικών πτήσεων για τη διανομή στις μητροπόλεις της χώρας) η μεταφορά του Αγίου Φωτός για τον κρατικό προϋπολογισμό; Πόσο κόστισε η μεταφορά του ιερού σκηνώματος της Αγίας Βαρβάρας για τον κρατικό προϋπολογισμό; Βρίσκεται στις προθέσεις της κυβέρνησης η κατάργηση αυτών των οπισθοδρομικών «εθίμων» του κράτους, καθώς και των δαπανών για την εκτέλεσή τους από τις υποχρεώσεις του ελληνικού κράτους;».