Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΒΕΡΟΙΑΣ
Στην ομιλία του ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων τόνισε: «Σεβασμιώτατε Ἐκπρόσωπε τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου,
Σεβασμιώτατοι Ἐκπρόσωποι τῶν πρεσβυγενῶν καί νεωτέρων Πατριαρχείων καί τῶν κατά τόπους Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν,
Ἐξοχώτατοι κύριοι Βουλευτές, ἀξιότιμε κ. Ἀντιπεριφερειάρχα, ἀξιότιμη κ. Δήμαρχε,
Ἐλλογιμώτατοι κύριοι καθηγητές, ἀγαπητοί πατέρες, ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Σεβασμιώτατοι Ἐκπρόσωποι τῶν πρεσβυγενῶν καί νεωτέρων Πατριαρχείων καί τῶν κατά τόπους Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν,
Ἐξοχώτατοι κύριοι Βουλευτές, ἀξιότιμε κ. Ἀντιπεριφερειάρχα, ἀξιότιμη κ. Δήμαρχε,
Ἐλλογιμώτατοι κύριοι καθηγητές, ἀγαπητοί πατέρες, ἀγαπητοί ἀδελφοί,
«Οὐδέ δωρεάν ἄρτον ἐφάγομεν παρά τινος, ἀλλ᾽ ἐν κόπῳ καί μόχθῳ νυκτός καί ἡμέρας ἐργαζόμενοι πρός τό μή ἐπιβαρῆσαί τινα ὑμῶν· οὐχ ὅτι οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν, ἀλλ᾽ ἵνα ἑαυτούς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς τό μιμεῖσθαι ἡμᾶς» (2 Θεσσαλ. 3.8-9).
Οἱ λόγοι αὐτοί δέν ἀνήκουν σέ κάποιον σύγχρονο ἡγέτη ἤ διανοητή, δέν ἀνήκουν σέ κάποιον ἀρχηγό ἐπαναστατικοῦ κινήματος ἤ λαϊκοῦ ἀγῶνος, ἀνήκουν στόν πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολο Παῦλο.
«Ζηλωτής ὑπάρχων τῶν πατρικῶν» του «παραδόσεων» (Γαλ. 1.14) πορευόταν «εἰς τήν Δαμασκόν μετ᾽ ἐξουσίας καί ἐπιτροπῆς τῆς τῶν ἀρχιερέων» μέ σκοπό τόν διωγμό τῶν ἐκεῖ χριστιανῶν, σύμφωνα μέ τή δική του περιγραφή τῶν γεγονότων ἐνώπιον τοῦ βασιλέως Ἀγρίππα (Πραξ. 26.12). Ἡ θαυμαστή ὅμως συνάντησή του μέ τόν Ναζωραῖο Ἰησοῦ καί τό ἐρώτημά του «Σαούλ, Σαούλ τί μέ διώκεις;» δέν ἀνέτρεψε μόνο τά σχέδιά του γιά τίς ἑπόμενες ἡμέρες στήν πόλη τῆς Δαμασκοῦ, δέν ἀνέτρεψε μόνο τά σχέδια της ζωῆς του, ἀλλά μετέβαλε ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή του, ὁλόκληρη τή στάση ἀπέναντι στή ζωή καί στίς σχέσεις μέ τούς ἀνθρώπους καί τόν κόσμο καί μετέτρεψε τήν ἰδεολογία του σέ πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό, ὑπό τό πρίσμα τῆς ὁποίας ὁ κόσμος καί τά τοῦ κόσμου θεῶνται ἐντελῶς διαφορετικά.
Μετά τή συνάντηση τῆς Δαμασκοῦ ἡ ἐξουσία γιά τήν ὁποία ἐκαυχᾶτο ὁ Σαῦλος χάνει τή γοητεία καί τήν αἴγλη της καί ὁ ἴδιος ἀντιλαμβάνεται τήν ἀνάγκη «τοῦ ἐπιστρέψαι ἀπό σκότους εἰς φῶς καί τῆς ἐξουσίας τοῦ σατανᾶ ἐπί τόν Θεόν».
Ἡ ἐξουσία γι᾽ αὐτόν δέν εἶναι πλέον ἄσκηση βίας ἤ ἔκφραση ὑπεροχῆς ἀλλά δωρεά τοῦ Θεοῦ «εἰς ἔργον διακονίας» (Ἐφεσ. 4.12). Ἡ ἐξουσία εἶναι ἐργασία κοπιώδης ὄχι πρός τό ἴδιον συμφέρον ἀλλά πρός τό κοινό, δηλαδή πρός σωτηρία τῶν ψυχῶν. Εἶναι μόχθος καθημερινός καί ὄχι ἄνεση καί τρυφή καί ἀνάπαυση. Εἶναι προσφορά καί ὄχι ἀπολαβή. Εἶναι θυσία καί ὄχι ἀπόλαυση. Εἶναι μέριμνα καί ὄχι διασκέδαση. Εἶναι ὀδύνη καί ὄχι τέρψη. Εἶναι διαρκής ἀγών ὄχι μόνο γιά νά παρέχεις στούς ἄλλους αὐτό πού ἔχουν ἀνάγκη, ἀντί νά περιμένεις νά σοῦ τό προσφέρουν ἐκεῖνοι, ἀλλά καί γιά νά τούς παρέχεις μέ τή στάση καί τή ζωή σου ὑπόδειγμα καί πρότυπο ζωῆς.
Ἡ στάση τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν δέν δείχνει ἐφεκτικότητα ἔναντι τῆς ἐξουσίας, τῆς ὁποίας ὁ ἀπόστολος ἔχει πλήρη συνείδηση ὅτι κατέχει, ἀλλά δείχνει ὀρθή ἀντιμετώπισή της πού τόν ἀναδεικνύει ἀληθινό καί διαχρονικό ἡγέτη. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἀπολύτως σαφής: ὅποιος ἔχει πραγματική ἐξουσία δέν τήν ἐπιδεικνύει μέ τή βία καί τόν αὐταρχισμό, δέν τήν ἀποδεικνύει μέ τήν ἐκμετάλλευση τῶν ἄλλων ἀλλά μέ τήν προσωπική καί ἀνιδιοτελῆ προσφορά του πρός ὅλους, ὄχι διότι δέν ἔχει ἐξουσία ἀλλά διότι δι᾽ αὐτῆς ἐπιδιώκει νά παραδειγματίσει τούς ἀνθρώπους, ὅπως γράφει καί ὁ ἴδιος στούς Θεσσαλονικεῖς. «Οὐχ ὅτι οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν, ἀλλ᾽ ἵνα ἑαυτούς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς τό μιμεῖσθαι ἡμᾶς».
Ἀγαπητοί μου, ἡ κρίση τήν ὁποία διέρχεται κατά τήν τελευταία δεκαετία ὁ σύγχρονος κόσμος, κρίση οἰκονομική, πολιτική, κοινωνική καί ἠθική, κρίση ἡ ὁποία ἔχει ὁδηγήσει σέ ἀδιέξοδα κράτη, κοινωνίες καί ἀνθρώπους, ἀποδίδεται ἀπό πολλούς στήν ἔλλειψη χαρισματικῶν ἡγετῶν, τήν προσωπικότητα τῶν ὁποίων προσδιορίζει ὁ καθένας μέ τόν δικό του τρόπο. Ἄν ὅμως θελήσουμε νά στρέψουμε τό βλέμμα στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος καί νά ἀναθεωρήσουμε «τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς» (Ἑβρ. 13.7) αὐτῶν οἱ ὁποῖοι ἀνεδείχθησαν πραγματικά χαρισματικοί ἡγέτες καί ὁδήγησαν τούς λαούς τους στήν πρόοδο καί τήν εὐημερία, τότε δέν θά συναντήσουμε αὐτούς πού κατόρθωναν νά συνεπαίρνουν τά πλήθη μέ τήν ἀνέξοδη ρητορεία τους, οὔτε αὐτούς οἱ ὁποῖοι μοίρασαν ἀπερίσκεπτα καί ἐπιπόλαια παροχές στούς πολίτες γιά νά γίνουν ἀρεστοί, οὔτε βέβαια ἐκείνους οἱ ὁποῖοι κατόρθωσαν νά ἀποκτήσουν μέσω τῆς ἐξουσίας τους πλοῦτο καί δόξα καί φήμη, πού ἐξανεμίσθηκαν ὅμως σύντομα, ὅταν ἔχασαν τή δύναμη καί τήν ἀσφάλεια πού τούς παρεῖχε ἡ ἐξουσία, οὔτε ἐκείνους πού βάσισαν τήν ἐξουσία τους στόν φόβο καί ὄχι στήν ἀγάπη τῶν πολιτῶν, γιατί ὅλοι αὐτοί δέν εἶναι χαρισματικοί ἡγέτες πού μποροῦν νά ἐμπνεύσουν καί νά καθοδηγήσουν τούς ἀνθρώπους.
Ἄν θέλουμε νά ἀποκτήσουμε χαρισματικούς ἡγέτες, τότε θά πρέπει, ἀδελφοί μου, νά ἀκούσουμε τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου πού ἠχεῖ διαμέσου τῶν αἰώνων ἀπό τό βῆμα του ἐδῶ στή Βέροια καί ἀπό ὅλες τίς πόλεις ἀπό τίς ὁποῖες διῆλθε εὐαγγελιζόμενος τόν Χριστό· νά ἀκούσουμε τόν λόγο του ὅπως ἠχεῖ διαυγής καί σαφής μέσα ἀπό τίς ἐπιστολές του ἀλλά καί μέσα ἀπό τό παράδειγμα τῆς ζωῆς του πού ὁ ἴδιος μᾶς κάλεσε νά μιμηθοῦμε.
Ἄν θέλουμε νά ἀποκτήσουμε χαρισματικούς ἡγέτες, θά πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι χαρισματικός ἡγέτης εἶναι αὐτός πού ἐργάζεται γιά τό συμφέρον τοῦ λαοῦ τουϛ. Εἶναι αὐτός πού θυσιάζεται γι᾽ αὐτόν. Εἶναι αὐτός πού προσφέρει γιά τό καλό τοῦ συνόλου χωρίς νά περιμένει ἀνταπόδοση. Εἶναι αὐτός πού ἀγωνίζεται νά εἶναι τύπος καί ὑπόδειγμα ἀκεραίας καί ἐναρέτου συμπεριφορᾶς γιά ὅλους.
Τέτοιους ἡγέτες χρειάζεται ὁ κόσμος μας. Τέτοιοι ἡγέτες μποροῦν νά βγάλουν τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τόν λαβύρινθο τῆς κρίσεως. Τέτοιοι ἡγέτες μποροῦν νά ἐμπνεύσουν καί νά καθοδηγήσουν τά ἄτομα καί τίς κοινωνίες.
Τό πρότυπο τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν καί ἀποστόλου τῆς Βεροίας μᾶς δείχνει τόν δρόμο τῶν χαρισματικῶν ἡγετῶν καί ἡ φωνή του ἀκούεται ἀπό ὅσους θέλουν νά τήν ἀκούσουν καί νά προσαρμόσουν τή ζωή τους στήν προτροπή της. «Οὐδέ δωρεάν ἄρτον ἐφάγομεν παρά τινος, ἀλλ᾽ ἐν κόπῳ καί μόχθῳ νυκτός καί ἡμέρας ἐργαζόμενοι πρός τό μή ἐπιβαρῆσαί τινα ὑμῶν· οὐχ ὅτι οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν, ἀλλ᾽ ἵνα ἑαυτούς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς τό μιμεῖσθαι ἡμᾶς».
Ἀγαπητοί μου, ὅπως κάθε χρόνο ἔτσι καί φέτος ὁλοκληρώσαμε τόν κύκλο τῶν ἑορταστικῶν ἐκδηλώσεων τῶν ΙΘ´ Παυλείων μέ τόν πανηγυρικό διορθόδοξο ἑσπερινό πού τελέσαμε στό Βῆμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Γι᾽ αὐτό καί ἐπιθυμῶ νά εὐχαριστήσω ἐκ βάθους καρδίας γιά τήν τιμητική παρουσία καί συμμετοχή τους στόν ἑορτασμό τῆς μνήμης τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας μεγίστου ἐν ἀποστόλοις ἀποστόλου Παύλου τούς Σεβασμιωτάτους καί Θεοφιλεστάτους ἀρχιερεῖς, τούς ἐκπροσώπους τῶν πρεσβυγενῶν καί νεωτέρων πατριαρχείων καί τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, τούς ὁποίους καί παρακαλῶ νά μεταφέρουν τήν εὐγνωμοσύνη καί τίς εὐχαριστίες μου πρός τόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο καί ὅλους τούς Μακαριωτάτους Πατριάρχας καί Ἀρχιεπισκόπους τούς ὁποίους ἐκπροσωποῦν.
Εὐχαριστῶ ἀκόμη τά μέλη τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ πρός τιμήν τοῦ ἀποστόλου Παύλου Διεθνοῦς Συνεδρίου μας, πού παρευρίσκονται καί στόν ἀποψινό ἑσπερινό, τίς ἀρχές τῆς πόλεως καί τοῦ Νομοῦ μας, τόν κλῆρο καί τόν λαό, καί ὅλους τούς συμπανηγυριστές διότι ἕνωσαν μαζί μας τήν φωνή τους εἰς ὕμνον καί αἶνον καί δοξολογίαν τοῦ οὐρανοβάμονος ἀποστόλου Παύλου καί «τοῦ καλέσαντος αὐτόν κλήσει ἁγίᾳ» (1 Τιμ. 1.9) καί δόντος αὐτῷ ἐξουσίαν διακονίας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος καί εὔχομαι νά φωτίζει καί νά καθοδηγεῖ πάντοτε τούς ἐν ὑπεροχῇ καί ἐξουσίᾳ ὄντας πρός τό συμφέρον τῶν ἀνθρώπων καί νά μεσιτεύει πάντοτε ὑπέρ πάντων ἡμῶν».
Οἱ λόγοι αὐτοί δέν ἀνήκουν σέ κάποιον σύγχρονο ἡγέτη ἤ διανοητή, δέν ἀνήκουν σέ κάποιον ἀρχηγό ἐπαναστατικοῦ κινήματος ἤ λαϊκοῦ ἀγῶνος, ἀνήκουν στόν πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολο Παῦλο.
«Ζηλωτής ὑπάρχων τῶν πατρικῶν» του «παραδόσεων» (Γαλ. 1.14) πορευόταν «εἰς τήν Δαμασκόν μετ᾽ ἐξουσίας καί ἐπιτροπῆς τῆς τῶν ἀρχιερέων» μέ σκοπό τόν διωγμό τῶν ἐκεῖ χριστιανῶν, σύμφωνα μέ τή δική του περιγραφή τῶν γεγονότων ἐνώπιον τοῦ βασιλέως Ἀγρίππα (Πραξ. 26.12). Ἡ θαυμαστή ὅμως συνάντησή του μέ τόν Ναζωραῖο Ἰησοῦ καί τό ἐρώτημά του «Σαούλ, Σαούλ τί μέ διώκεις;» δέν ἀνέτρεψε μόνο τά σχέδιά του γιά τίς ἑπόμενες ἡμέρες στήν πόλη τῆς Δαμασκοῦ, δέν ἀνέτρεψε μόνο τά σχέδια της ζωῆς του, ἀλλά μετέβαλε ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή του, ὁλόκληρη τή στάση ἀπέναντι στή ζωή καί στίς σχέσεις μέ τούς ἀνθρώπους καί τόν κόσμο καί μετέτρεψε τήν ἰδεολογία του σέ πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό, ὑπό τό πρίσμα τῆς ὁποίας ὁ κόσμος καί τά τοῦ κόσμου θεῶνται ἐντελῶς διαφορετικά.
Μετά τή συνάντηση τῆς Δαμασκοῦ ἡ ἐξουσία γιά τήν ὁποία ἐκαυχᾶτο ὁ Σαῦλος χάνει τή γοητεία καί τήν αἴγλη της καί ὁ ἴδιος ἀντιλαμβάνεται τήν ἀνάγκη «τοῦ ἐπιστρέψαι ἀπό σκότους εἰς φῶς καί τῆς ἐξουσίας τοῦ σατανᾶ ἐπί τόν Θεόν».
Ἡ ἐξουσία γι᾽ αὐτόν δέν εἶναι πλέον ἄσκηση βίας ἤ ἔκφραση ὑπεροχῆς ἀλλά δωρεά τοῦ Θεοῦ «εἰς ἔργον διακονίας» (Ἐφεσ. 4.12). Ἡ ἐξουσία εἶναι ἐργασία κοπιώδης ὄχι πρός τό ἴδιον συμφέρον ἀλλά πρός τό κοινό, δηλαδή πρός σωτηρία τῶν ψυχῶν. Εἶναι μόχθος καθημερινός καί ὄχι ἄνεση καί τρυφή καί ἀνάπαυση. Εἶναι προσφορά καί ὄχι ἀπολαβή. Εἶναι θυσία καί ὄχι ἀπόλαυση. Εἶναι μέριμνα καί ὄχι διασκέδαση. Εἶναι ὀδύνη καί ὄχι τέρψη. Εἶναι διαρκής ἀγών ὄχι μόνο γιά νά παρέχεις στούς ἄλλους αὐτό πού ἔχουν ἀνάγκη, ἀντί νά περιμένεις νά σοῦ τό προσφέρουν ἐκεῖνοι, ἀλλά καί γιά νά τούς παρέχεις μέ τή στάση καί τή ζωή σου ὑπόδειγμα καί πρότυπο ζωῆς.
Ἡ στάση τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν δέν δείχνει ἐφεκτικότητα ἔναντι τῆς ἐξουσίας, τῆς ὁποίας ὁ ἀπόστολος ἔχει πλήρη συνείδηση ὅτι κατέχει, ἀλλά δείχνει ὀρθή ἀντιμετώπισή της πού τόν ἀναδεικνύει ἀληθινό καί διαχρονικό ἡγέτη. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἀπολύτως σαφής: ὅποιος ἔχει πραγματική ἐξουσία δέν τήν ἐπιδεικνύει μέ τή βία καί τόν αὐταρχισμό, δέν τήν ἀποδεικνύει μέ τήν ἐκμετάλλευση τῶν ἄλλων ἀλλά μέ τήν προσωπική καί ἀνιδιοτελῆ προσφορά του πρός ὅλους, ὄχι διότι δέν ἔχει ἐξουσία ἀλλά διότι δι᾽ αὐτῆς ἐπιδιώκει νά παραδειγματίσει τούς ἀνθρώπους, ὅπως γράφει καί ὁ ἴδιος στούς Θεσσαλονικεῖς. «Οὐχ ὅτι οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν, ἀλλ᾽ ἵνα ἑαυτούς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς τό μιμεῖσθαι ἡμᾶς».
Ἀγαπητοί μου, ἡ κρίση τήν ὁποία διέρχεται κατά τήν τελευταία δεκαετία ὁ σύγχρονος κόσμος, κρίση οἰκονομική, πολιτική, κοινωνική καί ἠθική, κρίση ἡ ὁποία ἔχει ὁδηγήσει σέ ἀδιέξοδα κράτη, κοινωνίες καί ἀνθρώπους, ἀποδίδεται ἀπό πολλούς στήν ἔλλειψη χαρισματικῶν ἡγετῶν, τήν προσωπικότητα τῶν ὁποίων προσδιορίζει ὁ καθένας μέ τόν δικό του τρόπο. Ἄν ὅμως θελήσουμε νά στρέψουμε τό βλέμμα στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος καί νά ἀναθεωρήσουμε «τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς» (Ἑβρ. 13.7) αὐτῶν οἱ ὁποῖοι ἀνεδείχθησαν πραγματικά χαρισματικοί ἡγέτες καί ὁδήγησαν τούς λαούς τους στήν πρόοδο καί τήν εὐημερία, τότε δέν θά συναντήσουμε αὐτούς πού κατόρθωναν νά συνεπαίρνουν τά πλήθη μέ τήν ἀνέξοδη ρητορεία τους, οὔτε αὐτούς οἱ ὁποῖοι μοίρασαν ἀπερίσκεπτα καί ἐπιπόλαια παροχές στούς πολίτες γιά νά γίνουν ἀρεστοί, οὔτε βέβαια ἐκείνους οἱ ὁποῖοι κατόρθωσαν νά ἀποκτήσουν μέσω τῆς ἐξουσίας τους πλοῦτο καί δόξα καί φήμη, πού ἐξανεμίσθηκαν ὅμως σύντομα, ὅταν ἔχασαν τή δύναμη καί τήν ἀσφάλεια πού τούς παρεῖχε ἡ ἐξουσία, οὔτε ἐκείνους πού βάσισαν τήν ἐξουσία τους στόν φόβο καί ὄχι στήν ἀγάπη τῶν πολιτῶν, γιατί ὅλοι αὐτοί δέν εἶναι χαρισματικοί ἡγέτες πού μποροῦν νά ἐμπνεύσουν καί νά καθοδηγήσουν τούς ἀνθρώπους.
Ἄν θέλουμε νά ἀποκτήσουμε χαρισματικούς ἡγέτες, τότε θά πρέπει, ἀδελφοί μου, νά ἀκούσουμε τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου πού ἠχεῖ διαμέσου τῶν αἰώνων ἀπό τό βῆμα του ἐδῶ στή Βέροια καί ἀπό ὅλες τίς πόλεις ἀπό τίς ὁποῖες διῆλθε εὐαγγελιζόμενος τόν Χριστό· νά ἀκούσουμε τόν λόγο του ὅπως ἠχεῖ διαυγής καί σαφής μέσα ἀπό τίς ἐπιστολές του ἀλλά καί μέσα ἀπό τό παράδειγμα τῆς ζωῆς του πού ὁ ἴδιος μᾶς κάλεσε νά μιμηθοῦμε.
Ἄν θέλουμε νά ἀποκτήσουμε χαρισματικούς ἡγέτες, θά πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι χαρισματικός ἡγέτης εἶναι αὐτός πού ἐργάζεται γιά τό συμφέρον τοῦ λαοῦ τουϛ. Εἶναι αὐτός πού θυσιάζεται γι᾽ αὐτόν. Εἶναι αὐτός πού προσφέρει γιά τό καλό τοῦ συνόλου χωρίς νά περιμένει ἀνταπόδοση. Εἶναι αὐτός πού ἀγωνίζεται νά εἶναι τύπος καί ὑπόδειγμα ἀκεραίας καί ἐναρέτου συμπεριφορᾶς γιά ὅλους.
Τέτοιους ἡγέτες χρειάζεται ὁ κόσμος μας. Τέτοιοι ἡγέτες μποροῦν νά βγάλουν τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τόν λαβύρινθο τῆς κρίσεως. Τέτοιοι ἡγέτες μποροῦν νά ἐμπνεύσουν καί νά καθοδηγήσουν τά ἄτομα καί τίς κοινωνίες.
Τό πρότυπο τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν καί ἀποστόλου τῆς Βεροίας μᾶς δείχνει τόν δρόμο τῶν χαρισματικῶν ἡγετῶν καί ἡ φωνή του ἀκούεται ἀπό ὅσους θέλουν νά τήν ἀκούσουν καί νά προσαρμόσουν τή ζωή τους στήν προτροπή της. «Οὐδέ δωρεάν ἄρτον ἐφάγομεν παρά τινος, ἀλλ᾽ ἐν κόπῳ καί μόχθῳ νυκτός καί ἡμέρας ἐργαζόμενοι πρός τό μή ἐπιβαρῆσαί τινα ὑμῶν· οὐχ ὅτι οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν, ἀλλ᾽ ἵνα ἑαυτούς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς τό μιμεῖσθαι ἡμᾶς».
Ἀγαπητοί μου, ὅπως κάθε χρόνο ἔτσι καί φέτος ὁλοκληρώσαμε τόν κύκλο τῶν ἑορταστικῶν ἐκδηλώσεων τῶν ΙΘ´ Παυλείων μέ τόν πανηγυρικό διορθόδοξο ἑσπερινό πού τελέσαμε στό Βῆμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Γι᾽ αὐτό καί ἐπιθυμῶ νά εὐχαριστήσω ἐκ βάθους καρδίας γιά τήν τιμητική παρουσία καί συμμετοχή τους στόν ἑορτασμό τῆς μνήμης τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας μεγίστου ἐν ἀποστόλοις ἀποστόλου Παύλου τούς Σεβασμιωτάτους καί Θεοφιλεστάτους ἀρχιερεῖς, τούς ἐκπροσώπους τῶν πρεσβυγενῶν καί νεωτέρων πατριαρχείων καί τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, τούς ὁποίους καί παρακαλῶ νά μεταφέρουν τήν εὐγνωμοσύνη καί τίς εὐχαριστίες μου πρός τόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο καί ὅλους τούς Μακαριωτάτους Πατριάρχας καί Ἀρχιεπισκόπους τούς ὁποίους ἐκπροσωποῦν.
Εὐχαριστῶ ἀκόμη τά μέλη τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ πρός τιμήν τοῦ ἀποστόλου Παύλου Διεθνοῦς Συνεδρίου μας, πού παρευρίσκονται καί στόν ἀποψινό ἑσπερινό, τίς ἀρχές τῆς πόλεως καί τοῦ Νομοῦ μας, τόν κλῆρο καί τόν λαό, καί ὅλους τούς συμπανηγυριστές διότι ἕνωσαν μαζί μας τήν φωνή τους εἰς ὕμνον καί αἶνον καί δοξολογίαν τοῦ οὐρανοβάμονος ἀποστόλου Παύλου καί «τοῦ καλέσαντος αὐτόν κλήσει ἁγίᾳ» (1 Τιμ. 1.9) καί δόντος αὐτῷ ἐξουσίαν διακονίας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος καί εὔχομαι νά φωτίζει καί νά καθοδηγεῖ πάντοτε τούς ἐν ὑπεροχῇ καί ἐξουσίᾳ ὄντας πρός τό συμφέρον τῶν ἀνθρώπων καί νά μεσιτεύει πάντοτε ὑπέρ πάντων ἡμῶν».