Η μεγαλοπρέπεια της φύσης βρίσκεται στην απλότητα της. Την ανακαλύπτεις στα πολύχρωμα αγριολούλουδα, στο ζουζούνισμα των μελισσών, στο ζωηρό κελάηδημα των πουλιών και στο αεράκι που ταξιδεύει μαζί μας και μας μεταφέρει τα γλυκά μυστικά και τα μυστήρια της αθάνατης ελληνικής φύσης. Φύγαμε από την Βέροια στις 7 το πρωί. Διαδρομή Βέροια - Σιάτιστα - Νάματα. Πριν φθάσουμε στην Πτολεμαϊδα, η περιοχή τριγύρω πλημμυρισμένη από καυσαέριο...
και μια μυρωδιά καμένου αιωρείται στην ατμόσφαιρα, ατμοηλεκτρικά εργοστάσια λιγνίτη παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, η οικονομική ανάπτυξη ανθεί... οι θέσεις εργασίας για το μεροκάματο έχουν το σκληρό αντίτιμο τους σε υγεία και καθαρό περιβάλλον.
Είμαστε στην Εορδαία, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους η περιοχή κατοικήθηκε από το 6000 π.Χ. Περίπου το 2200 π.Χ. κατοικούσαν εδώ Αιολείς και Αρκάδες. Η Εορδαία ανήκε στο κράτος των αρχαίων Ορεστών - Ελμιωτών. Πήρε το όνομα από τη θεά της αρχαιότητας Έορδα, (πελασγική λέξη σημαίνει μητέρα - γη). Το κρατίδιο των Εορδών ανέπτυξε ισχυρή δύναμη, δικό του τρόπο στις τέχνες και τον πολιτισμό. Αργότερα ολόκληρη η περιοχή της Εορδαίας ενσωματώθηκε και αφομοιώθηκε στο κράτος των Αιγών, στο κράτος των αρχαίων Μακεδόνων, στο βασίλειο του Φιλλίπου πατέρα του Μέγα Αλέξανδρου. Στην Ρωμαϊκή περίοδο υπήρξαν πολλές συγκρούσεις Ρωμαίων και Μακεδόνων λόγω της Εγνατίας οδού που περνούσε μέσα από την πόλη.
και μια μυρωδιά καμένου αιωρείται στην ατμόσφαιρα, ατμοηλεκτρικά εργοστάσια λιγνίτη παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, η οικονομική ανάπτυξη ανθεί... οι θέσεις εργασίας για το μεροκάματο έχουν το σκληρό αντίτιμο τους σε υγεία και καθαρό περιβάλλον.
Είμαστε στην Εορδαία, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους η περιοχή κατοικήθηκε από το 6000 π.Χ. Περίπου το 2200 π.Χ. κατοικούσαν εδώ Αιολείς και Αρκάδες. Η Εορδαία ανήκε στο κράτος των αρχαίων Ορεστών - Ελμιωτών. Πήρε το όνομα από τη θεά της αρχαιότητας Έορδα, (πελασγική λέξη σημαίνει μητέρα - γη). Το κρατίδιο των Εορδών ανέπτυξε ισχυρή δύναμη, δικό του τρόπο στις τέχνες και τον πολιτισμό. Αργότερα ολόκληρη η περιοχή της Εορδαίας ενσωματώθηκε και αφομοιώθηκε στο κράτος των Αιγών, στο κράτος των αρχαίων Μακεδόνων, στο βασίλειο του Φιλλίπου πατέρα του Μέγα Αλέξανδρου. Στην Ρωμαϊκή περίοδο υπήρξαν πολλές συγκρούσεις Ρωμαίων και Μακεδόνων λόγω της Εγνατίας οδού που περνούσε μέσα από την πόλη.
Αφήσαμε δεξιά μας την πόλη της Πτολεμαϊδας, πήρε το όνομα της προς τιμή του Πτολεμαίου (μαθητής του Αριστοτέλη, στρατηγός, σωματοφύλακας, συμμαθητής του Μέγα Αλέξανδρου όπου αργότερα αναγορεύτηκε βασιλιάς της Αιγύπτου, με το όνομα Πτολεμαίος Α΄ Σωτήρ - Λάγος). Γιος της Αρσινόης της Μακεδονίας είτε από τον νόμιμο σύζυγο της τον Λάγο, είτε από τον εραστή της τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας (367 π.Χ-283 π. Χ.). Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας η περιοχή ονομαζόταν «Επαρχία Καϊλαρίων» και η πόλη «Καϊλάρ». Στα δύσκολα εκείνα χρόνια μοναστήρια καταστράφηκαν, οικισμοί διαλύθηκαν και κάηκαν. Οι περισσότεροι κάτοικοι για να αποφύγουν το παιδομάζωμα και τον εξισλαμισμό κατέφυγαν στα γύρω ορεινά. Έδωσε βροντερό παρών στους μακεδονικούς αγώνες και στους βαλκανικούς πολέμους του 1912-13. Απελευθερώθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1912 από τον ελληνικό στρατό.
Αφήσαμε την πόλη της Σιάτιστας και πήραμε τον επαρχιακό δρόμο Δρυόβουνο - Γαλατινή - Εράτυρα - Νάματα. Ανεβαίνοντας τις στροφές του επαρχιακού ασφαλτόδρομου, τοπίο μαγικό καταπράσινο ονειρεμένο. Η ματιά μας παραδίδεται στην γοητεία του πρωϊνού. Κτισμένο σε υψόμετρο 1140 μέτρων το χωριό Νάματα μας υποδέχεται ήρεμο και ήσυχο. Οφείλει την ονομασία του στην αρχαία λέξη νάμα που σημαίνει καθαρό νερό. Γύρω στον 17ο αιώνα Έλληνες κυνηγημένοι από τους Τουρκαλβανούς μαζί με άλλους κατοίκους της Μοσχόπολης της Β. Ηπείρου, της Φούρκας, της Ζέρμας (σημερινή Πλαγιά) και Πυρσόγιαννης Ιωαννίνων εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Ασκίου Κοζάνης και ίδρυσαν το χωριό Πιπιλίτσα - τα σημερινά Νάματα.
Αφήνουμε τα αυτοκίνητα, προετοιμασία για ανάβαση, βρισκόμαστε στις παρυφές του βουνού. Το βουνό ξεπροβάλλει μπροστά μας, αναδύεται από κάθε γωνιά αβίαστα με μια ακατάβλητη δύναμη από τα βάθη του χρόνου και σκιαγραφεί το πραγματικό του πρόσωπο.
Το Άσκιο είναι ένας «ασκεπής» ορεινός όγκος και η περιοχή όπου θα ορειβατήσουμε και θα ανέβουμε στην κορυφή είναι τελείως γυμνή από δένδρα, έδαφος πετρώδες και χαμηλή βλάστηση.
Το σκληρό τοπίο, τα σμιλεμένα βράχια από τη βροχή και τους αέρηδες μας εντυπωσιάζουν. Όλο το βουνό μέχρι και την κορυφή είναι μια ανάβαση. Τα πετρώματα του είναι κρυσταλλικά και τα υδάτινα ρεύματα καταλήγουν - τα περισσότερα - στον Αλιάκμονα και τη λίμνη Βεγορίτιδα.
Η ματιά μας αφήνεται για λίγο κάτω στην κοιλάδα, δροσερές αναπνοές σε ένα περιβάλλον μαγευτικό, ρουφάμε τώρα τα υπέροχα χρώματα της καταπράσινης φύσης.
Πλούσια δάση υπάρχουν κατά μήκος της κοιλάδας του Μύριχου. Από το αρχαιοελληνικό «χέω - μύρα», αρωματικά φυτά και οργιώδης βλάστηση στις όχθες έδωσαν την ονομασία. Ο χείμαρρος πηγάζει από τις βόρειες πλαγιές του βουνού και καταλήγει στον Αλιάκμονα.
Στους πρόποδες υπάρχουν πολλά είδη δρυός (χνοώδης, ευθύφλοιος, μακεδονικός), οξιές, σφενδάμια, πλατάνια, γάβρος και φράξος. Πλήθος αρωματικών φυτών με κυρίαρχα το τσάι και τη ρίγανη. Λαγοί, αλεπούδες, τσακάλια, λύκοι και αρκούδες.
Σύμφωνα με την οργάνωση Αρκτούρος, η μεγαλύτερη αρκούδα της χώρας κατοικεί στο όρος. Ορεινές, πέρδικες και αρπακτικά (γύπες, αετοί). Αγριολούλουδα πρίμουλες, γεράνια, τουλίπες και ορχιδέες στέλνουν μυρωδιές και χρώματα την εποχή που ανθίζουν. Αφήσαμε πίσω μας το δασικό δρόμο τώρα οδοιπορούμε σε ανηφορικό μονοπάτι καταπράσινο, δροσερό, πανέμορφο. Το βουνό αποκαλύπτεται σιγά - σιγά ήσυχο και γοητευτικό. Βγήκαμε στη κορυφογραμμή ένας παγωμένος αέρας μας υποδέχεται, (φοράμε ζεστά ρούχα και συνεχίζουμε) στο βάθος της εικόνας μας φράζει τον ορίζοντα η εντυπωσιακή κορμοστασιά της κορυφής.
Μονοπάτι συνεχώς ανηφορικό. Ανάμεσα στις βουνοπλαγιές μικρά πουλιά κουρνιάζουν νωχελικά και φεύγουν πετώντας μακριά τρομαγμένα από τον δικό μας θόρυβο. Έχουμε περισσότερο από μιάμιση ώρα που οδοιπορούμε σε ατίθασες και ελεύθερες βουνοπλαγιές με κατεύθυνση ανατολικά. Η πρωινή δροσιά στη χαμηλή βλάστηση τριγύρω είναι ένα πανέμορφο θέαμα. Όσο πλησιάζουμε προς την κορυφή, νοιώθω ότι αφήνω πίσω μου έναν γήινο κόσμο για να εισέλθω σε ένα άλλο κόσμο, θεϊκό.
Ομίχλη τυλίγει την κορυφή των βράχων, προσθέτοντας ακόμη πιο απόκοσμη ατμόσφαιρα σε αυτό το παράξενο θαύμα. Ο βοριάς σφυρίζει, ανεπαίσθητο ψιλοβρόχι υγραίνει τη γη. Όσο ανεβαίνουμε εμφανίζεται ομίχλη, που όλο πυκνώνει σκεπάζοντας τις απέναντι κορυφογραμμές. Το τοπίο αγριεύει. Τώρα μπροστά μας υψώνονται μονοκόμματοι βράχοι καλυμμένοι από χαμηλή βλάστηση. Πρέπει να τους διαβούμε για να φθάσουμε στην κορυφή. Ορειβατούμε κερδίζοντας συνεχώς ύψος. Δεν χάνουμε χρόνο, δεν σπαταλάμε δυνάμεις, το μονοπάτι πριν την κορυφή ήπιο.
Αφήνουμε τα αυτοκίνητα, προετοιμασία για ανάβαση, βρισκόμαστε στις παρυφές του βουνού. Το βουνό ξεπροβάλλει μπροστά μας, αναδύεται από κάθε γωνιά αβίαστα με μια ακατάβλητη δύναμη από τα βάθη του χρόνου και σκιαγραφεί το πραγματικό του πρόσωπο.
Το Άσκιο είναι ένας «ασκεπής» ορεινός όγκος και η περιοχή όπου θα ορειβατήσουμε και θα ανέβουμε στην κορυφή είναι τελείως γυμνή από δένδρα, έδαφος πετρώδες και χαμηλή βλάστηση.
Το σκληρό τοπίο, τα σμιλεμένα βράχια από τη βροχή και τους αέρηδες μας εντυπωσιάζουν. Όλο το βουνό μέχρι και την κορυφή είναι μια ανάβαση. Τα πετρώματα του είναι κρυσταλλικά και τα υδάτινα ρεύματα καταλήγουν - τα περισσότερα - στον Αλιάκμονα και τη λίμνη Βεγορίτιδα.
Η ματιά μας αφήνεται για λίγο κάτω στην κοιλάδα, δροσερές αναπνοές σε ένα περιβάλλον μαγευτικό, ρουφάμε τώρα τα υπέροχα χρώματα της καταπράσινης φύσης.
Πλούσια δάση υπάρχουν κατά μήκος της κοιλάδας του Μύριχου. Από το αρχαιοελληνικό «χέω - μύρα», αρωματικά φυτά και οργιώδης βλάστηση στις όχθες έδωσαν την ονομασία. Ο χείμαρρος πηγάζει από τις βόρειες πλαγιές του βουνού και καταλήγει στον Αλιάκμονα.
Στους πρόποδες υπάρχουν πολλά είδη δρυός (χνοώδης, ευθύφλοιος, μακεδονικός), οξιές, σφενδάμια, πλατάνια, γάβρος και φράξος. Πλήθος αρωματικών φυτών με κυρίαρχα το τσάι και τη ρίγανη. Λαγοί, αλεπούδες, τσακάλια, λύκοι και αρκούδες.
Σύμφωνα με την οργάνωση Αρκτούρος, η μεγαλύτερη αρκούδα της χώρας κατοικεί στο όρος. Ορεινές, πέρδικες και αρπακτικά (γύπες, αετοί). Αγριολούλουδα πρίμουλες, γεράνια, τουλίπες και ορχιδέες στέλνουν μυρωδιές και χρώματα την εποχή που ανθίζουν. Αφήσαμε πίσω μας το δασικό δρόμο τώρα οδοιπορούμε σε ανηφορικό μονοπάτι καταπράσινο, δροσερό, πανέμορφο. Το βουνό αποκαλύπτεται σιγά - σιγά ήσυχο και γοητευτικό. Βγήκαμε στη κορυφογραμμή ένας παγωμένος αέρας μας υποδέχεται, (φοράμε ζεστά ρούχα και συνεχίζουμε) στο βάθος της εικόνας μας φράζει τον ορίζοντα η εντυπωσιακή κορμοστασιά της κορυφής.
Μονοπάτι συνεχώς ανηφορικό. Ανάμεσα στις βουνοπλαγιές μικρά πουλιά κουρνιάζουν νωχελικά και φεύγουν πετώντας μακριά τρομαγμένα από τον δικό μας θόρυβο. Έχουμε περισσότερο από μιάμιση ώρα που οδοιπορούμε σε ατίθασες και ελεύθερες βουνοπλαγιές με κατεύθυνση ανατολικά. Η πρωινή δροσιά στη χαμηλή βλάστηση τριγύρω είναι ένα πανέμορφο θέαμα. Όσο πλησιάζουμε προς την κορυφή, νοιώθω ότι αφήνω πίσω μου έναν γήινο κόσμο για να εισέλθω σε ένα άλλο κόσμο, θεϊκό.
Ομίχλη τυλίγει την κορυφή των βράχων, προσθέτοντας ακόμη πιο απόκοσμη ατμόσφαιρα σε αυτό το παράξενο θαύμα. Ο βοριάς σφυρίζει, ανεπαίσθητο ψιλοβρόχι υγραίνει τη γη. Όσο ανεβαίνουμε εμφανίζεται ομίχλη, που όλο πυκνώνει σκεπάζοντας τις απέναντι κορυφογραμμές. Το τοπίο αγριεύει. Τώρα μπροστά μας υψώνονται μονοκόμματοι βράχοι καλυμμένοι από χαμηλή βλάστηση. Πρέπει να τους διαβούμε για να φθάσουμε στην κορυφή. Ορειβατούμε κερδίζοντας συνεχώς ύψος. Δεν χάνουμε χρόνο, δεν σπαταλάμε δυνάμεις, το μονοπάτι πριν την κορυφή ήπιο.
Μετά από μια 2ωρες και 30 λεπτά πορεία συνεχούς ανάβασης φθάσαμε στην κορυφή όλοι μια παρέα όλοι μια συντροφιά. Στην κορυφλη μαζί μας και ορειβάτες από την πόλη της Πτολεμαϊδας. Καθισμένοι τώρα στο τσιμεντένιο υψομετρικό σε υψόμετρο 2111 μ. νοιώθουμε μια πρωτόγνωρη οικειότητα με το περιβάλλον, ο ήλιος που μας ακολουθεί σχεδόν από την αρχή της ανάβασης είναι τώρα δίπλα μας και μας ζεσταίνει μας ανεβάζει την διάθεση.
Γύρω μας οι άλλες βουνοκορφές Σμόλικας, Βίτσι και στο βάθος μακριά αχνοφαίνεται ο Όλυμπος χιονισμένος. Η ορατότητα περιορισμένη από την ομίχλη που επικρατεί στο βάθος του ορίζοντα, δεν μπορέσαμε να απολαύσουμε την ομορφιά των άλλων βουνοκορφών.
Τα αιώνια αυτά βουνά αν και αλλαγμένα από τη διάβρωση και τους σεισμούς κρύβουν αναλλοίωτα στα σπλάχνα τους την δημιουργία του πλανήτη και άλλα πολύτιμα μυστικά που δεν θα μάθουμε ποτέ.
Πάνω στο ανάγλυφο τους οι πρώτοι κάτοικοι σχεδίασαν το σκηνικό της ζωής τους, έστησαν σπίτια, στέγασαν τα όνειρα τους και έγραψαν τη δική τους ιστορία. Κάτω χαμηλά η Βλάστη και απέναντι το βουνό Μουρίκι.
Το ιστορικό Μπλάτσι (η σημερινή Βλάστη), μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και από γνωστούς ταξιδιωτικούς προορισμούς το χωριό ζει και αναπνέει στους δικούς του ρυθμούς.
Κτισμένη από τον 15ο αιώνα στο υψίπεδο (1240μ) του όρους Μουρίκι. Το πρώτο κρυφό σχολείο στην Μακεδονία λειτούργησε στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου στην Βλάστη.
Στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο κάηκε από τους Γερμανούς και στον Εμφύλιο που ακολούθησε εγκαταλείφθηκε τελείως. Πολιτισμός 5 αιώνων χάθηκε, σώθηκαν μόνο οι εκκλησίες και το άκαμπτο φρόνημα των Βλαστιωτών.
Σήμερα η άλλοτε ακμάζουσα κωμόπολη των 8.000 κατοίκων έμεινε μόνη της με λίγους κτηνοτρόφους να περνούν την ώρα τους ανατρέχοντας στους θρύλους και τα μεγαλεία των παλιών καιρών.
Κουβαλώντας εικόνες και ήχους από τον ομιχλώδη κόσμο του βουνού πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Μια επίμονη ομίχλη μας σπρώχνει διακριτικά στο μονοπάτι της επιστροφής. Αποχωρούμε σταδιακά, με την ομίχλη να πυκνώνει συνεχώς και επικίνδυνα. Με τον αέρα να μαίνεται ακατάπαυστα ελέγχουμε τις κινήσεις μας. Η πορεία μας, από την ίδια πλευρά του βουνού, η κατάβαση γίνεται γρήγορα και εύκολα. Αφήνουμε πίσω μας το βουνό, μια τελευταία ματιά μέχρι τη μακρινή γραμμή του ορίζοντα, η κορυφή μένει οριστικά πίσω μας.
Φθάσαμε στα αυτοκίνητα μεσημέρι και σύντομα βρεθήκαμε στην πλατεία του χωριού να απολαμβάνουμε τον καφέ μας στην ηρεμία της πλατείας. Πανέμορφο σκηνικό με τον οικισμό περιτριγυρισμένο από λιβάδια με αραιά κέδρα, δάση οξιάς, βελανιδιάς και αναδασώσεις με πεύκα.
Ένας τόπος γεμάτος μνήμες από μια Ελλάδα απόμακρη και ξεχασμένη. Αυτή η ορεινή γωνιά κρυμμένη στις επάλξεις των βουνών μας υποδέχεται στη μοναξιά της Μαγιάτικης φύσης.
Η επιστροφή από Σισάνι - Βλάστη - Πτολεμαίδα.
Απόγευμα επιστροφή στην Βέροια στον «πολιτισμό» και στους θορύβους.
Γύρω μας οι άλλες βουνοκορφές Σμόλικας, Βίτσι και στο βάθος μακριά αχνοφαίνεται ο Όλυμπος χιονισμένος. Η ορατότητα περιορισμένη από την ομίχλη που επικρατεί στο βάθος του ορίζοντα, δεν μπορέσαμε να απολαύσουμε την ομορφιά των άλλων βουνοκορφών.
Τα αιώνια αυτά βουνά αν και αλλαγμένα από τη διάβρωση και τους σεισμούς κρύβουν αναλλοίωτα στα σπλάχνα τους την δημιουργία του πλανήτη και άλλα πολύτιμα μυστικά που δεν θα μάθουμε ποτέ.
Πάνω στο ανάγλυφο τους οι πρώτοι κάτοικοι σχεδίασαν το σκηνικό της ζωής τους, έστησαν σπίτια, στέγασαν τα όνειρα τους και έγραψαν τη δική τους ιστορία. Κάτω χαμηλά η Βλάστη και απέναντι το βουνό Μουρίκι.
Το ιστορικό Μπλάτσι (η σημερινή Βλάστη), μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και από γνωστούς ταξιδιωτικούς προορισμούς το χωριό ζει και αναπνέει στους δικούς του ρυθμούς.
Κτισμένη από τον 15ο αιώνα στο υψίπεδο (1240μ) του όρους Μουρίκι. Το πρώτο κρυφό σχολείο στην Μακεδονία λειτούργησε στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου στην Βλάστη.
Στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο κάηκε από τους Γερμανούς και στον Εμφύλιο που ακολούθησε εγκαταλείφθηκε τελείως. Πολιτισμός 5 αιώνων χάθηκε, σώθηκαν μόνο οι εκκλησίες και το άκαμπτο φρόνημα των Βλαστιωτών.
Σήμερα η άλλοτε ακμάζουσα κωμόπολη των 8.000 κατοίκων έμεινε μόνη της με λίγους κτηνοτρόφους να περνούν την ώρα τους ανατρέχοντας στους θρύλους και τα μεγαλεία των παλιών καιρών.
Κουβαλώντας εικόνες και ήχους από τον ομιχλώδη κόσμο του βουνού πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Μια επίμονη ομίχλη μας σπρώχνει διακριτικά στο μονοπάτι της επιστροφής. Αποχωρούμε σταδιακά, με την ομίχλη να πυκνώνει συνεχώς και επικίνδυνα. Με τον αέρα να μαίνεται ακατάπαυστα ελέγχουμε τις κινήσεις μας. Η πορεία μας, από την ίδια πλευρά του βουνού, η κατάβαση γίνεται γρήγορα και εύκολα. Αφήνουμε πίσω μας το βουνό, μια τελευταία ματιά μέχρι τη μακρινή γραμμή του ορίζοντα, η κορυφή μένει οριστικά πίσω μας.
Φθάσαμε στα αυτοκίνητα μεσημέρι και σύντομα βρεθήκαμε στην πλατεία του χωριού να απολαμβάνουμε τον καφέ μας στην ηρεμία της πλατείας. Πανέμορφο σκηνικό με τον οικισμό περιτριγυρισμένο από λιβάδια με αραιά κέδρα, δάση οξιάς, βελανιδιάς και αναδασώσεις με πεύκα.
Ένας τόπος γεμάτος μνήμες από μια Ελλάδα απόμακρη και ξεχασμένη. Αυτή η ορεινή γωνιά κρυμμένη στις επάλξεις των βουνών μας υποδέχεται στη μοναξιά της Μαγιάτικης φύσης.
Η επιστροφή από Σισάνι - Βλάστη - Πτολεμαίδα.
Απόγευμα επιστροφή στην Βέροια στον «πολιτισμό» και στους θορύβους.
Τσιαμούρας Νικόλαος